Ο πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, έχει οικοδομήσει στενές σχέσεις με ηγέτες όπως ο Βλαντιμίρ Πούτιν, ο Σι Τζινπίνγκ και ο Αλί Χαμενεΐ, οι οποίοι υποστηρίζουν το καθεστώς του Νικολάς Μαδούρο στη Βενεζουέλα. Οι διμερείς σχέσεις Τουρκίας–Βενεζουέλας ενισχύθηκαν από το 2016 και ειδικά από το 2018, όταν ο όγκος του εμπορίου αυξήθηκε σε πάνω από 1,1 δισεκατομμύρια δολάρια, με στόχο να φτάσει τα 5 δισεκατομμύρια δολάρια σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
Η στήριξη της Τουρκίας δεν περιορίζεται στις δημόσιες δηλώσεις αλληλεγγύης. Μέσω επενδύσεων στους τομείς του φυσικού αερίου, των πετροχημικών και της εξόρυξης, η Άγκυρα ενισχύει οικονομικά τη Βενεζουέλα, παρακάμπτοντας διεθνείς κυρώσεις και υποστηρίζοντας την επιβίωση του καθεστώτος. Κορυφαίο παράδειγμα είναι η συμμετοχή τουρκικών εταιρειών στη χρυσομεταλλευτική δραστηριότητα στην περιοχή Orinoco Mining Arc, που παρά τη δημόσια έμφαση στη νομιμότητα, τροφοδοτεί την κρατική διαφθορά και ενισχύει τη βία κατά των πολιτών.
Η συνεργασία περιλαμβάνει επίσης τη διευκόλυνση παράνομης διακίνησης ναρκωτικών και την προώθηση του χρυσού της Βενεζουέλας στο εξωτερικό, ενισχύοντας τα έσοδα του καθεστώτος ενώ οι πολίτες υποφέρουν από πείνα και έλλειψη βασικών αγαθών. Η Τουρκία έχει μετατραπεί σε κρίσιμο διαμετακομιστικό κόμβο για κοκαΐνη, με τις κατασχέσεις να υποδεικνύουν ότι η χώρα λειτουργεί κυρίως ως κόμβος διέλευσης παρά κατανάλωσης.
Το δίκτυο συνεργασίας Τουρκίας–Βενεζουέλας ενισχύει τη θέση του Μαδούρο, παράγει σοβαρά προβλήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, υπονομεύει το διεθνές καθεστώς κυρώσεων και επιτρέπει σε άλλους κακοδιαχειριστές παγκοσμίως να αμφισβητούν τη συμμόρφωση με τις κυρώσεις. Αν και δεν είναι σαφές αν η τουρκική κυβέρνηση συμμετέχει άμεσα στη διακίνηση ναρκωτικών, η στήριξή της στο καθεστώς Μαδούρο καθιστά τη χώρα θεμελιώδη παράγοντα στην επιβίωση και την επέκταση των παράνομων δραστηριοτήτων του καθεστώτος.