Νέες αποκαλύψεις βλέπουν το «φως» της δημοσιότητας σχετικά με τη δράση των αρχαιοκαπήλων που δραστηριοποιούνταν σε πολλές περιοχές τις χώρας.
Οι δράστες προέβαιναν σε παράνομες ανασκαφές σε αρχαιολογικούς χώρους κυρίως στην περιοχή του Θυρρείου Αιτωλοακαρνανίας και πουλούσαν τα αρχαία σε οίκους δημοπρασιών στο Μόναχο της Γερμανίας.
Συγκεκριμένα, με τη χρήση των ανιχνευτών μετάλλων, πραγματοποιούσαν «έρευνες» κατά τις οποίες εντόπιζαν τα αρχαία νομίσματα. Στη συνέχεια, είτε διά ζώσης είτε σε φωτογραφίες, έδειχναν τα αρχαία που είχαν εντοπίσει σε αλλά μέλη τις οργάνωσης που ήταν επιφορτισμένα με ρόλο «μεσάζοντα» και προέβαιναν στην αρχική εκτίμηση της αξίας τους, αναλαμβάνοντας την πώλησή τους.

Οι μεσάζοντες έχοντας εκτιμήσει την αξία των αρχαίων, έρχονταν σε επαφή με τον υποψήφιο αγοραστή με τον οποίο συνεργάζονταν ανά περίπτωση, του περιέγραφαν κωδικοποιημένα τις αρχαιότητες ή του έστελναν φωτογραφίες αυτών μέσω διαδικτυακών εφαρμογών και αν οι δύο πλευρές συμφωνούσαν στην προσφερόμενη τιμή, ολοκλήρωναν την αγοραπωλησία. Αυτοί ήταν οι επονομαζόμενοι «αρχηγοί».
Οι «αρχηγοί» αγόραζαν τις αρχαιότητες και τις παρέδιδαν σε οίκους δημοπρασιών ή σε συνεργούς τους με σκοπό την πώλησή τους. Ενας εξ αυτών ήταν ένας άνδρας που συγκέντρωνε τα αρχαία νομίσματα, ταξίδευε στο Μόναχο και μέσω ενός γνωστού που είχε, τα πωλούσε σε οίκους δημοπρασιών.
Ο αρχαιοφύλακας
Μεταξύ των κατηγορουμένων είναι και ένας αρχαιοφύλακας, εργαζόμενος στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Αιτωλοακαρνανίας, όπου σύμφωνα με πληροφορίες φέρεται να έκλεψε ένα αγαλματίδιο δισκοβόλου και το πούλησε για 5.000 ευρώ στα μέλη της οργάνωσης.
Η επικοινωνία μεταξύ των μελών πραγματοποιούνταν κυρίως με συναντήσεις διά ζώσης σε προκαθορισμένα σημεία, ενώ σε τηλεφωνικές συνομιλίες χρησιμοποιούσαν κωδικοποιημένες εκφράσεις και ορολογία που είχαν συμφωνήσει σε προγενέστερο χρόνο και οι οποίες πολλές φορές παρέπεμπαν σε αντικείμενα που έχουν σχέση είτε με τη νόμιμη επαγγελματική τους δραστηριότητα είτε με αντικείμενα που απαντώνται στις αντίστοιχες περιοχές.
Χαρακτηριστικές είναι κάποιες από τις μεταξύ τους συνομιλίες.
Το ταξίδι στη Γερμανία λεγόταν «πάμε στα κορίτσια» και οι «Αθηναίες κοπέλες» ήταν στατήρες με παραστάσεις της Θεάς Αθηνάς.
«Κούτσουρα» ονομάζονταν τα νομίσματα που δεν ήταν σε καλή κατάσταση, ενώ «άσπρα» έλεγαν τα ασημένια νομίσματα, «κίτρινα» τα χρυσά, «πράσινα» ή «κόκκινα» λέγονταν τα χάλκινα νομίσματα.
Οταν αναφέρονταν σε άλλα αρχαία αντικείμενα χρησιμοποιούνταν ονομασίες όπως «τσίπουρο», «τρακτέρ», «μπάλες τριφύλλι».
Αρχαιοκάπηλος στην Ελλάδα βρήκε δουλειά σε οίκο δημοπρασιών στη Γερμανία.
Σε έναν οίκο δημοπρασίας εξωτερικού διαπιστώθηκε να εργάζεται Ελληνας, ο οποίος έχει απασχολήσει κατά το παρελθόν για παρόμοια υπόθεση. Συγκεκριμένα, είχε συλληφθεί στη χώρα μας για αρχαιοκαπηλία και πλέον εργαζόταν ως συνεργάτης οίκου δημοπρασιών στο Μόναχο. Μέσω του συγκεκριμένου άνδρα, όπως προέκυψε, φέρεται να διακινούνταν τα αρχαία νομίσματα που έφταναν στη Γερμανία.
Πηγή: kathimerini.gr