Καθώς τα αμερικανικά βομβαρδιστικά B-2 πετούσαν πάνω από το Ιράν, με στόχο την εξουδετέρωση των πυρηνικών φιλοδοξιών της Τεχεράνης, ηγεσίες και αναλυτές στην Ανατολική Ασία ήγειραν ένα νέο κρίσιμο ερώτημα: Τι μήνυμα στέλνει η επίθεση αυτή στη Βόρεια Κορέα, μια χώρα με πολύ πιο προηγμένο πυρηνικό οπλοστάσιο από αυτό του Ιράν;
Σύμφωνα με ανάλυση του CNN, οι ειδικοί προειδοποιούν ότι οι στρατιωτικές ενέργειες της Ουάσιγκτον μπορεί να επιταχύνουν το εξοπλιστικό πρόγραμμα της Πιονγιάνγκ, να εντείνουν τη συνεργασία της με τη Ρωσία και να ενισχύσουν την πεποίθηση του ηγέτη της Κιμ Γιονγκ Ουν ότι η πυρηνική θωράκιση είναι το απόλυτο αποτρεπτικό μέσο ενάντια σε -αυτό που η Ουάσιγκτον θεωρεί επιβεβλημένη- αλλαγή καθεστώτος.
Η Βόρεια Κορέα εκτιμάται πως διαθέτει πολλαπλά πυρηνικά όπλα, καθώς και πυραύλους με εμβέλεια δυνητικά ως τις Ηνωμένες Πολιτείες – κάτι που σημαίνει ότι κάθε πιθανό στρατιωτικό χτύπημα στην κορεατική χερσόνησο θα ενείχε πολύ μεγαλύτερους κινδύνους.
«Το χτύπημα του προέδρου Τραμπ στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν θα ενισχύσει αναμφίβολα περαιτέρω τη νομιμότητα της μακροχρόνιας πολιτικής της Βόρειας Κορέας για την επιβίωση του καθεστώτος και την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων», δήλωσε ο Lim Eul-chul, καθηγητής βορειοκορεατικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο Kyungnam της Νότιας Κορέας.
«Η Βόρεια Κορέα εκλαμβάνει την πρόσφατη αεροπορική επιδρομή των ΗΠΑ ως προειδοποιητική στρατιωτική απειλή και πιθανότατα θα επιταχύνει τις προσπάθειές της να ενισχύσει τη δική της ικανότητα για προληπτικές πυρηνικές πυραυλικές επιθέσεις», δήλωσε ο Lim.
Οπως προειδοποιούν οι αναλυτές, την επιτάχυνση της πυρηνικής ετοιμότητας της Πιονγιάνγκ θα μπορούσε να συνδράμει η Ρωσία, λόγω των στρατιωτικών δεσμών που έχουν οικοδομηθεί μεταξύ των δύο χωρών, μετά την εισβολή της Μόσχας στην Ουκρανία και επισήμως το 2024 με την αποστολή στρατιωτών και εξοπλισμού.

«Με βάση τη στρατηγική συμμαχία μεταξύ της Βόρειας Κορέας και της Ρωσίας, η Πιονγιάνγκ είναι πιθανό να κινηθεί προς την κατεύθυνση της κοινής ανάπτυξης όπλων, των συνδυασμένων στρατιωτικών ασκήσεων, της μεταφοράς τεχνολογίας και της μεγαλύτερης αμοιβαίας εξάρτησης τόσο σε οικονομικό όσο και σε στρατιωτικό επίπεδο», σημειώνει ο Lim.
«Ο κίνδυνος να αποκτήσει το Ιράν πυρηνικό οπλοστάσιο είναι τώρα υψηλότερος από ό,τι ήταν πριν από τα γεγονότα της περασμένης εβδομάδας», ανέφερε στους New York Times ο Ρόμπερτ Τζ. Αϊνχορν, ειδικός στον έλεγχο των όπλων που διαπραγματεύτηκε με το Ιράν κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Ομπάμα.
Υπενθυμίζεται πως η Βόρεια Κορέα έχει στείλει περισσότερους από 14.000 στρατιώτες και εκατομμύρια πυρομαχικά, συμπεριλαμβανομένων πυραύλων και ρουκετών, στη Ρωσία, ως συνδρομή στον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία, σύμφωνα με έκθεση της Πολυμερούς Ομάδας Παρακολούθησης Κυρώσεων (MSMT), μιας πρωτοβουλίας που αποτελείται από 11 μέλη των Ηνωμένων Εθνών.
Σε αντάλλαγμα, η Ρωσία παρείχε στη Βόρεια Κορέα διάφορα πολύτιμα εξαρτήματα όπλων και τεχνολογίας, όπως εξοπλισμό αεράμυνας, αντιαεροπορικούς πυραύλους, συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου και διυλισμένο πετρέλαιο.
Οι ενέργειες αυτές «επιτρέπουν στη Βόρεια Κορέα να χρηματοδοτεί τα στρατιωτικά της προγράμματα, να αναπτύσσει περαιτέρω τα προγράμματα βαλλιστικών πυραύλων της και να αποκτά εμπειρία από πρώτο χέρι στον σύγχρονο πόλεμο», διαπιστώνει η έκθεση.
Τα «διδάγματα» της αμερικανικής επίθεσης στο Ιράν
Στα μάτια του Κιμ, οι πρόσφατες στρατιωτικές ενέργειες των ΗΠΑ στο Ιράν ακολουθούν μια ανησυχητική λογική: οι χώρες χωρίς πυρηνικά όπλα, από το Ιράκ και τη Λιβύη μέχρι το Ιράν, είναι ευάλωτες σε επεμβάσεις υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, εξηγεί στο CNN ο Victor Cha, πρόεδρος του Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών για την Κορέα. Η Βόρεια Κορέα, που έχει ήδη δοκιμάσει έξι πυρηνικές συσκευές και έχει αναπτύξει πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς, θεωρεί το οπλοστάσιό της αδιαπραγμάτευτο.
«Τα πλήγματα στο Ιράν θα επιβεβαιώσουν μόνο δύο πράγματα για τη Βόρεια Κορέα, εκ των οποίων κανένα δεν είναι ευνοϊκό για την αμερικανική πολιτική. Πρώτον, οι ΗΠΑ δεν έχουν επιλογή χρήσης βίας για το πυρηνικό πρόγραμμα της Βόρειας Κορέας, όπως είχε το Ισραήλ για το Ιράν. Δεύτερον: το χτύπημα απλώς επιβεβαιώνει στο μυαλό του Κιμ Γιονγκ Ουν την πεποίθησή του να επιδιώξει και να διατηρήσει ένα πυρηνικό οπλοστάσιο».
Οι διαφορές μεταξύ του Ιράν και της Βόρειας Κορέας είναι έντονες, ιδίως όσον αφορά τις πυρηνικές δυνατότητες, προειδοποιούν οι αναλυτές.
«Το πυρηνικό πρόγραμμα της Πιονγκγιάνγκ είναι πολύ πιο προηγμένο, με όπλα πιθανώς έτοιμα να εκτοξευθούν με πολλαπλά συστήματα παράδοσης, συμπεριλαμβανομένων των ICBM», δήλωσε ο Leif-Eric Easley, καθηγητής διεθνούς ασφάλειας στο Πανεπιστήμιο Ewha Womans της Σεούλ, αναφερόμενος στους διηπειρωτικούς βαλλιστικούς πυραύλους που μπορούν να ταξιδέψουν σε όλο τον κόσμο, πολύ πιο μακριά από οποιουσδήποτε πυραύλους διαθέτει το Ιράν.
Ο φόβος πυρηνικού πολέμου ευρείας κλίμακας
Η Βόρεια Κορέα πιστεύεται ότι διαθέτει 40 έως 50 πυρηνικές κεφαλές, καθώς και τα μέσα για την εκτόξευσή τους σε όλη την περιοχή της Νοτιοανατολικής Ασίας και ενδεχομένως στην ηπειρωτική Αμερική.
«Μια επίθεση στη Βόρεια Κορέα θα μπορούσε να προκαλέσει τον κίνδυνο πυρηνικού πολέμου πλήρους κλίμακας», προειδοποίησε ο Lim του Πανεπιστημίου Kyungnam.
Πρόσθεσε πως, βάσει συνθήκης συμμαχίας ΗΠΑ-Νότιας Κορέας, ενδεχόμενη αμερικανική στρατιωτική δράση κατά της Βόρειας Κορέας θα απαιτούσε πρότερη διαβούλευση με τη Σεούλ, βήμα που έχει πολιτικές και νομικές περιπλοκές.

Επιπλέον, σε αντίθεση με το Ιράν, η Βόρεια Κορέα έχει επίσημη συνθήκη αμοιβαίας άμυνας με τη Ρωσία, «η οποία επιτρέπει στη Ρωσία να επέμβει αυτόματα σε περίπτωση επίθεσης», υπογράμμισε ο Lim.
Ο συνδυασμός αυτός αποτρεπτικών μέσων -πυρηνική ικανότητα, περιφερειακές συμμαχίες των ΗΠΑ και ρωσική υποστήριξη- πιθανότατα «μονώνει» την Πιονγιάνγκ από το είδος της μονομερούς στρατιωτικής δράσης που άσκησε η Ουάσιγκτον στο Ιράν.
Το φόβητρο των πυρηνικών
Ανάλυση των New York Times επισημαίνει την ολοένα και πιο συχνή επίκληση των πυρηνικών ως φόβητρο, σε έναν κόσμο πολλαπλών μετώπων αστάθειας.
Η λογική υπέρ των πυρηνικών όπλων κερδίζει έδαφος σε έναν κόσμο όπου οι μεγάλες «πυρηνικές δυνάμεις» – οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ρωσία και η Κίνα – γίνονται πιο απρόβλεπτες και πιο επιθετικές προς τους γείτονές τους. Από τον Περσικό Κόλπο και την Κεντρική Ευρώπη έως την Ανατολική Ασία, οι μη πυρηνικές χώρες «ζυγίζουν» την κατάσταση στο Ιράν και τα μαθήματα που πρέπει να αντλήσουν.
Οπως σημειώνεται στο δημοσίευμα των ΝΥΤ, οι επανειλημμένες προειδοποιήσεις του προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν για χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων στις αρχές της σύγκρουσης ώθησαν την τέως κυβέρνηση Μπάιντεν να εξετάσει πόσο επιθετικά θα έπρεπε να εξοπλίσει τον ουκρανικό στρατό. Παράλληλα, ενισχύθηκαν οι φόβοι πως άλλες αναθεωρητικές δυνάμεις θα μπορούσαν να εκφοβίσουν τους γείτονές τους χρησιμοποιώντας την πυρηνική απειλή.
Οπως σημειώνουν οι ΝΥΤ, αν εξάγεται κάποιο δίδαγμα από την περίπτωση της Ουκρανίας, αυτό θα μπορούσε να συνοψιστεί στο εξής: «Αν έχετε πυρηνικά όπλα, κρατήστε τα. Αν δεν έχετε ακόμα, αποκτήστε τα, ειδικά αν δεν έχετε έναν ισχυρό αμυντικό όπως οι ΗΠΑ ως σύμμαχό σας και αν βρίσκεστε σε διαμάχη με μεγάλη χώρα που θα μπορούσε εύλογα να οδηγήσει σε πόλεμο», έγραψαν οι Μπρους Ρίντελ και Μάικλ Ο΄Χάνλον, αναλυτές στο Brookings Institution, ερευνητική ομάδα στην Ουάσιγκτον, το 2022.
Η Σαουδική Αραβία, σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών και αντίπαλος του Ιράν, παρακολουθεί τις πυρηνικές φιλοδοξίες της Τεχεράνης με ανησυχία. Οι ειδικοί λένε ότι θα δεχόταν τεράστια πίεση να αναπτύξει πυρηνικό όπλο αν το Ιράν αποκτούσε ποτέ δικό του. Οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπάθησαν να καθησυχάσουν τους Σαουδάραβες παρέχοντάς τους βοήθεια σε πολιτικό πυρηνικό πρόγραμμα, αλλά οι σχετικές διαδικασίες διακόπηκαν μετά το ξέσπασμα του πολέμου του Ισραήλ εναντίον της Χαμάς στη Γάζα.