Το ΝΑΤΟ αυξάνει δραματικά τους στρατιωτικούς στόχους του, ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό των ταξιαρχιών που τα κράτη-μέλη θα πρέπει να παρέχουν στο μέλλον σε 120 έως 130, σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του Reuters από τρεις πηγές. Πρόκειται για αύξηση περίπου 50% σε σχέση με τον σημερινό στόχο των 80 ταξιαρχιών, ως απάντηση στη διαρκώς εντεινόμενη απειλή από τη Ρωσία μετά την εισβολή στην Ουκρανία το 2022.
Το ΝΑΤΟ θα ζητήσει από τη Γερμανία να παράσχει επτά επιπλέον ταξιαρχίες, δηλαδή περίπου 40.000 στρατιώτες, για την άμυνα της Συμμαχίας, δήλωσαν οι ίδιες πηγές, στο πλαίσιο των νέων στόχων για τα οπλικά συστήματα και τον αριθμό των στρατευμάτων, που αναμένεται να εγκρίνουν οι υπουργοί Άμυνας των μελών την επόμενη εβδομάδα.
Ωστόσο, όπως αναφέρει το ειδησεογραφικό πρακτορείο, οι ακριβείς αριθμοί για τους στόχους του ΝΑΤΟ – είτε συνολικά είτε ανά χώρα – είναι δύσκολο να επαληθευτούν, καθώς οι πληροφορίες είναι άκρως απόρρητες.
Ούτε το γερμανικό υπουργείο Άμυνας ούτε το ΝΑΤΟ απάντησαν άμεσα σε αιτήματα για σχόλιο.
Το 2021, η Γερμανία συμφώνησε να παρέχει 10 ταξιαρχίες – μονάδες που συνήθως αποτελούνται από περίπου 5.000 στρατιώτες – στο ΝΑΤΟ έως το 2030. Προς το παρόν διαθέτει οκτώ ταξιαρχίες και συγκροτεί μια ένατη στη Λιθουανία, η οποία αναμένεται να είναι έτοιμη το 2027.
Ωστόσο, η παροχή επιπλέον 40.000 ενεργών στρατιωτών θα αποτελέσει μεγάλη πρόκληση για το Βερολίνο. Η Bundeswehr δεν έχει ακόμη επιτύχει τον στόχο των 203.000 στρατιωτών που τέθηκε το 2018 και σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Άμυνας έχει έλλειψη περίπου 20.000 τακτικών στρατιωτών.
Πέρυσι, το Reuters είχε αναφέρει ότι το ΝΑΤΟ θα χρειαστεί 35 έως 50 επιπλέον ταξιαρχίες για να υλοποιήσει πλήρως τα νέα του αμυντικά σχέδια απέναντι σε ρωσική επίθεση, και ότι η Γερμανία από μόνη της θα πρέπει να τετραπλασιάσει τις δυνατότητές της στην αντιαεροπορική άμυνα.
Επιπλέον, οι νέοι στόχοι του ΝΑΤΟ δεν αντικατοπτίζουν ακόμη προβλέψεις για απόσυρση αμερικανικών στρατευμάτων από την Ευρώπη, δήλωσαν οι πηγές – ένα ενδεχόμενο που έχει θορυβήσει τους Ευρωπαίους, καθώς τα αμυντικά σχέδια της Συμμαχίας βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στα μέσα των ΗΠΑ.
Η Ουάσινγκτον έχει δηλώσει ότι θα ξεκινήσει τις σχετικές συζητήσεις με τους συμμάχους αργότερα φέτος. Η κυβέρνηση του πρώην προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, είχε διαμηνύσει στους Ευρωπαίους ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορούν πλέον να επικεντρώνονται πρωτίστως στην ευρωπαϊκή ασφάλεια.
Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η Γερμανία διατηρούσε 500.000 στρατιώτες και 800.000 εφέδρους. Σήμερα, μαζί με την Πολωνία, έχει ανατεθεί στη Γερμανία από το ΝΑΤΟ να παρέχει το μεγαλύτερο μέρος των χερσαίων δυνάμεων που θα αποτελέσουν τις πρώτες που θα ανταποκριθούν σε τυχόν ρωσική επίθεση στο ανατολικό μέτωπο της Συμμαχίας.
Αύξηση δαπανών
Τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ έχουν αυξήσει μαζικά τις αμυντικές τους δαπάνες μετά τη ρωσική εισβολή πλήρους κλίμακας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 και έχουν δεχθεί περαιτέρω πιέσεις από τον Τραμπ, ο οποίος έχει απειλήσει ότι δεν θα υπερασπιστεί χώρες που υστερούν στις στρατιωτικές τους δαπάνες.
Στη σύνοδο κορυφής στη Χάγη τον επόμενο μήνα, ο επικεφαλής της Συμμαχίας, Μαρκ Ρούτε, θα επιδιώξει να εξασφαλίσει συμφωνία από τους εθνικούς ηγέτες για υπερδιπλασιασμό του τρέχοντος στόχου των δαπανών από το 2% του ΑΕΠ στο 5% – με 3,5% για την άμυνα και 1,5% για ευρύτερες δαπάνες που σχετίζονται με την ασφάλεια.
Σε μια ιστορική μεταστροφή, η Γερμανία χαλάρωσε πρόσφατα τον συνταγματικό δημοσιονομικό κανονισμό ώστε να μπορέσει να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες και έχει εκφράσει τη στήριξή της στον στόχο του 5%.
Ο Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων της Γερμανίας, Κάρστεν Μπρόιερ, έχει ανακοινώσει ότι οι γερμανικές δυνάμεις θα πρέπει να είναι πλήρως εξοπλισμένες έως το 2029, έτος κατά το οποίο η Συμμαχία εκτιμά ότι η Μόσχα θα έχει ανασυγκροτήσει επαρκώς τις στρατιωτικές της δυνάμεις ώστε να μπορεί να επιτεθεί σε έδαφος του ΝΑΤΟ.
Πηγή: skai.gr