Η Ιαπωνία περνά σε μια νέα φάση αμυντικής πολιτικής, με το υπουργικό συμβούλιο να εγκρίνει αμυντικό προϋπολογισμό-ρεκόρ που ξεπερνά τα 9 τρισ. γιεν για το επόμενο οικονομικό έτος. Η απόφαση αντανακλά τη βούληση του Τόκιο να ενισχύσει αποφασιστικά τις δυνατότητες αντεπίθεσης και παράκτιας άμυνας, επενδύοντας σε πυραύλους κρουζ μεγάλου βεληνεκούς και σε εκτεταμένα συστήματα μη επανδρωμένων οπλικών πλατφορμών, σε ένα περιβάλλον αυξανόμενων περιφερειακών εντάσεων.
Ο νέος προϋπολογισμός, αυξημένος κατά 9,4% σε σχέση με το 2025, εντάσσεται στο τέταρτο έτος του φιλόδοξου πενταετούς σχεδίου που προβλέπει τον διπλασιασμό των αμυντικών δαπανών, ώστε να φτάσουν το 2% του ΑΕΠ. Όπως δήλωσε ο υπουργός Άμυνας Σιντζίρο Κοϊζούμι, πρόκειται για το «ελάχιστο αναγκαίο» απέναντι στο πιο απαιτητικό και σύνθετο περιβάλλον ασφάλειας της μεταπολεμικής περιόδου, διαβεβαιώνοντας παράλληλα ότι η Ιαπωνία δεν εγκαταλείπει τον φιλειρηνικό της προσανατολισμό.
Εφόσον εγκριθεί από το κοινοβούλιο έως τον Μάρτιο, ο αμυντικός σχεδιασμός θα ενσωματωθεί στον συνολικό κρατικό προϋπολογισμό των 122,3 τρισ. γιεν, καθιστώντας την Ιαπωνία –μέσω του πενταετούς προγράμματος– τον τρίτο μεγαλύτερο στρατιωτικό «επενδυτή» παγκοσμίως, μετά τις ΗΠΑ και την Κίνα.
Η κυβέρνηση της πρωθυπουργού Τακάιτσι σχεδιάζει να καλύψει το αυξημένο κόστος μέσω φορολογικών επιβαρύνσεων σε επιχειρήσεις και καπνικά προϊόντα, καθώς και με άνοδο του φόρου εισοδήματος από το 2027, αν και παραμένει ασαφές εάν στο μέλλον οι αμυντικές δαπάνες θα υπερβούν το όριο του 2% του ΑΕΠ. Παράλληλα, το Τόκιο έχει καταστήσει σαφές ότι θα μπορούσε να εμπλακεί σε περίπτωση κινεζικής κίνησης κατά της Ταϊβάν, υπό το βάρος και των αμερικανικών πιέσεων για ταχύτερη στρατιωτική ενίσχυση.
Κομβικό στοιχείο της νέας στρατηγικής αποτελεί η ενίσχυση των πυραυλικών δυνατοτήτων. Το σχέδιο προβλέπει την προμήθεια αναβαθμισμένων πυραύλων επιφανείας-πλοίου Type-12, εγχώριας ανάπτυξης, με βεληνεκές περίπου 1.000 χιλιομέτρων, συνολικού κόστους 177 δισ. γιεν. Η πρώτη ανάπτυξή τους θα γίνει νωρίτερα από το αρχικό χρονοδιάγραμμα, στο νοτιοδυτικό τμήμα της χώρας, σηματοδοτώντας την επιτάχυνση της ιαπωνικής πυραυλικής παρουσίας.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται και στα μη επανδρωμένα συστήματα, καθώς η γήρανση και η μείωση του πληθυσμού δυσκολεύουν τη στελέχωση των Ενόπλων Δυνάμεων. Για την προστασία των ακτών, η Ιαπωνία θα επενδύσει περίπου 100 δισ. γιεν στην ανάπτυξη ενός δικτύου εναέριων, επιφανειακών και υποβρύχιων drones, στο πλαίσιο του προγράμματος «SHIELD», με ορίζοντα υλοποίησης το 2028. Στο αρχικό στάδιο, η χώρα αναμένεται να στραφεί σε εισαγωγές, πιθανώς από την Τουρκία ή το Ισραήλ, προκειμένου να επιταχύνει την επιχειρησιακή ετοιμότητα.
Οι εξελίξεις αυτές έρχονται εν μέσω κλιμακούμενης έντασης με την Κίνα. Οι πρόσφατες ασκήσεις κινεζικών αεροπλανοφόρων κοντά στη νοτιοδυτική Ιαπωνία και το περιστατικό εγκλωβισμού ραντάρ σε ιαπωνικό αεροσκάφος προκάλεσαν έντονη αντίδραση του Τόκιο, το οποίο ενισχύει πλέον τις δομές ανάλυσης και παρακολούθησης της κινεζικής στρατιωτικής δραστηριότητας στον Ειρηνικό. Το Πεκίνο, από την πλευρά του, κατηγορεί την Ιαπωνία ότι απομακρύνεται από την πορεία της ειρηνικής ανάπτυξης και κινείται προς μια επικίνδυνη στρατιωτική κλιμάκωση.
Παράλληλα, το Τόκιο επιδιώκει να ενισχύσει την εγχώρια αμυντική βιομηχανία μέσω διεθνών συνεργασιών. Για το 2026 προβλέπεται σημαντική χρηματοδότηση για την από κοινού ανάπτυξη μαχητικού αεροσκάφους νέας γενιάς με τη Βρετανία και την Ιταλία, με στόχο την επιχειρησιακή ένταξη το 2035, καθώς και για έρευνα σε drones με τεχνητή νοημοσύνη. Η πρόσφατη επιλογή της Mitsubishi Heavy Industries από την Αυστραλία για την αναβάθμιση φρεγατών ενισχύει περαιτέρω το αποτύπωμα της Ιαπωνίας στην παγκόσμια αμυντική αγορά.
Συνολικά, ο νέος αμυντικός σχεδιασμός αποτυπώνει μια σαφή και ιστορική μετατόπιση: η Ιαπωνία εγκαταλείπει σταδιακά τη στενή ερμηνεία της μεταπολεμικής αυτοάμυνας και διαμορφώνει ένα πιο ενεργό και τεχνολογικά προηγμένο στρατιωτικό προφίλ στην ευρύτερη περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού.