Σαν να μην έπεσε το Τείχος του Βερολίνου - Γιατί η Γερμανία παραμένει διχασμένη απέναντι στη Ρωσία

 
τειχος βερολινου

Ενημερώθηκε: 07/11/25 - 17:32

Παρά τη σοβιετική κατοχή, πολλοί Ανατολικογερμανοί εξακολουθούν να διατηρούν μια ιδιαίτερη συμπάθεια προς τη Ρωσία, μια νοσταλγία που επιβιώνει ακόμη και μετά την εισβολή του Βλαντίμιρ Πούτιν στην Ουκρανία, ριζωμένη στους δεσμούς του παρελθόντος και στην αίσθηση ότι η ενοποίηση τούς άφησε πίσω.

Η συμπάθεια αυτή επέζησε παρά τα εγκλήματα και τις αδικίες που υπέστησαν οι Ανατολικογερμανοί κατά τις δεκαετίες της σχεδόν αποικιακής εξάρτησης από τη Μόσχα, την οποία εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους για να ανατρέψουν στα τέλη της δεκαετίας του 1980, σημειώνουν σε ανάλυσή τους οι New York Times.

Τριάντα πέντε χρόνια μετά την ενοποίηση της Γερμανίας, η νοσταλγία αυτή εξακολουθεί να τροφοδοτείται από την αποτυχία της πλήρους ενσωμάτωσης της ανατολικής πλευράς, όπου ακόμη και σήμερα οι πολίτες είναι φτωχότεροι και αντιμετωπίζουν υψηλότερα ποσοστά ανεργίας σε σύγκριση με τους συμπατριώτες τους στη Δύση.

Το Τείχος του Βερολίνου έχει πέσει και η νεκρή ζώνη, κάποτε γεμάτη νάρκες, έχει μετατραπεί σε φυσικό καταφύγιο. Όμως, όταν πρόκειται για τη στάση απέναντι στη Ρωσία, το σύνορο ανάμεσα στην Ανατολική και τη Δυτική Γερμανία παραμένει εντυπωσιακά ευδιάκριτο.

Ενώ οι περισσότεροι Δυτικογερμανοί έχουν καταδικάσει την εισβολή της Ρωσίας και στηρίζουν γενικά τη στρατιωτική ενίσχυση της Ουκρανίας, πολλοί στην Ανατολική Γερμανία διατηρούν μια πιο σύνθετη στάση απέναντι στη σύγκρουση, εκφράζοντας επιφυλάξεις τόσο για τη στήριξη προς το Κίεβο όσο και για την επιβολή κυρώσεων στη Μόσχα.

Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι Ανατολικογερμανοί είναι λιγότερο πρόθυμοι να στηρίξουν τη στρατιωτική βοήθεια ή την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, ενώ σε μεγαλύτερο ποσοστό θεωρούν ότι το Κίεβο θα πρέπει να παραχωρήσει εδάφη προκειμένου να επιτευχθεί ειρήνη με τη Ρωσία. Περισσότεροι, επίσης, πιστεύουν ότι η Δύση και η Ουκρανία φέρουν μέρος της ευθύνης για τη σύγκρουση.

Αυτό το διαρκές χάσμα δυσχεραίνει τις προσπάθειες της γερμανικής κυβέρνησης να αντιμετωπίσει τη ρωσική απειλή και έχει επιτρέψει στο ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) να κερδίσει έδαφος στην Ανατολή, προβάλλοντας εκστρατείες υπέρ της «ειρήνης» και κατά των εξοπλισμών.

Η ανατολικογερμανική οπτική αποτελεί μέρος ενός ποικίλου μωσαϊκού απόψεων απέναντι στη Μόσχα στα κράτη που ανήκαν κάποτε στη σοβιετική σφαίρα επιρροής. Η Πολωνία και οι Βαλτικές χώρες υιοθετούν πολύ πιο εχθρική στάση, ιδίως μετά τη ρωσική εισβολή, ενώ η Ουγγαρία διατηρεί φιλικότερη στάση προς τη Ρωσία.

Αν η Ανατολική Γερμανία παρέμενε ανεξάρτητο κράτος, θα ήταν πιθανότατα από εκείνα τα πρώην μέλη του ανατολικού μπλοκ στη βόρεια Ευρώπη που δείχνουν τη μεγαλύτερη κατανόηση απέναντι στη Ρωσία.

Ορισμένοι ειδικοί επισημαίνουν ότι αυτό οφείλεται τόσο στις εξελίξεις μετά την ενοποίηση όσο και στους ιστορικούς δεσμούς που διαμορφώθηκαν κατά τις δεκαετίες της σοβιετικής κατοχής.

Ο ιστορικός Γεργκ Μόρε, ειδικός στις γερμανο-σοβιετικές σχέσεις, αποκαλεί το φαινόμενο αυτό «μετασοσιαλιστική κοινότητα κοινού πεπρωμένου» (post-Socialist community of shared destiny).

«Ο χρόνος έκανε τις καρδιές πιο τρυφερές», λέει ο Μόρε, «ιδίως καθώς η ενοποίηση και η άνοδος του δυτικού καπιταλιστικού συστήματος δεν κατάφεραν να ανταποκριθούν στις προσδοκίες πολλών».

Αυτό που έκανε την πρώην Ανατολική Γερμανία μοναδική, σημειώνει, ήταν ότι οι πολίτες της μπορούσαν να συγκρίνουν άμεσα τη ζωή τους με εκείνη των πλούσιων συμπατριωτών τους στη Δύση και στο μεγαλύτερο μέρος τους αισθάνθηκαν πως είχαν χάσει. Όταν άρχισαν να νιώθουν χαμένοι από την ενοποίηση, γεννήθηκε μια νέα συγγένεια με τη Μόσχα.

Η Γερμανίδα ιστορικός Ζίλκε Σάτγιουκοφ προσθέτει ότι η απότομη αποχώρηση των Σοβιετικών, η οποία ολοκληρώθηκε το 1994, επιδείνωσε την κατάσταση, διαλύοντας την ήδη εδραιωμένη τοπική οικονομία.

Ωστόσο, το γεγονός ότι η αποχώρηση των Σοβιετικών έγινε ειρηνικά συνέβαλε στο να καλλιεργηθεί το έδαφος για τη σημερινή νοσταλγία.

«Η γενική εικόνα έχει γίνει πιο ρομαντική», λέει η Σάτγιουκοφ, «εν μέρει επειδή οι άνθρωποι είναι πλέον ελεύθεροι να προβάλουν τις δικές τους αξίες και ελπίδες πάνω στους πρώην κατακτητές τους».

«Εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι οι Ρώσοι είναι φίλοι μας, και αυτή η ιδέα επιβίωσε επειδή ποτέ δεν χρειάστηκε να την ελέγξουμε στην πράξη», προσθέτει.

Ο κοινωνιολόγος Στέφεν Μάου, που έχει μελετήσει την ενοποίηση της Γερμανίας, σημειώνει ότι οι Ανατολικογερμανοί σήμερα έχουν περιορισμένες επαφές με Ρώσους, κι έτσι οι απόψεις τους βασίζονται κυρίως στην εποχή αμέσως μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, όταν η Μόσχα επιδίωκε να γίνει μια ανοιχτή και δημοκρατική κοινωνία.

«Πιστεύω ότι πρόκειται για μια μορφή σοβιετικής νοσταλγίας και οι Ανατολικογερμανοί δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι ο χαρακτήρας της Σοβιετικής Ένωσης, της παλιάς Ρωσίας, έχει αλλάξει δραματικά από τη δεκαετία του 1990», είπε.

Ακόμη και μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι συμπάθειες προς τη Ρωσία στην Ανατολική Γερμανία παρέμειναν ισχυρές, σημειώνει  ο δρ. Μόρε, ιστορικός και διευθυντής μουσείου στο Ανατολικό Βερολίνο, στο σημείο όπου υπεγράφη η τελική παράδοση της ναζιστικής Γερμανίας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το μουσείο φιλοξενεί μόνιμη έκθεση για τα ναζιστικά εγκλήματα πολέμου που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια της γερμανικής εισβολής στη Ρωσία και έχει αποτελέσει επί δεκαετίες σημείο αναφοράς για τη γερμανο-ρωσική φιλία.

Όταν αποφάσισε να υψώσει την ουκρανική σημαία σε ένδειξη αλληλεγγύης, η αντίδραση των γειτόνων και των επισκεπτών του μουσείου ήταν σαφής: «Θέλουμε να κατεβάσετε αυτή τη σημαία.»
 

Πηγή: skai.gr

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ