Ενδεχόμενο για 10.000 απολύσεις στην Credit Suisse - Task Force ζητά η Ένωση Ελβετικών Τραπεζοϋπαλλήλων

 
Credit Suisse

Ενημερώθηκε: 22/03/23 - 12:55

Της Δάφνης Γρηγοριάδη*

Κύμα απολύσεων προβλέπεται μετά την συγχώνευση της Credit Suisse με την UBS. Σύμφωνα με έκθεση του Γραφείου Οικονομικών & Εμπορικών Υποθέσεων, της Πρεσβείας της Ελλάδος στη Βέρνη, η UBS απασχολεί 21.000 υπαλλήλους στην Ελβετία και λειτουργεί περίπου 200 υποκαταστήματα.

Η CS απασχολεί 16.000 άτομα και λειτουργεί σχεδόν 100 υποκαταστήματα. Είναι βέβαιο ότι θα διακυβευθούν πολλές θέσεις εργασίας, ιδίως στην CS, αν σκεφτεί κανείς τις δραστηριότητες των κεντρικών γραφείων για την παγκόσμια επιχείρηση, αλλά και τις πολλές επικαλύψεις που θα υπάρξουν στα υποκαταστήματα. Εκτιμήσεις ομιλούν για ενδεχόμενη απώλεια έως και 10.000 θέσεων εργασίας της CS και η Ένωση Ελβετικών Τραπεζοϋπαλλήλων (SBPV) ζητά, ήδη, τον άμεσο διορισμό ειδικής Task Force.

Ωστόσο, η συμφωνία εξαγοράς αποφέρει και πλεονεκτήματα στη UBS. Καταρχάς, διευρύνει περαιτέρω την ισχυρή της θέση ως νούμερο ένα στην παγκόσμια διαχείριση πλούτου. Στον τομέα αυτό, η CS είναι σήμερα η δεύτερη παγκοσμίως, αν εξαιρέσει κανείς τις ΗΠΑ. Διαθέτει σημαντική πελατειακή βάση στην Ασία, τη Λατινική Αμερική και τη Μέση Ανατολή.

Η UBS επιδιώκει ήδη να εκμεταλλευτεί πλήρως το πλεονέκτημα μεγέθους της, φέρνοντας σε επαφή πλούσιους πελάτες και παρόχους χρηματοοικονομικών προϊόντων.

Η φήμη του ελβετικού χρηματοπιστωτικού κέντρου

Έχει δεχθεί σοβαρό πλήγμα το ελβετικό banking, το οποίο μπορεί να αποδεικνυόταν καταστροφικό, εάν η CS εισερχόταν σε κατάσταση εκκαθάρισης, προκαλώντας αλυσιδωτές αντιδράσεις στο ελβετικό χρηματοπιστωτικό τοπίο που θα θύμιζαν τη «Lehmann Brothers».

Σε μια τέτοια περίπτωση, οι πελάτες από την Ασία ή τη Λατινική Αμερική, για παράδειγμα, δεν θα μπορούσαν πλέον να βασίζονται στο ότι μια ελβετική τράπεζα είναι ασφαλής από μόνη της, με άγνωστες συνέπειες και για τις λοιπές ελβετικές τράπεζες που θα υπέφεραν επίσης, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό.

Οι Ελληνικές καταθέσεις στο ελβετικό τραπεζικό σύστημα

Σύμφωνα με διαχειριστές επενδυτικών κεφαλαίων, υπολογίζεται περίπου ότι στην CS βρίσκονται 50 δισ. ευρώ ελληνικές καταθέσεις.

Αν μας έλεγε κανείς πριν από μερικούς μήνες ότι οι Έλληνες καταθέτες θα μετέφεραν τα χρήματά τους στις ελληνικές τράπεζες διότι θεωρούνται ασφαλέστερες από τις ελβετικές, θα λέγαμε ότι πρόκειται για σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Η ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών ενισχύεται ακόμη περισσότερο μετά από αυτή την εξέλιξη, κάνοντας να αναθεωρήσουν όσους σκόπευαν να μεταφέρουν χρήματα σε ξένα τραπεζικά ιδρύματα.

Άμεσες επενδύσεις Ελβετίας – Ελλάδας

Σύμφωνα με το Γραφείο Οικονομικών & Εμπορικών Υποθέσεων, της Πρεσβείας της Ελλάδος στη Βέρνη, τα πλέον πρόσφατα ελβετικά στοιχεία της SNB δείχνουν ότι το 2021, το απόθεμα των ελβετικών ΑΞΕ στην Ελλάδα ανήλθε σε 1,197 δισ. CHF (+1,3%), μοιάζοντας να αναχαιτίζει την πτωτική τάση της τελευταίας πενταετίας.

Αυτό φαίνεται να επιβεβαιώνεται και με την αναστροφή της αρνητικής τάσης της τριετίας 2018-2020 στις ελβετικές ροές, οι οποίες το 2021 ανήλθαν σε +96,2 εκατ. CHF.

Ομοίως θετική εικόνα παρουσιάζεται στα ελβετικά έσοδα, με 73,2 εκατ. CHF, χωρίς να φτάνει όμως τα επίπεδα των προηγούμενων ετών, προ πανδημίας. Υπάρχουν δεκάδες ελβετικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. Ενδεικτικά, ορισμένες από αυτές είναι: Novartis, UBS, Credit Suisse, Roche, Kraft/Suchard, Atel, Nestlé, Alpiq, Egon Zehnder, Atel. Aco, Frnake, Sika, Schindler, Serono, Syngenta, ABB, Kuoni, Landis & Gyr, Publicitas, Roche, SGS, The Swatch Group και σχετικά πρόσφατα η Emil Frey Group.

Ελβετικά στοιχεία για ελληνικές ΑΞΕ στην Ελβετία δεν υφίστανται, καθώς ο αριθμός των ελληνικών ΑΞΕ στην Ελβετία είναι σταθερά πολύ μικρός (<5) ή μηδενικός,επομένως η δημοσίευση των στοιχείων αυτών απαγορεύεται από την εγχώρια ελβετική νομοθεσία.

Σημειώνεται πως υφίσταται μεγάλη απόκλιση μεταξύ ελβετικών και ελληνικών στατιστικών στοιχείων (ΤτΕ) που αφορούν στις άμεσες επενδύσεις εκατέρωθεν, οι οποίες μπορεί να οφείλονται, ξεχωριστά ή σωρευτικά, σε διάφορους λόγους: κάλυψης πληθυσμού, αποτίμησης και μεθοδολογίας. Η διερεύνηση και διευκρίνιση των διαφορών αυτών αποτελεί στόχο του Γραφείου ΟΕΥ Βέρνης για το 2023, προκειμένου να αποσαφηνισθεί καθαρότερα η διμερής εικόνα, μεταξύ Ελλάδας και Ελβετίας, στις άμεσες επενδύσεις, εκατέρωθεν.

*Η Δάφνη Γρηγοριάδη είναι Οικονομική Αναλύτρια.

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ