Η Ρωσία θα χρειαστεί χρόνια για να αντικαταστήσει τα βομβαρδιστικά αεροσκάφη που μπορούν να φέρουν πυρηνικά όπλα και επλήγησαν το περασμένο Σαββατοκύριακο από ουκρανικά drone, σύμφωνα με δυτικούς στρατιωτικούς αναλυτές.
Δορυφορικές εικόνες από αεροπορικές βάσεις στη Σιβηρία και στον ρωσικό βορρά δείχνουν εκτεταμένες ζημιές από τις επιθέσεις, με αρκετά αεροσκάφη να έχουν καταστραφεί ολοσχερώς από φωτιά αν και υπάρχουν αντικρουόμενες αναφορές για τον ακριβή αριθμό των κατεστραμμένων αεροσκαφών.
Οι ΗΠΑ εκτιμούν ότι έως και 20 πολεμικά αεροσκάφη επλήγησαν, περίπου τα μισά απ’ όσα δήλωσε ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ενώ περίπου 10 καταστράφηκαν ολοσχερώς, σύμφωνα με πηγές του Reuters.
Η ρωσική κυβέρνηση διέψευσε την Πέμπτη ότι καταστράφηκαν αεροσκάφη και υποστήριξε πως οι ζημιές θα επισκευαστούν. Ωστόσο, Ρώσοι στρατιωτικοί bloggers ανέφεραν απώλειες ή σοβαρές ζημιές σε περίπου δώδεκα αεροπλάνα, κατηγορώντας τους ανώτερους διοικητές για αμέλεια.
Οι επιθέσεις, αποτέλεσμα 18μηνης επιχείρησης των ουκρανικών υπηρεσιών πληροφοριών με την ονομασία «Ιστός της Αράχνης», με drones που μεταφέρθηκαν κοντά στις βάσεις κρυμμένα μέσα σε φορτηγά, προκάλεσαν ισχυρό πλήγμα στην εικόνα της Ρωσίας που καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου επικαλούνταν την πυρηνική της ισχύ.
Στην πράξη, ωστόσο, οι ειδικοί εκτιμούν ότι οι απώλειες δεν επηρεάζουν σοβαρά τη δυνατότητα της Ρωσίας για πυρηνικό πλήγμα, η οποία βασίζεται κυρίως σε επίγεια και υποβρύχια συστήματα πυραύλων.
Ωστόσο, τα βομβαρδιστικά Tu-95MS Bear-H και Tu-22M3 Backfire, που επλήγησαν, αποτελούσαν μέρος ενός στόλου αεροπορίας μεγάλου βεληνεκούς, τον οποίο η Ρωσία χρησιμοποιεί ευρέως στον πόλεμο για να εκτοξεύει συμβατικούς πυραύλους κατά ουκρανικών πόλεων, στρατιωτικών εγκαταστάσεων, βιομηχανιών, υποδομών ενέργειας και άλλων στόχων, σύμφωνα με τον Τζάστιν Μπρονκ, αεροπορικό αναλυτή στο RUSI (Royal United Services Institute) του Λονδίνου.
Ο ίδιος στόλος πραγματοποιεί επίσης τακτικά περιπολίες στον Αρκτικό, τον Βόρειο Ατλαντικό και τον Βόρειο Ειρηνικό, ως επίδειξη ισχύος απέναντι σε δυτικούς αντιπάλους της Ρωσίας.
Ο Μπρονκ εκτίμησε ότι, όταν ξεκίνησε η εισβολή στην Ουκρανία το 2022, η Ρωσία διέθετε περίπου 50–60 Bear-H, 60 Backfire και περίπου 20 βαρέα πυρηνικά βομβαρδιστικά Tu-160M Blackjack.
Υπολογίζει πως η Ρωσία έχει πλέον χάσει πάνω από το 10% του συνδυασμένου στόλου Bear-H και Backfire, λαμβάνοντας υπόψη τις απώλειες του περασμένου Σαββατοκύριακου αλλά και άλλες κατά τη διάρκεια του πολέμου είτε από κατάρριψη είτε από χτυπήματα ενώ βρίσκονταν στο έδαφος.
«Αυτές οι απώλειες ασκούν τεράστια πίεση σε μια κρίσιμη δύναμη της ρωσικής πολεμικής αεροπορίας που ήδη επιχειρούσε στα όρια των δυνατοτήτων της», δήλωσε ο Μπρονκ στο Reuters.
Καθυστερήσεις και αδιέξοδα στα ρωσικά εξοπλιστικά προγράμματα
Η αντικατάσταση των βομβαρδιστικών που επλήγησαν από τα ουκρανικά drone θεωρείται εξαιρετικά δύσκολη. Τα Tu-95MS Bear-H και Tu-22M3 Backfire σχεδιάστηκαν κατά τη σοβιετική εποχή και δεν κατασκευάζονται πλέον εδώ και δεκαετίες, επισημαίνει ο Ντάγκλας Μπάρι, ειδικός στην αεροναυπηγική στο International Institute for Strategic Studies (IISS) στο Λονδίνο. Αν και τα υπάρχοντα αεροσκάφη έχουν αναβαθμιστεί με την πάροδο των ετών, η παραγωγή νέων μοντέλων του ίδιου τύπου είναι πολύ απίθανη, ενώ δεν είναι σαφές αν η Ρωσία διαθέτει εφεδρικά αεροπλάνα.
Οι δυτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας έχουν ως στόχο τον περιορισμό εισαγωγής εξαρτημάτων κρίσιμων για τα αεροπορικά συστήματα, όπως οι μικροεπεξεργαστές, που είναι ζωτικής σημασίας. Αν και η Μόσχα έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να βρει εναλλακτικές πηγές, αυτό γίνεται με δυσκολία, προσθέτει ο Μπάρι.
Η Ρωσία εστιάζει πλέον στον εκσυγχρονισμό του στόλου των βαρέων βομβαρδιστικών Tu-160M Blackjack, με τον Βλαντίμιρ Πούτιν να στέλνει πέρσι ένα συμβολικό μήνυμα στη Δύση, πραγματοποιώντας πτήση 30 λεπτών με ένα τέτοιο αεροσκάφος και δηλώνοντας ότι είναι έτοιμο για επιχειρησιακή χρήση.
Ωστόσο, η παραγωγή νέων Blackjack προχωρά με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς, καθώς σύμφωνα με Ρώσο στρατιωτικό blogger, η παραγωγή δεν ξεπερνά τα τέσσερα αεροσκάφη ετησίως. Ταυτόχρονα, η πρόοδος στην ανάπτυξη του νέου βομβαρδιστικού PAK DA επόμενης γενιάς είναι επίσης εξαιρετικά αργή.
Η Ομοσπονδία Αμερικανών Επιστημόνων (FAS) ανέφερε σε πρόσφατη έκθεσή της ότι η Ρωσία υπέγραψε συμβόλαιο με την Tupolev για την κατασκευή του PAK DA ήδη από το 2013, αλλά σύμφωνα με ρωσικά ΜΜΕ, οι κρατικές δοκιμαστικές πτήσεις αναμένονται το 2025 και η πιλοτική παραγωγή δεν πρόκειται να ξεκινήσει πριν το 2027.
Αν και θεωρητικά η Μόσχα θα είχε κάθε λόγο να επισπεύσει την ανάπτυξη του PAK DA, είναι αμφίβολο αν διαθέτει τις δυνατότητες να το κάνει, σχολιάζει ο Χανς Κρίστενσεν, διευθυντής του Nuclear Information Project της FAS. Όπως είπε, η Ρωσία αντιμετωπίζει καθυστερήσεις και σε άλλες μεγάλες αμυντικές πρωτοβουλίες, όπως το νέο διηπειρωτικό βαλλιστικό σύστημα Sarmat.
Ακόμη πιο επιφυλακτικός εμφανίζεται ο Τζάστιν Μπρονκ του RUSI, ο οποίος εκτιμά ότι η Ρωσία δύσκολα θα καταφέρει να υλοποιήσει το πρόγραμμα PAK DA εντός της επόμενης πενταετίας, πόσο μάλλον να το επιταχύνει. Οι λόγοι, σύμφωνα με τον ίδιο είναι δημοσιονομικά ελλείμματα, περιορισμοί στις πρώτες ύλες και τεχνολογικές ελλείψεις εξαιτίας των κυρώσεων που πλήττουν τη ρωσική αμυντική βιομηχανία.