Το παρασκήνιο για την πιθανότητα αγοράς Eurofighter από την Τουρκία και η θερμή υποδοχή του προκλητικού Ακάρ από τον Βρετανό ομόλογό του

 
Eurofighter

Ενημερώθηκε: 07/10/22 - 00:23

Η επίσημη επίσκεψη του Υπουργού Άμυνας της Τουρκίας και πρώην Γενικού Επιτελάρχη του Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας του, Στρατηγού ε.α. Χουλουσί Ακάρ, στο Λονδίνο, ένα μόλις 24ωρο μετά τις προκλητικές δηλώσεις του, περί οδηγιών που έχει δώσει στο Ναυτικό και στην Αεροπορίας του για την αντιμετώπιση των Ελλήνων στο Αιγαίο και για το ότι «είτε θα γίνουν βετεράνοι, είτε μάρτυρες», δεν είναι ούτε «τυχαία», ούτε βέβαια μπορεί να παραβλεφθεί από ελληνικής πλευράς.

Επίσης δεν είναι δυνατόν να παραβλεφθούν οι θερμοί εναγκαλισμοί του με τον Βρετανό ομόλογό του Μπεν Ουάλλας, που συνοδεύονταν με ασπασμούς! Μάλιστα αμέσως μετά την υποδοχή του, οι δύο άντρες μετέβησαν πεζοί και συζητώντας στο χώρο όπου ο Τούρκος Υπουργός επιθεώρησε ένα λόχο των φημισμένων Γρεναδιέρων της Φρουράς (Grenadiers Guards), με τα κόκκινα χιτώνια και τα δερμάτινα μαύρα καπέλα τους από δέρμα αρκούδας, οι οποίοι μάλιστα ανήκαν στο ιστορικό Σύνταγμα των Coldstreams, που συνοδεύονταν από τη Μουσική της Μονάδος! Τέτοια θερμότητα υποδοχής σπανίως συναντάται σε επισκέψεις άλλων υπουργών αμύνης άλλων φίλων και συμμάχων της Βρετανίας κρατών στο ΝΑΤΟ και σε άλλους διεθνείς Οργανισμούς.

Γιατί άραγε η θερμότητα αυτή;

Εκτιμάται ότι αυτή οφείλεται σε μία σειρά σοβαρών πολιτικών, διπλωματικών, στρατιωτικών και οικονομικών λόγων.

Η Βρετανία, όπως και η Τουρκία άλλωστε (μαζί με την Ελλάδα) είναι «εγγυήτριες δυνάμεις» της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπου – ειρήσθω εν παρόδω – η μεν Τουρκία κατέχει παρανόμως περίπου το 30% του βορείου τμήματος της νήσου, ως προϊόν της παράνομης εισβολής του καλοκαιριού του 1974, η δε Βρετανία περίπου το 4% του Κυπριακού εδάφους, νομίμως, βάση της ιδρυτικής συνθήκης της Κυπριακής Δημοκρατίας του Λονδίνου του 1960, με δύο τεράστιες και στρατηγικής σημασίας στρατιωτικές βάσεις, της Δεκέλειας και του Ακρωτηρίου, οι οποίες μάλιστα έχουν το χαρακτηρισμό ως “sovereign soil” (=κυρίαρχο έδαφος), δηλαδή αντίστοιχο του βρετανικού …Μητροπολιτικού εδάφους! Επομένως, παραδοσιακά, Λονδίνο και Άγκυρα, συνεργάζονται πολύ στενά και για πολλούς – και διαφορετικούς μεταξύ τους – λόγους.

Ως γνωστόν, σήμερα, η Βρετανία ΔΕΝ είναι πλέον μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επομένως, ΔΕΝ δεσμεύεται από αποφάσεις της ΕΕ που είναι ευνοϊκές για την Ελλάδα και την Κύπρο, μέλη της ΕΕ, και, κατ’αντιστροφή, δυσμενείς για την Τουρκία. Αντίθετα, και οι δύο χώρες είναι μέλη και σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ, που επίσης μπορεί να αποτελέσει μιας πρώτης τάξης ευκαιρία (και προκάλυμμα) για μια στενότερη συνεργασία, ιδίως στον στρατιωτικό/αμυντικό τομέα.

Η Βρετανία είναι ο επικεφαλής της κατασκευαστικής κοινοπραξίας του μαχητικού EF-2000, αποτελούμενο επίσης από τη Γερμανία, την Ιταλία και την Ισπανία, χώρες-κλειδιά της ΕΕ, που η μεν πρώτη αποκαλεί ως “Typhoon”, οι δε τρεις άλλες χώρες-μέλη της ΕΕ ως “Eurofighter”. Τώρα λοιπόν που η Τουρκία έχει βρεθεί μπροστά σε έναν «ανυπέρβλητο τοίχο» από τις ΗΠΑ, αναφορικά με τα προγράμματα αποκτήσεως του μαχητικού τεχνολογίας “stealth” F-35A, της αγοράς 40 μαχητικών F-16V (=Viper) καθώς και της αγοράς 81 «κιτ» αναβάθμισης ισάριθμων μαχητικών της F-16 Block.50 σε επίπεδο F-16V, εξαιτίας της αποκτήσεως από μέρους της του ρωσικού συστήματος S-400 αλλά και της συνεχιζόμενης έντασης στις σχέσεις της με την Ελλάδα και τις προκλήσεις της στον αέρα του Αιγαίου με τις υπερπτήσεις που δεν σταματούν, φαίνεται πως ήλθε η ώρα – κατά την Άγκυρα – να παίζει το χαρτί του Γιουροφάϊτερ.

Άλλωστε το έχει δηλώσει περισσότερες από μία φορά και ο ίδιος ο Πρόεδρος Ερντογάν λέγοντας ότι «αν οι ΗΠΑ δεν μας δώσουν τα F-16 και τα F-35 που χρειαζόμαστε τότε η Τουρκία θα τα αποκτήσει από άλλες πηγές». Εννοώντας προφανώς Ρωσία και Κίνα, αλλά ουσιαστικώς πρωτίστως τη Βρετανία με το Γιουροφάϊτερ και δευτερευόντως τη Σουηδία, με το JAS-39E/F Gripen.

Τυχόν επιλογή μιας από τις δύο πρώτες χώρες (Ρωσία – Κίνα) θα παρουσιάσει τα ίδια ακριβώς διπλωματικά/πολιτικά προβλήματα για τους Τούρκους, που έχει παρουσιάσει ως τώρα και η απόκτηση των S-400. Επιπλέον δε κανένα από τα Ρωσικά ή Κινεζικά μαχητικά δεν είναι πιστοποιημένα για δυτικά όπλα και ηλεκτρονικά ή διασυνδεδεμένα με το δυτικό σύστημα αεράμυνας που χρησιμοποιείται από το ΝΑΤΟ. Επομένως, αποτέλεσμα μηδέν.

Αντίθετα, τυχόν απόκτηση είτε μαχητικών της κοινοπραξίας EF-2000, είτε σουηδικών JAS-39, μετά την πρόσφατη άρση από πλευράς Σουηδίας του εμπάργκο όπλων προς την Τουρκία, θα προσφέρει στην Άγκυρα – αν βεβαίως υλοποιηθεί η αγορά – αεροσκάφη δυτικής σχεδίασης και φιλοσοφίας, απόλυτα συμβατών και επιχειρησιακών εντός ΝΑΤΟ, παρακάμπτοντας έτσι τον αμερικανικό «σκόπελο». Βεβαίως δεν συγκρίνονται με τα Rafale ή τα F-16V και πολύ περισσότερο με τα F-35, αλλά σίγουρα αποτελούν μία «εύκολη λύση» με πολλά πολιτικά/διπλωματικά πλεονεκτήματα για την Άγκυρα.

Ταυτόχρονα, και όσον αφορά την τυχόν απόκτηση των EF-2000, ακριβώς επειδή είναι προϊόν κοινοπραξίας τεσσάρων χωρών, τρεις από τις οποίες είναι βασικά μέλη της ΕΕ, θα επιφέρει ταυτόχρονα και μία «μίνι-διάσπαση» στην ενότητα αντιμετωπίσεως της Τουρκίας από την ΕΕ, καθώς τα λεφτά είναι πάρα πολλά για να αγνοηθούν εύκολα από Γερμανία, Ιταλία και Ισπανία. Άλλωστε η τελευταία συνεργάζεται ήδη στενότατα με την Άγκυρα στη ναυπήγηση του πρώτου τουρκικού ελικοπτεροφόρου “Anadolu”, που στηρίζεται στο σχέδιο του αντίστοιχου ισπανικού «Χουάν Κάρλος».

Επομένως, βλέπουμε ότι η πολύ θερμή προσέγγιση και υποδοχή του Τούρκου Υπουργού Άμυνας από τον Βρετανό ομόλογό του, ασφαλώς δεν είναι τυχαία και πιθανόν να έχει πολλές εξελίξεις και σε διαφορετικά μέτωπα και επίπεδα!

Το (εγγύς) μέλλον θα δείξει!

«Ιχνηλάτης»

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ