Όσοι Ρώσοι στρατιώτες αιχμαλωτίζονται στην Ουκρανία και επιστρέφουν στην πατρίδα τους αντιμετωπίζουν ένα σκληρό και συχνά επικίνδυνο «ταξίδι» πίσω στη ζωή τους. Ένας μεσήλικας στρατιώτης, που απελευθερώθηκε νωρίτερα φέτος, τηλεφώνησε στην οικογένειά του για να τους ενημερώσει ότι ήταν ζωντανός και πίσω στη Ρωσία, ελπίζοντας να γιορτάσει τα γενέθλια του γιου του. Τελικά, αντί για χαρά, βρέθηκε ξανά στο μέτωπο και οι συγγενείς του φοβούνται πλέον ότι μπορεί να έχει σκοτωθεί.
Η ρωσική πολιτική απέναντι στους επιστρέφοντες αιχμαλώτους χαρακτηρίζεται από δυσπιστία, τιμωρία και καχυποψία. Πριν καν φτάσουν στις μονάδες τους, οι στρατιώτες προειδοποιούνται να αυτοκτονήσουν με χειροβομβίδα παρά να αιχμαλωτιστούν, ενώ η επιστροφή τους συνοδεύεται από εβδομάδες ανακρίσεων από την FSB, τη στρατιωτική εισαγγελία και την Ερευνητική Επιτροπή. Οι οικογένειες περιγράφουν την εμπειρία ως «κύκλο της κόλασης».
Οι στρατιώτες που παραδίδονται βρίσκονται αντιμέτωποι με ποινικοποίηση της εθελοντικής παράδοσης, αποκόπτονται από μισθούς και επιδόματα, και συχνά επιστρέφουν στο μέτωπο χωρίς όπλα ή ανατίθενται σε δευτερεύουσες, εξαντλητικές εργασίες. Όσοι δεν εμπνέουν πλέον εμπιστοσύνη θεωρούνται «χαμένοι» ή «προδότες», θυμίζοντας πρακτικές της σοβιετικής εποχής.
Η εμπειρία τους είναι τόσο τραυματική που μερικές οικογένειες προτιμούν να παραμείνουν τα παιδιά τους αιχμάλωτοι στην Ουκρανία, όπου αντιμετωπίζονται πιο ανθρώπινα και, σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορούν να αποκτήσουν υπηκοότητα. Η αντίθεση της Ρωσίας στις Συμβάσεις της Γενεύης για τη χρήση πρώην αιχμαλώτων σε ενεργό στρατιωτική υπηρεσία δημιουργεί μια εικόνα επιστροφής που συχνά σημαίνει νέες ταπεινώσεις και θανάσιμο κίνδυνο.
Η Wall Street Journal καταγράφει μια αλυσίδα περιπτώσεων όπου οι επιστρέφοντες στρατιώτες αντιμετωπίζουν ανακρίσεις, απομόνωση, ποινές και απειλές, με την πραγματικότητα της επιστροφής να μετατρέπεται σε μια νέα μάχη, αυτή τη φορά εντός της ίδιας της Ρωσίας.