Μια υπόθεση που φωτίζει τις πιέσεις και τις στρεβλώσεις του ρωσικού συστήματος κρατικών αμυντικών παραγγελιών έφερε στο προσκήνιο η ιστορία του 75χρονου επιστήμονα Βλαντίμιρ Αρσένιεφ, επικεφαλής εταιρείας στη Μόσχα που κατασκευάζει εξαρτήματα για συσκευές επικοινωνίας οι οποίες χρησιμοποιούνται από πληρώματα αρμάτων μάχης.
Σύμφωνα με την αφήγησή του σε συνεντεύξεις, η γενικευμένη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022 «φάνηκε αρχικά ως χρυσή ευκαιρία»: η επιχείρησή του γέμισε αμυντικές παραγγελίες, όμως σύντομα οι συμβάσεις μετατράπηκαν –όπως είπε– σε «δηλητηριασμένο μήλο». Η παραγωγή έπρεπε να αυξηθεί ραγδαία, με ασφυκτικές προθεσμίες και τιμές που καθόριζε το ρωσικό υπουργείο Άμυνας, ενώ η αποτυχία παρουσιαζόταν ως επιλογή με ποινικές συνέπειες.
Μέχρι την άνοιξη του 2023, η εταιρεία του είχε αρχίσει να καθυστερεί, την ώρα που κλιμακώνονταν εσωτερικές διαμάχες και διοικητικές πιέσεις. Μειοψηφικός μέτοχος φέρεται να προειδοποίησε τις αρχές ότι οι προθεσμίες δεν θα τηρηθούν, περιγράφοντας ένα περιβάλλον όπου «ο πελάτης είναι το υπουργείο Άμυνας» και «έχει πάντα δίκιο». Ο ίδιος ο Αρσένιεφ ανέφερε ότι απευθύνθηκε σε αξιωματούχους για βοήθεια, χωρίς αποτέλεσμα.
Στις 26 Ιουλίου 2024, με την επιχείρηση να πλησιάζει –κατά τον ίδιο– την οικονομική κατάρρευση, ο Αρσένιεφ βρέθηκε στην Κόκκινη Πλατεία και αυτοπυρπολήθηκε έξω από το Κρεμλίνο. Νοσηλεύτηκε για εβδομάδες με σοβαρά εγκαύματα και, μιλώντας από το νοσοκομείο, αμφισβήτησε ότι οι συμβάσεις «κατέρρεαν» λόγω δικής του ευθύνης, υποστηρίζοντας ότι υπήρξαν αβάσιμες καταγγελίες από πρόσωπα που επιδίωκαν να τον υπονομεύσουν.
Η υπόθεση εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο πίεσης στη ρωσική αμυντική βιομηχανία. Από την έναρξη του πολέμου, δεκάδες υποθέσεις έχουν φτάσει στα δικαστήρια της Μόσχας με κατηγορίες που σχετίζονται με «διατάραξη κρατικών αμυντικών διαταγών», ενώ η κρατική γραμμή έχει αυστηροποιηθεί θεσμικά: νόμος που προβλέπει βαριές ποινές για προβλήματα στην εκτέλεση αμυντικών συμβάσεων επεκτάθηκε, διευρύνοντας τα αδικήματα και τις συνθήκες δίωξης.
Στο επίκεντρο της διαμάχης του Αρσένιεφ βρέθηκε και η τιμολόγηση/πληρωμή εξαρτημάτων που παρείχε η εταιρεία του σε άλλο εργοστάσιο συναρμολόγησης, με τον ίδιο να υποστηρίζει ότι η αναπροσαρμογή τιμών και οι κρατικές απαιτήσεις «άφησαν την εταιρεία χωρίς κεφάλαια». Ακολούθησαν –σύμφωνα με την περιγραφή– πάγωμα λογαριασμών λόγω φορολογικών οφειλών, καθυστερήσεις μισθών και αγωγές, ενώ ο ίδιος δήλωσε ότι οι δικαστικοί επιμελητές δεν εντόπισαν περιουσιακά στοιχεία για κατασχέσεις.
Παρά τις διαστάσεις που πήρε η υπόθεση, η μοναδική σαφής «επίσημη» συνέπεια που καταγράφεται σε βάρος του ίδιου, μετά την πράξη διαμαρτυρίας του, ήταν πρόστιμο (απροσδιόριστου ύψους) για «μη εξουσιοδοτημένη διαδήλωση» σε ευαίσθητη τοποθεσία.