Μια ανελέητη σύγκρουση, η οποία ξεκίνησε την 7η Οκτωβρίου 2023, απειλώντας να βάλει φωτιά στη Μέση Ανατολή, τώρα, με την αποφασιστική και καταλυτική παρέμβαση του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, φαίνεται να μπαίνει υπό έλεγχο. Δημιουργούνται πλέον ελπίδες και προσδοκίες για ένα οριστικό τέλος του αέναου κύκλου βίας και τίθενται οι προϋποθέσεις για οριστική ρύθμιση του Παλαιστινιακού και αναδιάταξη του χάρτη στη Μέση Ανατολή. Το ερώτημα στην Ιστορία ήταν πάντα αν ένα «λουτρό αίματος» μπορεί να αποτελέσει τη βάση για μια μόνιμη ειρήνη και αυτό είναι πλέον το μεγάλο στοίχημα στη Γάζα μετά από δύο χρόνια πολέμου που άλλαξαν το σκηνικό στην περιοχή.
Χρειάστηκαν δύο χρόνια μετά την πρωτοφανή και απάνθρωπη σφαγή αθώων Ισραηλινών πολιτών από τη Χαμάς, την οποία ακολούθησε μια άνευ προηγουμένου πολεμική επιχείρηση εναντίον της Χαμάς και των Παλαιστινίων της Γάζας με το δυσανάλογο τίμημα των περίπου 65.000 νεκρών και την ισοπέδωση της Λωρίδας, η οποία την καθιστά μη βιώσιμη, για να εμφανιστεί ο Τραμπ με τη φιλοδοξία διεκδίκησης του βραβείου Νόμπελ Ειρήνης, αλλά και για να τακτοποιήσει ανοιχτούς λογαριασμούς του για τη Νέα Μέση Ανατολή, ώστε να μπει τέλος στη σφαγή.
Χρησιμοποιώντας τη συναλλακτική αντίληψη που τον χαρακτηρίζει, ο Αμερικανός πρόεδρος δεν χαρίστηκε σε κανέναν. Απείλησε ευθέως τη Χαμάς με «την κόλαση των κολάσεων» αν δεν δεχόταν τη συμφωνία, ενώ άσκησε πιέσεις και στον ίδιο τον ισραηλινό πρωθυπουργό, υποχρεώνοντάς τον να πει «ναι» στη συμφωνία και να αντιληφθεί ότι η άλλη επιλογή θα οδηγούσε στον αποκλεισμό του Ισραήλ από κάθε αμερικανική στήριξη.
Ετσι, με την παρέμβαση δυνάμεων που συνεργάστηκαν με τις ΗΠΑ, πρωτίστως την Αίγυπτο και το Κατάρ, αλλά και την Τουρκία, ο Τραμπ μπορεί να καυχηθεί ότι είναι ο «πρόεδρος της ειρήνης», κατορθώνοντας κάτι που φάνταζε εξαιρετικά δύσκολο.
Βεβαίως, όλα αυτά είναι μόνο ένα πρώτο βήμα. Ομως, για πρώτη φορά ίσως μετά το Οσλο (1993 και 1995), υπάρχει προοπτική πάνω στα ερείπια και τους χιλιάδες νεκρούς και πάνω στην κατεστραμμένη ψευδαίσθηση, από τη μία πλευρά της εξαφάνισης του εβραϊκού κράτους και, από την άλλη, της εκδίωξης των Παλαιστινίων, να διαμορφωθεί ένα μεγάλο σχέδιο που θα οδηγήσει σε οριστική επίλυση του Παλαιστινιακού.
Εάν η Χαμάς είχε στόχο την 7η Οκτωβρίου 2023 να οδηγήσει το Ισραήλ σε στρατηγική ήττα, απέτυχε παταγωδώς. Αντίθετα, μετά από μια μοιραία διετία, υπέγραψε η ίδια τον «θάνατό» της ως κυρίαρχης δύναμης στη Γάζα. Η Χαμάς είχε μια ευκαιρία, όταν το Ισραήλ είχε αποσυρθεί από τη Γάζα (2005) και η οργάνωση κέρδισε τις εκλογές, να αναδειχθεί σε κυρίαρχο πολιτικό παράγοντα απέναντι στην Παλαιστινιακή Αρχή και τη Φατάχ. Προτίμησε, όμως, την ένοπλη αντίσταση που στόχευε στην εξάλειψη του Ισραήλ. Στο τέλος, αυτό που πέτυχε ήταν να ξαναφέρει με ορμή το Παλαιστινιακό στο επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος και να κερδίσει τη συμπάθεια της παγκόσμιας κοινής γνώμης ο παλαιστινιακός λαός, με το μεγάλο κόστος των σχεδόν 67.000 νεκρών και τη διάλυση κάθε τύπου υποδομής στη Γάζα και την εξόντωση της ηγεσίας της.
Αποκλεισμός της Χαμάς
Η συμφωνία εκεχειρίας έχει ως βασική προϋπόθεση τον αποκλεισμό της Χαμάς από τη μελλοντική διακυβέρνηση της Γάζας και τον αφοπλισμό της. Και μια Χαμάς χωρίς όπλα είναι ουσιαστικά νεκρή Χαμάς.
Οι Παλαιστίνιοι της Γάζας, παρά τη ριζοσπαστικοποίηση στην οποία οδήγησε η σφοδρότητα της αντεπίθεσης του Ισραήλ, προφανώς δεν έχουν άλλη ελπίδα παρά τη σταδιακή προσαρμογή σε νέες συνθήκες και τη διεκδίκηση εκπροσώπησής τους μέσω ειρηνικών και δημοκρατικών διαδικασιών. Είναι σαφές ότι κάθε προσπάθεια επιστροφής στην ένοπλη βία θα έχει ολέθρια αποτελέσματα. Εξάλλου, η 7η Οκτωβρίου δεν ήταν απλώς ένα ξέσπασμα υπερηφάνειας και αντίστασης των Παλαιστινίων, αλλά ένα υποκινούμενο χτύπημα στα θεμέλια του μεγάλου στρατηγικού οράματος της Νέας Μέσης Ανατολής, που δρομολογήθηκε με τις Συνθήκες του Αβραάμ στο τέλος της προηγούμενης θητείας Τραμπ.
Η επίθεση της Χαμάς συνέβη ενώ βρισκόταν κοντά στην ολοκλήρωσή της η διαδικασία για την αναγνώριση του Ισραήλ από τη Σαουδική Αραβία και ενώ είχε τεθεί σε κίνηση το μεγαλεπήβολο σχέδιο IMEC για διασύνδεση της Ινδίας με τις χώρες του Κόλπου, το Ισραήλ και την Ευρώπη μέσω και της Ελλάδας. Ενα σχέδιο που δημιουργούσε εναλλακτική οδό σύνδεσης του Παγκόσμιου Νότου στη Νοτιοανατολική Ασία με τη Δύση, αποδυναμώνοντας έτσι το αντίπαλο δέος του κινεζικού «Belt and Road». Το Ισραήλ βγαίνει εντελώς αλλαγμένο από αυτή την κρίση. Για πρώτη φορά η χώρα διαπίστωσε ότι η «ασφάλειά» της δεν είναι πλέον αδιαπέραστη, ούτε η πολεμική της μηχανή αήττητη. Δύο χρόνια καταιγιστικών βομβαρδισμών και στρατιωτικών επιχειρήσεων δεν ήταν αρκετά για να διαλύσουν τη Χαμάς και να απελευθερώσουν τους ομήρους. Και μια οικονομία που πριν από δύο χρόνια ήταν ακμαία δεν θα άντεχε εύκολα έναν τρίτο χρόνο πολέμου χωρίς την απόλυτη στήριξη των ΗΠΑ.
Το Ισραήλ και ειδικά ο Νετανιάχου πέτυχαν, σε αυτή τη μεγάλη αναταραχή, να σπάσουν μεγάλα ταμπού και να επιφέρουν, για πρώτη φορά σε συνεργασία με τις ΗΠΑ, πλήγματα στο πυρηνικό οπλοστάσιο του Ιράν, καθώς και να αποδυναμώσουν τη Χεζμπολάχ στον Λίβανο και να επιφέρουν σημαντικά πλήγματα στους Χούθι στην Υεμένη, χτυπώντας έτσι τους proxies του Ιράν. Τα δύο χρόνια του πολέμου στη Γάζα αφήνουν το Ισραήλ σε ένα πιο ασφαλές περιβάλλον, εφόσον βεβαίως αυτή η εκεχειρία ανοίξει τον δρόμο για μια οριστική επίλυση του παλαιστινιακού ζητήματος
Ομως η ζυγαριά έχει και την άλλη πλευρά. Το Ισραήλ, για πρώτη φορά στην ιστορία του, είναι απομονωμένο. Κατηγορείται για γενοκτονία, έχει πυροδοτήσει κύμα αντισημιτισμού σε όλο τον κόσμο, και έτσι έχει προς το παρόν χάσει το ηθικό πλεονέκτημα που απολάμβανε λόγω των ενοχών της διεθνούς κοινότητας για το Ολοκαύτωμα, το μεγαλύτερο «όπλο» του μέχρι σήμερα. Το rebranding του Ισραήλ θα είναι μια πολύ δύσκολη και χρονοβόρα διαδικασία.
Η επιβίωσή του σε ένα εξαιρετικά αφιλόξενο περιβάλλον προϋποθέτει τη συνύπαρξη με τους Παλαιστίνιους. Αυτή όμως η συνύπαρξη υπονομεύτηκε πλήρως από το πλήγμα της 7ης Οκτωβρίου και τη δυσανάλογη απάντηση του Ισραήλ τα επόμενα δύο χρόνια.
Οποιαδήποτε εκεχειρία είναι προφανές ότι δεν αρκεί. Για μια μόνιμη ειρήνευση απαιτείται, πρωτίστως, η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης. Και αυτό είναι ίσως το πιο δύσκολο κομμάτι του Σχεδίου Τραμπ.
Η πολύτιμη για το Ισραήλ κοινωνική συνοχή έχει διαρραγεί και η τύχη του Νετανιάχου θα κριθεί στις επόμενες εκλογές, που πιθανότατα θα γίνουν εντός ενός χρόνου, με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό να θέλει να ξεχαστεί η ήττα του ισραηλινού κράτους την 7η Οκτωβρίου, αλλά και η αποτυχία επιστροφής όλων των ομήρων ζωντανών. Ο Νετανιάχου θα θελήσει να έχει στα χέρια του ένα ισχυρό χαρτί, το οποίο όμως δεν είναι αυτή η συμφωνία εκεχειρίας...
Νέες ισορροπίες
Η διαμόρφωση μιας αραβο-μουσουλμανικής συμμαχίας για την επιτήρηση και την εγγύηση εφαρμογής της συμφωνίας έχει κρίσιμο ρόλο και για τις νέες ισορροπίες στην περιοχή. Στις τελικές συνομιλίες στο Σαρμ Ελ Σέιχ συμμετείχαν εκπρόσωποι και επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών της Αιγύπτου, του Κατάρ και της Τουρκίας, και οι τρεις χώρες απέσπασαν τα εύσημα του Ντόναλντ Τραμπ. Είναι εντυπωσιακό ότι, τελικά, χώρες που διατηρούσαν σχέσεις με τη Χαμάς και συχνά βρέθηκαν στο στόχαστρο της κριτικής, εξαργυρώνουν τώρα την υποστήριξη που προσέφεραν στην τρομοκρατική οργάνωση (τουλάχιστον το Κατάρ και η Τουρκία) με την αναγνώριση του ρόλου τους στην εκεχειρία από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Βεβαίως, όταν έρθει η ώρα να τεθεί το ερώτημα «ποιος πληρώνει για την ειρήνη», όλα τα βλέμματα θα στραφούν προς τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, που προς το παρόν φαίνονται να βρίσκονται εκτός παιχνιδιού.
Οπως εκτός παιχνιδιού βρέθηκαν και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και ο ίδιος ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο, καθώς τον κεντρικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις είχαν οι άνθρωποι γύρω από τον Τραμπ. Εξάλλου, στο Σαρμ Ελ Σέιχ ταξίδεψαν ο στενός συνεργάτης του Στιβ Γουίτκοφ και ο γαμπρός του Αμερικανού προέδρου Τζάρεντ Κούσνερ.
Η Αίγυπτος και ο πρόεδρος Σίσι είναι εμφανώς κερδισμένοι από την εξέλιξη. Ο ίδιος ο Αιγύπτιος πρόεδρος, όπως και ο υποδιοικητής των Μυστικών Υπηρεσιών, στρατηγός Αχμέντ Αμπντέλ Χαλέκ, ο οποίος θεωρείται ο αρχιτέκτονας της συμφωνίας και των διαπραγματεύσεων με τη Χαμάς, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο, έχοντας σε μεγάλο βαθμό και την εμπιστοσύνη των Ισραηλινών.
Η Αίγυπτος, καθ’ όλη τη διετία του πολέμου, κατάφερε να κρατήσει μια εξαιρετικά λεπτή ισορροπία: στήριξε τους Παλαιστίνιους, απέτρεψε τη μαζική έξοδό τους από τη Γάζα, και ταυτόχρονα απέφυγε τη ρήξη με το Ισραήλ, διατηρώντας λειτουργικές σχέσεις ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές. Αυτός ο ρόλος της αναγνωρίζεται τώρα, και η Αίγυπτος εμφανίζεται με ιδιαίτερα ενισχυμένο διπλωματικό κεφάλαιο. Στο παιχνίδι μπήκε βεβαίως και η Τουρκία, όπως είχε διαφανεί από την πρόσκληση που απηύθυνε ο Ταγίπ Ερντογάν στη διάσκεψη που συγκάλεσε ο Τραμπ στη Νέα Υόρκη, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ. Η Τουρκία διατηρούσε ανοιχτούς διαύλους με τη Χαμάς, και οι εγγυήσεις που προσφέρει η παρουσία της, όπως και του Κατάρ, στις διαδικασίες ειρήνευσης είναι αποδεκτές από τη Χαμάς. Οπως δήλωσε και ο ίδιος ο Ερντογάν, η χώρα του είναι έτοιμη να συμβάλει με κάθε τρόπο. Πιθανότατα, όταν χρειαστούν δυνάμεις για τη στελέχωση της Δύναμης Σταθεροποίησης, η Τουρκία θα είναι από τις πρώτες χώρες που θα ανταποκριθούν.
Η Τουρκία και ο Ερντογάν ενισχύουν έτσι τη διεθνή τους θέση μέσω της κρίσης της Γάζας και της διαδικασίας εκεχειρίας και εφαρμογής του Σχεδίου Τραμπ. Παράλληλα, διευκολύνεται η συνεργασία και η αποκατάσταση των σχέσεων με την Αίγυπτο, ενώ ανοίγουν αναγκαστικά και πάλι δίαυλοι επικοινωνίας με το Ισραήλ.
Μένει να αποδειχθεί το επόμενο διάστημα αν αυτό που ζητούσε ο Τραμπ από τον Ερντογάν, όπως είχε δηλώσει στην Ουάσινγκτον κατά τη συνάντησή τους, δηλαδή η αποφασιστική συμβολή του Τούρκου προέδρου στην υλοποίηση του σχεδίου για τη Γάζα, θα αποτελέσει και το «κλειδί» για να ξανανοίξει το ζήτημα των F-35.
Πυλώνας το Κατάρ
Οσο για το Κατάρ, παραμένει βασικός πυλώνας της αμερικανικής παρουσίας στη Μέση Ανατολή. Ωστόσο, φαίνεται πως θα χρειαστεί αναδιάταξη των ισορροπιών, καθώς οι δύο άλλες δυνάμεις της περιοχής, τα ΗΑΕ και η Σαουδική Αραβία, πιθανότατα θα αισθανθούν παραγκωνισμένες και ενδέχεται να αναβιώσουν φοβικά σύνδρομα απέναντι στην προσπάθεια του Κατάρ να κυριαρχήσει στον αραβικό κόσμο. Το σχέδιο εκεχειρίας και ειρήνευσης του Ντόναλντ Τραμπ έχει ακόμη πολλά εμπόδια να ξεπεράσει, καθώς όλα θα κριθούν στην εφαρμογή του, σε ένα περιβάλλον όπου λείπει η εμπιστοσύνη και το οποίο παραμένει ευάλωτο σε «προβοκάτσιες».
Ο αφοπλισμός της Χαμάς, που αποτελεί κόκκινη γραμμή για την οργάνωση, καθώς και ο ρυθμός αποχώρησης των δυνάμεων του Ισραήλ, θα είναι ένα πρώτο μεγάλο αγκάθι. Η διακυβέρνηση της Γάζας, ο ρόλος των ξένων δυνάμεων και προσωπικοτήτων στο Συμβούλιο της Ειρήνης, οι ισορροπίες με την Παλαιστινιακή Αρχή και οι εγγυήσεις ασφάλειας που απαιτεί η Χαμάς είναι ζητήματα που θα παραμείνουν ανοιχτά και κάθε παρεκτροπή θα μπορούσε να οδηγήσει εκ νέου σε επικίνδυνες και αποσταθεροποιητικές συγκρούσεις.
Οσο κι αν φάνταζε απίθανο πριν από μερικούς μήνες, η παρουσία του Τραμπ στον Λευκό Οίκο και η αποφασιστικότητά του, μέσα από μια αντισυμβατική προσωπική διπλωματία, ίσως αποτελεί τη μοναδική ελπίδα εδώ και χρόνια να ξεκινήσει ένας δύσκολος δρόμος που θα μπορούσε να οδηγήσει στην ειρήνευση στη Μέση Ανατολή. Ενας δύσκολος δρόμος, αλλά και η μοναδική ευκαιρία για μια νέα αρχή.
Πηγή: protothema.gr