The Independent: Αυτές οι πέντε εστίες έντασης θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν γενικευμένο πόλεμο το 2026

 
war

Ενημερώθηκε: 30/12/25 - 15:09

Παρά το εορταστικό κλίμα και τις ευχές για ειρήνη και ευημερία, κάθε αλλαγή χρόνου συνοδεύεται από προβλέψεις που σκιαγραφούν ένα δυσοίωνο διεθνές τοπίο. Αν και οι δημοσιογράφοι σπανίως αποδεικνύονται καλοί προφήτες, η πραγματικότητα δείχνει ότι το 2026 ξεκινά με ένα παγκόσμιο σκηνικό γεμάτο εστίες έντασης και πιθανές γεωπολιτικές αναφλέξεις. Μπορεί ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, να προειδοποιεί για την ανάγκη επαγρύπνησης απέναντι στον κίνδυνο μεγάλων πολέμων, ωστόσο τίποτα δεν δείχνει ότι ο κόσμος επιστρέφει στις τεράστιες πολεμικές συγκρούσεις του 20ού αιώνα. Αυτό δεν συνεπάγεται όμως ηρεμία.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζει να μαίνεται, οι σφοδρές συγκρούσεις στο Σουδάν, στο Κονγκό και στη Ρουάντα απειλούν να μετατραπούν σε περιφερειακές θύελλες, ενώ η Υεμένη δεν έχει ξεφύγει από το χρόνιο ανθρωπιστικό δράμα. Στη Μιανμάρ, η χούντα προετοιμάζει εκλογές εν μέσω αιματηρών συγκρούσεων, δείχνοντας πως η εξέγερση δεν πρόκειται να καταλαγιάσει εύκολα. Μέσα σε αυτό το παγκόσμιο παζλ αστάθειας, μια τυχαία σπίθα μπορεί να προκαλέσει ένα μεγαλύτερο ξέσπασμα.

Στη Βόρεια Ευρώπη, η Ρωσία εξακολουθεί να δείχνει πως δεν φοβάται να δοκιμάσει τα όρια των αντιπάλων της. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν δηλώνει αποφασισμένος να πετύχει πλήρη νίκη στην Ουκρανία και, όσο η Ευρώπη ανασυγκροτεί τους εξοπλισμούς της, η Μόσχα δεν αποκλείεται να επιχειρήσει πιέσεις στα σύνορα με τη Νορβηγία ή την Εσθονία, ακόμη και στον θύλακα του Καλίνινγκραντ, δημιουργώντας τεχνητές κρίσεις που θα παρουσιάζονται ως «επιθέσεις» από μέλη του ΝΑΤΟ. Παράλληλα, η αυξημένη δραστηριότητα ρωσικών υποβρυχίων στον Βόρειο Ατλαντικό, σε μια περίοδο όπου η Ουάσιγκτον δείχνει πιο διαλλακτική προς τη Μόσχα απ’ ό,τι προς τους Ευρωπαίους συμμάχους της, ενισχύει την ανησυχία πως η Ρωσία αναζητά ευκαιρίες για γεωπολιτική ανατροπή πριν υπάρξει πλήρης ευρωπαϊκή ετοιμότητα.

Την ίδια ώρα, η άλλη πλευρά του Ατλαντικού δεν είναι λιγότερο ταραγμένη. Η Ουάσιγκτον υπό τον Ντόναλντ Τραμπ επαναφέρει το δόγμα Μονρό και αντιμετωπίζει τη Λατινική Αμερική ως αποκλειστική ζώνη επιρροής της. Η Βενεζουέλα βρίσκεται στο επίκεντρο των σχεδιασμών για πολιτική και ενδεχομένως στρατιωτική επέμβαση. Μία τέτοια απόφαση όμως μπορεί να επαναλάβει τα λάθη του Ιράκ το 2003, δημιουργώντας χάος που οι ΗΠΑ θα υποχρεωθούν να διαχειριστούν για χρόνια. Επιπλέον, η ενεργειακή διάσταση της κρίσης, με τις ΗΠΑ να επιδιώκουν πρωταγωνιστικό ρόλο στο παγκόσμιο πετρελαϊκό παιχνίδι, θα προκαλούσε αντιδράσεις όχι μόνο από τον ΟΠΕΚ, αλλά και από την Κίνα, η οποία έχει σημαντικά συμφέροντα στη Νότια Αμερική.

Η Μέση Ανατολή και η ευρύτερη περιοχή μέχρι την Υποσαχάρια Αφρική παραμένουν ίσως το πιο επικίνδυνο πεδίο γεωπολιτικής ανάφλεξης. Από τη Γάζα και την Υεμένη έως το Σουδάν, οι συγκρούσεις συνεχίζονται χωρίς εμφανή προοπτική ειρήνευσης, την ώρα που Σαουδική Αραβία και ΗΑΕ ανταγωνίζονται ανοιχτά με πολέμους δι’ αντιπροσώπων. Το Ιράν διατηρεί το δικαίωμα να παρέμβει άμεσα ή έμμεσα κατά του Ισραήλ, ενώ οι μάχες στο Κέρας της Αφρικής και στις περιοχές με σπάνια στρατηγικά ορυκτά εμπλέκουν Ρώσους μισθοφόρους, κινεζικά συμφέροντα και εγκληματικά δίκτυα, δίνοντας νέα διάσταση στη σύγκρουση.

Σε Ασία και Ειρηνικό, οι εντάσεις παραμένουν υποβόσκουσες. Η αντιπαράθεση Ινδίας–Πακιστάν στο Κασμίρ αποτελεί μια μόνιμη πυριτιδαποθήκη, ενώ οι διαφωνίες Ινδίας–Κίνας στα υψηλά ορεινά σύνορα αναζωπυρώνονται ανά περιόδους. Η Ταϊλάνδη και η Καμπότζη, παρά τον επίσημο διάλογο, δεν έχουν αφήσει πίσω τους την αντιπαλότητα.

Ωστόσο, η μεγαλύτερη ανησυχία παραμένει η πιθανότητα κινεζικής κίνησης εναντίον της Ταϊβάν. Ο Σι Τζινπίνγκ μπορεί να θεωρήσει ότι η Ουάσιγκτον είναι υπερβολικά απορροφημένη σε Ουκρανία, Μέση Ανατολή και Λατινική Αμερική ώστε να αντιδράσει έγκαιρα. Μια αποτυχημένη επέμβαση θα επέφερε όμως μαζική αντίδραση Ιαπωνίας, Ινδίας, Αυστραλίας και ΗΠΑ, οδηγώντας σε παγκόσμιο αδιέξοδο.

Κι όλα αυτά, τη στιγμή που ο τρόπος διεξαγωγής των συγκρούσεων αλλάζει. Οι κυβερνοεπιθέσεις και οι επιχειρήσεις παραπληροφόρησης αποτελούν πλέον όπλα πρώτης γραμμής: η πρόσφατη επίθεση στη Jaguar Land Rover, η οποία αποδίδεται σε ρωσικό δίκτυο, προκάλεσε τεράστια οικονομική ζημιά τόσο στην εταιρεία όσο και στην εθνική οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου. Ακόμη πιο ανησυχητικά είναι τα σενάρια χρήσης εξελιγμένων βιολογικών και χημικών μέσων που θα μπορούσαν να πέσουν στα χέρια φανατικών ομάδων, ικανών να δράσουν εκτός κρατικού ελέγχου.

Ο κόσμος δεν οδεύει απαραίτητα προς έναν νέο παγκόσμιο πόλεμο όπως τον γνωρίσαμε στο παρελθόν. Όμως βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα σύνολο αβέβαιων παραγόντων: περιφερειακές αντιπαραθέσεις, ανταγωνισμούς μεγάλων δυνάμεων, ασύμμετρες απειλές και νέες τεχνολογίες πολέμου που μπορούν να προκαλέσουν αστάθεια σε πλανητικό επίπεδο. Η επόμενη χρονιά δεν είναι προορισμένη να φέρει την καταστροφή, αλλά σίγουρα απαιτεί εγρήγορση, σοβαρό σχεδιασμό και ισχυρή διπλωματία — πριν οι κρίσεις που ήδη μαίνονται εξελιχθούν σε κάτι πολύ μεγαλύτερο.

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ