Τα μεσάνυχτα της 26ης προς την 27η Ιουνίου του 2015 η… περήφανη διαπραγμάτευση και η δημιουργική ασάφεια της… δρακογενιάς του ΣΥΡΙΖΑ τίναζε στο αέρα τη χώρα με την απόφαση του Αλέξη Τσίπρα να προχωρήσει σε ένα δημοψήφισμα προκειμένου να χτυπήσει τα νταούλια για να χορέψουν οι αγορές.
Ο Αλέξης Τσίπρας, που σήμερα κάνει rebranding και reloading για νέο κόμμα προκειμένου να «ηγηθεί» της Κεντροαριστεράς και να σώσει τη χώρα, ο Γιάνης –με ένα ν– Βαρουφάκης, που φέρεται να έχει πει στη σύζυγό του εκείνες τις ημέρες τη φράση «αγάπη μου, έκλεισα τις τράπεζες», η Ζωή Κωνσταντοπούλου –η οποία έχει σήμερα δικό της κόμμα και δηλώνει έτοιμη να κυβερνήσει– και όσοι βρίσκονται στη Νέα Αριστερά έχοντας φύγει από τον ΣΥΡΙΖΑ, έστειλαν την Ελλάδα στον γκρεμό.
Η χώρα δεν πτώχευσε χάριν των προσπαθειών του –και σήμερα– κεντρικού τραπεζίτη Γιάννη Στουρνάρα, τον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ για κάποιον λόγο θέλησε να εκδικηθεί εμπλέκοντας τον ίδιο και τη σύζυγό του στη σκευωρία της Νovartis, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να τον διώξουν στη συνέχεια από την Τράπεζα της Ελλάδος.
O διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος άλλωστε είχε προειδοποιήσει την κυβέρνηση πως παίρνει ένα τεράστιο ρίσκο λίγα 24ωρα πριν, όταν του ζητήθηκε να απευθύνει αίτημα για αύξηση του έκτακτου μηχανισμού παροχής ρευστότητας στις τράπεζες, κάτι που φυσικά δεν έγινε αποδεκτό, κατάφερε όμως να διατηρηθεί στο υφιστάμενο ύψος η παροχή ρευστότητας σώζοντας ουσιαστικά τη χώρα από μια χρεοκοπία και την έξοδο από το ευρώ.
Οι συνομιλίες είχαν οδηγηθεί σε αδιέξοδο, καθώς οι πιστωτές (η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, οι αποκαλούμενοι «θεσμοί» ή προηγουμένως «Τρόικα») παρέμεναν ανυποχώρητοι σε μέτρα λιτότητας. Το δεύτερο πρόγραμμα στήριξης της Ελλάδας έληγε στις 30 Ιουνίου, και τυχόν μη επίτευξη συμφωνίας θα άφηνε τη χώρα χωρίς χρηματοδοτική προστασία, με ορατό τον κίνδυνο χρεοκοπίας. Πράγματι, οι διαπραγματεύσεις στις 25-26 Ιουνίου στις Βρυξέλλες κατέληξαν σε τελεσίγραφο προς την Αθήνα: αποδεχθείτε τη νέα πρόταση μέτρων ή το πρόγραμμα λήγει.
Μπροστά στο αδιέξοδο και την προοπτική ενός επώδυνου συμβιβασμού, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας αποφάσισε έναν πολιτικό αιφνιδιασμό: να μεταφέρει την ευθύνη της απόφασης στον λαό. Η ιδέα ενός δημοψηφίσματος για τις απαιτήσεις των δανειστών ήταν πρωτοφανής για τα σύγχρονα δεδομένα της Ελλάδας – θα ήταν το πρώτο πανεθνικό δημοψήφισμα μετά το 1974 (όταν είχε τεθεί το πολιτειακό ζήτημα της βασιλείας) και το μόνο που δεν αφορούσε μορφή πολιτεύματος στη νεότερη ιστορία. Η πρωτοβουλία αυτή εξέπληξε πολλούς τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδας, καθώς μέχρι τότε θεωρείτο αδιανόητο ένα δημοψήφισμα για θέματα οικονομικής πολιτικής εν μέσω προγράμματος διάσωσης.
Η ανακοίνωση του δημοψηφίσματος
Τις πρώτες πρωινές ώρες της 27ης Ιουνίου 2015, λίγο μετά τα μεσάνυχτα, ο Αλέξης Τσίπρας απηύθυνε τηλεοπτικό διάγγελμα στον ελληνικό λαό όταν και ανακοίνωσε αιφνιδίως τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος την επόμενη Κυριακή, 5 Ιουλίου 2015, με ερώτημα την αποδοχή ή απόρριψη της πρότασης συμφωνίας που είχαν καταθέσει οι θεσμοί στην Ελλάδα στις 25 Ιουνίου.
«Μας ζήτησαν να εφαρμόσουμε τα μνημόνια, στόχος τους είναι η ταπείνωση του ελληνικού λαού. Η ευθύνη απέναντι στη χώρα μάς υποχρεώνει να απαντήσουμε στο τελεσίγραφο…», τόνισε ο κ. Τσίπρας, παρουσιάζοντας το διακύβευμα ως θέμα εθνικής αξιοπρέπειας. Κοιτώντας την κάμερα, έθεσε στον λαό το δίλημμα με δραματικούς τόνους: «Αποφασίστε κυρίαρχα και περήφανα, όπως προστάζει η ιστορία του ελληνικού λαού. Στον αυταρχισμό στείλτε απάντηση δημοκρατίας».
Δείτε βίντεο με το διάγγελμα Τσίπρα:
Το ερώτημα του δημοψηφίσματος ήταν αρκετά τεχνικό και εκτενές: αφορούσε το αν πρέπει να γίνει αποδεκτό το «Σχέδιο Συμφωνίας» των τριών θεσμών (ΕΕ, ΕΚΤ, ΔΝΤ) όπως προτάθηκε στο Eurogroup της 25/6/2015, με δύο συνημμένα κείμενα (σχετικά με μεταρρυθμίσεις και ανάλυση βιωσιμότητας χρέους). Στην πράξη, όμως, συνοψιζόταν σε ένα «Ναι» ή «Όχι» στην πρόταση των δανειστών.
Η κυβέρνηση ξεκαθάρισε ότι η ίδια τάσσεται υπέρ του «Όχι», δηλαδή της απόρριψης των όρων, επιδιώκοντας με ένα ισχυρό λαϊκό «όχι» να ενισχύσει τη διαπραγματευτική της θέση. Από την άλλη, προειδοποίησε ότι μια νίκη του «Ναι» θα σήμαινε αποδοχή νέας λιτότητας. Αξίζει να σημειωθεί ότι η απόφαση για δημοψήφισμα πάρθηκε μονομερώς από την ελληνική πλευρά – ο κ. Τσίπρας δεν είχε προϊδεάσει τους Ευρωπαίους ομολόγους του, ούτε ζήτησε προηγούμενα έγκριση από το Eurogroup για παράταση του προγράμματος πέραν της 30ής Ιουνίου. Αυτό έκανε την εξαγγελία ακόμη πιο δραματική και αιφνίδια, με πολλούς να μιλούν για κίνηση-σοκ που αιφνιδίασε την Ευρώπη.
Οι πολίτες τρέχουν στα ΑΤΜ
Η αντίδραση των πολιτών ήταν άμεση. Η είδηση του δημοψηφίσματος έπεσε σαν βόμβα στα μέσα ενημέρωσης και διαδόθηκε διεθνώς μέσα στη νύχτα. Πολλοί Έλληνες, ξαφνιασμένοι και ανήσυχοι, έτρεξαν αμέσως στα ATM για να σηκώσουν χρήματα, υπό τον φόβο τραπεζικού πανικού. Ήδη από τα ξημερώματα του Σαββάτου, σχηματίστηκαν ουρές σε ΑΤΜ στην Αθήνα, καθώς η αβεβαιότητα άρχισε να γεννά φόβο στην κοινωνία.
Οι πρώτες αυτές εικόνες έδωσαν το στίγμα μιας πρωτόγνωρης κατάστασης: ο δρόμος προς το δημοψήφισμα θα ήταν μια πορεία σε ναρκοπέδιο, με την ελληνική οικονομία και κοινωνία σε αναταραχή.
Η απόφαση της Βουλής και η σύμπλευση με τη Χρυσή Αυγή
Η προκήρυξη δημοψηφίσματος, σύμφωνα με το Σύνταγμα, απαιτούσε την έγκριση της Βουλής των Ελλήνων. Έτσι, μέσα στην ίδια ημέρα (27 Ιουνίου 2015), συγκλήθηκε εκτάκτως ολομέλεια της Βουλής σε θυελλώδη συνεδρίαση. Ύστερα από πολύωρη συζήτηση που συνεχίστηκε ως αργά το βράδυ, το σώμα ενέκρινε τελικά τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος. Η ψηφοφορία κατέγραψε 178 ψήφους υπέρ και 120 κατά, ενώ υπήρξαν και δύο απόντες βουλευτές.
Το αποτέλεσμα αυτό σήμαινε μια ευρεία –και μάλλον ασυνήθιστη– πλειοψηφία υπέρ της πρότασης, που υπερέβη τα όρια της κυβερνητικής δύναμης. Συγκεκριμένα, υπέρ ψήφισαν οι βουλευτές των κομμάτων της κυβέρνησης (ΣΥΡΙΖΑ και Ανεξάρτητοι Έλληνες), αλλά και το σύνολο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Χρυσής Αυγής, η οποία τάχθηκε υπέρ του δημοψηφίσματος. Αντιθέτως, τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης –η Νέα Δημοκρατία, το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι και το ΚΚΕ– ψήφισαν «κατά», εκφράζοντας από την αρχή την έντονη αντίθεσή τους.
Η σύμπλευση της Χρυσής Αυγής με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στο ζήτημα αυτό σχολιάστηκε έντονα. Η κυβέρνηση πάντως πανηγύρισε το αποτέλεσμα. Ο τότε Υπουργός Επικρατείας και στενός συνεργάτης του πρωθυπουργού, Νίκος Παππάς, εξερχόμενος δήλωσε χαρακτηριστικά: «Σήμερα ξημερώνει μία υπέροχη ημέρα», εκφράζοντας την ικανοποίηση του Μαξίμου για την απόφαση της Βουλής. Ήταν φανερό ότι για την κυβέρνηση η 5η Ιουλίου θα ήταν μια «γιορτή της Δημοκρατίας», όπου ο λαός θα εξέφραζε τη βούλησή του ελεύθερα.
Κριτική από Σαμαρά, «το δίλημμα είναι εντός ή εκτός ευρώ»
Από την άλλη πλευρά, στην αίθουσα της ολομέλειας κατά τη συζήτηση επικράτησε ένταση. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Αντώνης Σαμαράς (πρώην πρωθυπουργός και τότε πρόεδρος της ΝΔ), εξαπέλυσε σφοδρή επίθεση στην κυβέρνηση κατηγορώντας την ότι οδηγεί τη χώρα σε καταστροφή. «Ο ελληνικός λαός στο δημοψήφισμα δεν θα αποφασίσει το “ναι” ή το “όχι” στη λιτότητα, αλλά το “ναι” ή το “όχι” στο ευρώ», προειδοποίησε ο κ. Σαμαράς, θεωρώντας πως το πραγματικό δίλημμα ήταν η παραμονή ή όχι στην Ευρωζώνη. Χαρακτήρισε το δημοψήφισμα «παρωδία» και εκτίμησε ότι η πρόταση Τσίπρα «σέρνει τη χώρα εκτός Ευρώπης». Απευθυνόμενος στον πρωθυπουργό, είπε: «Υποσχεθήκατε καλύτερη συμφωνία και φέρνετε χειρότερη από κάθε μνημόνιο, οδηγώντας την Ελλάδα εκτός ευρώ». Ο κ. Σαμαράς κατέληξε ότι η κυβέρνηση απέτυχε παταγωδώς και ότι το δημοψήφισμα θα κρίνει την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, καλώντας τους πολίτες να στηρίξουν το «Ναι» ώστε να αποφευχθεί η έξοδος από το κοινό νόμισμα.
Σκληρή κριτική άσκησαν και οι άλλοι αρχηγοί της αντιπολίτευσης: στελέχη του ΠΑΣΟΚ, του Ποταμιού και του ΚΚΕ μίλησαν για αντισυνταγματική ενέργεια, σημειώνοντας ότι το Σύνταγμα απαγορεύει δημοψηφίσματα για δημοσιονομικά ζητήματα. Το ΚΚΕ μάλιστα χαρακτήρισε το δίλημμα κάλπικο, προτρέποντας τους ψηφοφόρους να ρίξουν άκυρο ή να απέχουν, αφού θεωρούσε ότι τόσο το «Ναι» όσο και το «Όχι» θα οδηγούσαν σε μνημόνιο.
Διεθνείς αντιδράσεις, έβγαλαν εκτός eurogroup τον Βαρουφάκη
Η απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να προσφύγει στις κάλπες τάραξε την Ευρώπη. Οι εταίροι εμφανίστηκαν αιφνιδιασμένοι και ενοχλημένοι.
Λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση Τσίπρα, το Eurogroup συνήλθε εκτάκτως, αρχικά με τη συμμετοχή του τότε Υπουργού Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη. Οι Υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης απέρριψαν το ελληνικό αίτημα για ολιγοήμερη παράταση του προγράμματος, κλείνοντας την πόρτα σε οποιαδήποτε διευκόλυνση μέχρι το δημοψήφισμα. Μάλιστα, οι υπόλοιποι 18 υπουργοί συνέχισαν τη συνεδρίαση χωρίς την Ελλάδα – μια πρωτοφανής κίνηση – ώστε να συζητήσουν πώς θα θωρακιστεί η Ευρωζώνη έναντι ενός ελληνικού σοκ.
Ο πρόεδρος του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ, δήλωσε ότι λυπάται για την εξέλιξη και πως «είναι μια θλιβερή μέρα για την Ελλάδα» μετά την απόφαση να διακοπούν οι διαπραγματεύσεις.
Τη Δευτέρα 29 Ιουνίου, λίγο πριν λήξει τυπικά το πρόγραμμα, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλωντ Γιούνκερ έδωσε δραματική συνέντευξη τύπου στις Βρυξέλλες. «Το μομέντουμ για συμφωνία καταστράφηκε μονομερώς από την ανακοίνωση του δημοψηφίσματος και την απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να υποστηρίξει το “όχι”» ανέφερε με έντονη δυσφορία. Ο κ. Γιούνκερ τόνισε ότι αισθάνεται «προδομένος» από την κίνηση της Αθήνας, σημειώνοντας πως οι συζητήσεις διακόπηκαν βίαια.
Άλλοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, όπως ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, δήλωσαν ότι η Ελλάδα ουσιαστικά επέλεξε να διακόψει τις συνομιλίες και ότι το δημοψήφισμα αφορούσε «ναι ή όχι στο ευρώ». Σε πιο σκληρό τόνο, ο πρωθυπουργός της Σλοβακίας Ρόμπερτ Φίτσο είπε ότι «οι Έλληνες τρελάθηκαν αν νομίζουν πως θα εκβιάσουν την Ευρώπη με ένα δημοψήφισμα». Πέραν της πολιτικής ηγεσίας, όμως, και οι διεθνείς αγορές αντέδρασαν νευρικά: τα διεθνή χρηματιστήρια κατέγραψαν πτώση και ο φόβος του Grexit (της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ) επανήλθε δριμύτερος.
Τα διεθνή μέσα ενημέρωσης κάλυψαν δραματικά τις εξελίξεις. Πρακτορεία ειδήσεων μετέδιδαν τίτλους όπως «Η Ελλάδα στο χείλος της εξόδου από την Ευρωζώνη», υπογραμμίζοντας ότι το ρίσκο μιας χρεοκοπίας και μιας πιθανής εξόδου από το ευρώ ήταν πλέον ορατό όσο ποτέ.
Πανικός στους πολίτες και capital controls
Οι εικόνες με τις ουρές πανικού στα ελληνικά ATM έκαναν τον γύρο του κόσμου, προκαλώντας ανησυχία για τραπεζικό bank run. Μπροστά σε αυτές τις συνθήκες, την Κυριακή 28 Ιουνίου, η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε να προχωρήσει σε κλείσιμο των τραπεζών (τραπεζική αργία) και έλεγχο κεφαλαίων (capital controls). Επιβλήθηκε όριο αναλήψεων (60 ευρώ την ημέρα) και περιορίστηκαν οι κινήσεις κεφαλαίων προς το εξωτερικό, μέτρα πρωτόγνωρα για χώρα της ευρωζώνης.
Οι κεφαλαιακοί έλεγχοι τέθηκαν σε ισχύ από τη Δευτέρα 29 Ιουνίου, και οι τράπεζες παρέμειναν κλειστές για όλη την εβδομάδα πριν το δημοψήφισμα. Τα γεγονότα αυτά έφεραν μεγάλο σοκ στην καθημερινότητα των Ελλήνων και δίχασαν ακόμη περισσότερο την κοινή γνώμη.
Αντιδράσεις και πόλωση στην Ελλάδα
Η προοπτική του δημοψηφίσματος δίχασε βαθιά την ελληνική κοινωνία, σε μια εβδομάδα έντονης πόλωσης που ακολούθησε. Από τη μία πλευρά, η κυβέρνηση και οι υποστηρικτές του «Όχι» παρουσίαζαν το δημοψήφισμα ως μια κορυφαία δημοκρατική στιγμή, καλώντας τον λαό να υψώσει το ανάστημά του.
Στους δρόμους οργανώθηκαν συγκεντρώσεις υπέρ του «Όχι», με συνθήματα κατά της λιτότητας και της «ταπείνωσης» της χώρας. «Στις 5 Ιουλίου γράφουμε ιστορία – Όχι» ήταν το μήνυμα που προέβαλε η καμπάνια του κυβερνώντος κόμματος, με τον ίδιο τον κ. Τσίπρα να συμμετέχει σε συλλαλητήρια καλώντας τον κόσμο να απορρίψει τον εκβιασμό των δανειστών. Το αφήγημα της κυβέρνησης ήταν ότι το «Όχι» δεν ισοδυναμεί με ρήξη με την Ευρώπη, αλλά θα ενδυναμώσει τη διαπραγματευτική θέση της χώρας για μια καλύτερη συμφωνία.
Από την άλλη πλευρά, οι υποστηρικτές του «Ναι» –στην πλειονότητά τους προερχόμενοι από την αντιπολίτευση – υποστήριζαν ότι το πραγματικό δίλημμα ήταν «Μέσα ή έξω από το ευρώ». Για αυτούς, ένα «Όχι» ισοδυναμούσε με απομόνωση της χώρας και πιθανή έξοδο από την ΕΕ. Σε όλη τη χώρα διοργανώθηκαν επίσης μεγάλες συγκεντρώσεις υπέρ του «Ναι», με κορώνες υπέρ της ευρωπαϊκής προοπτικής της Ελλάδας. Η αντιπολίτευση κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι θέτει σε κίνδυνο τη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη «για ιδεοληψίες».
Ενώ η κυβέρνηση μιλούσε για αξιοπρέπεια, οι αντίπαλοί της μιλούσαν για καταστροφή: ο Αντώνης Σαμαράς σε δραματικούς τόνους δήλωνε πως «το όχι σημαίνει δραχμή και φτώχεια». Παράλληλα, σχεδόν το σύνολο των ιδιωτικών μέσων ενημέρωσης τάχθηκε ανοικτά υπέρ του «Ναι», με συνεχείς εκπομπές και πρωτοσέλιδα περί κινδύνου Grexit και εθνικής τραγωδίας. Αυτό πυροδότησε κατηγορίες από την άλλη πλευρά για εκστρατεία φόβου και προπαγάνδα υπέρ των μνημονιακών πολιτικών. Το κλίμα τις ημέρες πριν το δημοψήφισμα ήταν εκρηκτικό, με τις δύο πλευρές να ανταλλάσσουν βαριές κουβέντες και την κοινωνία να βιώνει έναν πρωτοφανή διχασμό.
Η ιστορική σημασία και τα επακόλουθα
Το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015 διεξήχθη κανονικά, καταγράφοντας μια από τις πιο καθοριστικές στιγμές στη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Η συμμετοχή των πολιτών ήταν υψηλή (62,5%).
Το αποτέλεσμα ήταν ένας θρίαμβος του κυβερνητικού στρατοπέδου: το 61,31% των ψηφοφόρων ψήφισε «Όχι», απορρίπτοντας την πρόταση των θεσμών, ενώ 38,69% ψήφισε «Ναι». Το «Όχι» επικράτησε σε όλες τις εκλογικές περιφέρειες της χώρας, στέλνοντας ηχηρό μήνυμα. Το πολιτικό σοκ ήταν τεράστιο.
Το ίδιο βράδυ, ο Αντώνης Σαμαράς ανακοίνωσε την παραίτησή του από την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας, αναλαμβάνοντας την ευθύνη για την ήττα της γραμμής του «Ναι». Εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες που στήριξαν το «Όχι» ξεχύθηκαν στους δρόμους, κυρίως στην Αθήνα και άλλες μεγάλες πόλεις, πανηγυρίζοντας το αποτέλεσμα με ελληνικές σημαίες και συνθήματα.
Η ατμόσφαιρα το βράδυ εκείνο ήταν ηλεκτρισμένη – πολλοί ένιωσαν ότι γράφεται ιστορία, ότι η Ελλάδα όρθωσε ανάστημα απέναντι στη λιτότητα.
Το όχι που έγινε ναι
Ωστόσο, οι εξελίξεις μετά το δημοψήφισμα επιφύλασσαν μια αντιστροφή πρωτοφανή. Παρά τη σαφή λαϊκή εντολή για απόρριψη των όρων, η κυβέρνηση Τσίπρα μέσα σε λίγες ημέρες επέστρεψε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Με τις τράπεζες σε ασφυξία και την οικονομία παραλυμένη, ο πρωθυπουργός βρέθηκε μπροστά σε πολύ σκληρά διλήμματα από τους Ευρωπαίους. Τελικά, τη νύχτα της 12ης προς 13η Ιουλίου 2015, ύστερα από έναν μαραθώνιο στις Βρυξέλλες, ο κ. Τσίπρας συμφώνησε σε ένα νέο πακέτο διάσωσης – το τρίτο μνημόνιο – με όρους ακόμη αυστηρότερους από εκείνους που είχαν απορρίψει οι ψηφοφόροι στο δημοψήφισμα.
Η στροφή αυτή χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως «kolotoumba», δηλαδή θεαματική κυβίστηση: η κυβέρνηση, ενώ είχε υποστηρίξει το «Όχι», βρέθηκε να υπογράφει συμφωνία λιτότητας λίγο αργότερα.
Ο ίδιος ο Υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης, ένθερμος υποστηρικτής του «Όχι», παραιτήθηκε την επομένη του δημοψηφίσματος, ανοίγοντας τον δρόμο για αυτή τη μεταστροφή στην προσέγγιση της κυβέρνησης. Το τρίτο μνημόνιο εγκρίθηκε τον Αύγουστο του 2015 από τη Βουλή, αλλά προκάλεσε διάσπαση στον ΣΥΡΙΖΑ (περίπου 40 βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος διαφώνησαν), οδηγώντας τον κ. Τσίπρα να προκηρύξει πρόωρες εκλογές τον Σεπτέμβριο του 2015.
Σε ιστορικό επίπεδο, το δημοψήφισμα του 2015 άφησε βαθύ αποτύπωμα. Ήταν η κορύφωση της ελληνικής κρίσης χρέους και συγχρόνως ανέδειξε τον έντονο διχασμό στην ελληνική κοινωνία. Πολλοί το είδαν ως μια πράξη αντίστασης και διεκδίκησης της λαϊκής κυριαρχίας απέναντι στην ευρωπαϊκή οικονομική ορθοδοξία. Άλλοι το χαρακτήρισαν ανεύθυνο τυχοδιωκτισμό που κόστισε ακριβά στην οικονομία και έφερε τη χώρα στο χείλος του Grexit.
Το βέβαιο είναι ότι η εβδομάδα από τις 27 Ιουνίου έως τις 5 Ιουλίου 2015 υπήρξε μια από τις πιο δραματικές της μεταπολιτευτικής Ελλάδας – «μια εβδομάδα του φόβου και των κλειστών τραπεζών», όπως γράφτηκε χαρακτηριστικά
Ο διχασμός έγινε κεντρική πολιτική γραμμή προκειμένου να καλυφθούν οι εγκληματικές ενέργειες που οδήγησαν τη χώρα στο χείλος της αβύσσου και στην εφαρμογή ενός τρίτου μνημονίου που υπεγράφη από ΝΔ και ΠΑΣΟΚ δεδομένου ότι στην πορεία ο Αλέξης Τσίπρας έχασε ουσιαστικά τη δεδηλωμένη με τις αποχωρήσεις βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ από το κόμμα. Είχε προηγηθεί μια 17ωρη διαπραγμάτευση και ένας… έρπης.
Εν τέλει, η κυβέρνηση Τσίπρα, παρά την αλλαγή πορείας, παρέμεινε στην εξουσία και κέρδισε εκ νέου τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, εφαρμόζοντας όμως πλέον μνημονιακές πολιτικές. Η Ελλάδα πέτυχε να αποφύγει την έξοδο από το ευρώ, αλλά πλήρωσε βαρύ τίμημα σε ύφεση και νέα μέτρα.
Οι μνήμες, δέκα χρόνια μετά, παραμένουν νωπές. Και μπορεί οι σύντροφοι του Αλέξη Τσίπρα και ο ίδιος να επιθυμούν στο μέλλον την επάνοδο στην εξουσία, εν τούτοις οι ουρές στα ΑΤΜ, οι λιποθυμίες συνταξιούχων μπροστά από τις τράπεζες και οι στοχοποιήσεις πολιτικών αντιπάλων που ακολούθησαν θα συντροφεύουν πάντα αυτούς που θέλησαν με αυταπάτες να χτυπούν τα νταούλια για να χορεύουν οι αγορές…