Μέσα σε διάστημα ολίγων μηνών, η διοίκηση Τραμπ προχώρησε σε μια σειρά από (αλληλένδετες) κινήσεις:
– Κατέταξε τα βενεζουελανικά καρτέλ των ναρκωτικών «Tren de Aragua» και «Cartel de los Soles» μεταξύ των «ξένων τρομοκρατικών οργανώσεων».
– Διέταξε τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις να αναλάβουν στρατιωτική δράση ενάντια σε όσα ναρκοκαρτέλ έχουν χαρακτηριστεί «τρομοκρατικά».
– Επικήρυξε τον Βενεζουελανό πρόεδρο Νικολάς Μαδούρο για 50 εκατ. δολ., χαρακτηρίζοντάς τον «έναν από τους μεγαλύτερους εμπόρους ναρκωτικών στον κόσμο».
– Επληξε στη νότια Καραϊβική «πλεούμενο με φορτίο ναρκωτικών που είχε αναχωρήσει από τη Βενεζουέλα», σκοτώνοντας 11 «ναρκοτρομοκράτες».
– Προανήγγειλε νέες (στρατιωτικές) επιχειρήσεις κατά των ναρκοκαρτέλ στην περιοχή της Καραϊβικής, με το βλέμμα στραμμένο κυρίως στη Βενεζουέλα και προσωπικά στον Μαδούρο (συγγενείς του οποίου -δύο ανίψια της συζύγου του εν προκειμένω- είχαν καταδικαστεί προ ετών για εμπόριο ναρκωτικών στις ΗΠΑ).
Οι προαναφερθείσες κινήσεις έρχονται, ωστόσο, να αλλάξουν μια σειρά από βασικά δεδομένα σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν.
Με βάση όσα ίσχυαν μέχρι πρότινος, τα δίκτυα των ναρκεμπόρων δεν αντιμετωπίζονταν στις ΗΠΑ ως «τρομοκρατικές οργανώσεις» αλλά ως «συνδικάτα οργανωμένου εγκλήματος» και, σε αυτό το πλαίσιο, η πάταξή τους ήταν ευθύνη κυρίως της αστυνομίας, όχι του στρατού.
Ωστόσο πλέον, οι Τραμπ και Ρούμπιο μιλούν για «ναρκοτρομοκράτες» («narcoterrorists»)· και ο στρατός των ΗΠΑ αναλαμβάνει φονική δράση εκτός των αμερικανικών συνόρων, επικαλούμενος λόγους «εθνικής ασφάλειας».
«Ο Τραμπ δίνει εντολή στον στρατό να βάλει στο στόχαστρο ξένα καρτέλ ναρκωτικών. Διέταξε το Πεντάγωνο να χρησιμοποιεί τις ένοπλες δυνάμεις για αυτό που στο παρελθόν θεωρούνταν ευθύνη των σωμάτων επιβολής του νόμου», έγραφαν οι New York Times προ εβδομάδων.
Οι αμερικανικές καταγγελίες
Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην επίσημη ιστοσελίδα του Λευκού Οίκου, το βενεζουελανικό ναρκοκαρτέλ «Tren de Aragua» (TdA) συνεργάζεται με το επίσης βενεζουελανικό «Cartel de los Soles», στο τιμόνι του οποίου φέρεται να βρίσκεται ο ίδιος ο Μαδούρο. Σύμφωνα με την αμερικανική ηγεσία, μέλη του TdA «έχουν διεισδύσει παράνομα στις ΗΠΑ και διεξάγουν άτακτο πόλεμο αναλαμβάνοντας εχθρικές ενέργειες εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών». Παράλληλα, παρουσιάζονται να «προωθούν τη μαζική παράνομη μετανάστευση προς τις ΗΠΑ» και να επιχειρούν να «αποσταθεροποιήσουν τις δημοκρατίες» στην αμερικανική γειτονιά, της δημοκρατίας των Ηνωμένων Πολιτειών συμπεριλαμβανομένης.
Πάντως, αναφορικά με το μέγεθος της απειλής των βενεζουελανικών ναρκοκαρτέλ, οι απόψεις διίστανται ακόμη και εντός των ΗΠΑ, ενώ παράλληλα υπάρχουν και φωνές που υποστηρίζουν ότι ειδικά το «Cartel de los Soles», το οποίο η πλευρά Τραμπ συνδέει προσωπικά με τον Μαδούρο, στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καν.
Το «καρτέλ των ήλιων» και ο Μαδούρο

«Το “Cartel de los Soles”, καθαυτό, δεν υπάρχει. Είναι μια δημοσιογραφική έκφραση που δημιουργήθηκε για να αναφερθεί στην εμπλοκή των αρχών της Βενεζουέλας στο εμπόριο ναρκωτικών», δηλώνει στο CNN ο Φιλ Γκάνσον, ερευνητής του International Crisis Group με έδρα το Καράκας. Σύμφωνα με τη δεξαμενή σκέψης InSight Crime, που ειδικεύεται στο λατινοαμερικανικό οργανωμένο έγκλημα, ο όρος «Cartel de los Soles» άρχισε να χρησιμοποιείται από τα βενεζουελανικά μίντια ως δημοσιογραφικό κλισέ, κατά το πρώτο μισό της δεκαετίας του 1990, όταν αποκαλύφθηκε η εμπλοκή δύο υψηλόβαθμων αξιωματικών του στρατού σε υποθέσεις εμπορίας ναρκωτικών (ο ήλιος-sol υπάρχει ως σύμβολο στις επωμίδες των υψηλόβαθμων στρατιωτικών στη Βενεζουέλα, εξού και η αναφορά «καρτέλ των ήλιων»).
Τα «στρατόπεδα»
Χώρες όπως η Αργεντινή, ο Ισημερινός και η Παραγουάη, οι ηγεσίες των οποίων είναι κοντά στη διοίκηση Τραμπ, σπεύδουν τώρα να πάρουν θέση στο πλευρό της Ουάσιγκτον, ενάντια στο επονομαζόμενο «Cartel de los Soles». Η ίδια η Βενεζουέλα ωστόσο αλλά και η Κολομβία υποστηρίζουν ότι κάτι τέτοιο απλώς δεν υπάρχει.
Περιέργως, το ίδιο το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, στην έκθεση που έδωσε στη δημοσιότητα τον περασμένο Μάρτιο με τον τίτλο «International Narcotics Control Strategy Report», δεν κάνει καμία αναφορά στο εν λόγω «Cartel de los Soles».
Αλλά ακόμη και σε σχέση με το «Tren de Aragua» το οποίο όλοι αναγνωρίζουν ως υπαρκτή απειλή (πέρα από την κυβέρνηση του Νικολάς Μαδούρο που υποστηρίζει ότι το εν λόγω καρτέλ διαλύθηκε το 2023), οι απόψεις εντός των Ηνωμένων Πολιτειών διίστανται. Ενδεικτικά, μόλις τον περασμένο Απρίλιο, οι υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ και πιο συγκεκριμένα το National Intelligence Council, παρουσιάζονταν να υποβαθμίζουν τον βαθμό στον οποίο το εν λόγω καρτέλ μπορεί να εργαλειοποιήσει το μεταναστευτικό αλλά και τις ενδεχόμενες σχέσεις του με τον ίδιο τον Μαδούρο.
Το πολύνεκρο αμερικανικό πλήγμα που έλαβε χώρα στη νότια Καραϊβική στις 2 Σεπτεμβρίου, κατά του σκάφους που φέρεται να μετέφερε ναρκωτικά προερχόμενα από τη Βενεζουέλα, θα μπορούσε -με βάση όσα αναφέρει ο καθηγητής της νομικής σχολής του Queen’s University του Μπέλφαστ, Λουκ Μόφετ, στο BBC- να αντιμετωπιστεί ως «εξωδικαστική αυθαίρετη δολοφονία» και «παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου», αν και θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι ΗΠΑ δεν έχουν υπογράψει τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS).
«Το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ έκανε εδώ και δεκαετίες ελέγχους σε πλοία που έπλεαν σε διεθνή ύδατα και θεωρούνταν ύποπτα για λαθρεμπόριο ναρκωτικών, συνήθως έχοντας μαζί έναν αξιωματικό της Ακτοφυλακής ως προσωρινά υπεύθυνο για τον εκάστοτε έλεγχο. […] Η άμεση επίθεση της περασμένης Τρίτης ωστόσο στην Καραϊβική ήταν μια αξιοσημείωτη απόκλιση σε σχέση με αυτήν την προσέγγιση», σχολιάζουν σε ανάλυσή τους NY Times, ενώ ο υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ Πιτ Χέγκσεθ έσπευσε εν τω μεταξύ να προαναγγείλει νέες στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά των «ναρκοτρομοκρατών», υπογραμμίζοντας ότι η επίθεση της περασμένης Τρίτης δεν αποτελεί το τέλος αλλά την αρχής μιας διαδικασίας που θα έχει συνέχεια ενδεχομένως κλιμακούμενης έντασης.
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, οι ΗΠΑ στέλνουν πλέον πολεμικά πλοία στα ανοιχτά των ακτών της Βενεζουέλας (το δίκτυο CBC μιλά για τρία αντιτορπιλικά, ένα καταδρομικό και τρία πλοία αμφίβιας εφόδου) ικανά να μεταφέρουν συνολικά περί τους 4.000 Αμερικανούς πεζοναύτες. Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στα αμερικανικά μίντια, προς το παρόν δεν τίθεται θέμα αμερικανικής στρατιωτικής εισβολής. «Εάν οι Αμερικανοί ήθελαν να εισβάλουν, δεν θα το προανήγγελλαν αλλά θα το έκαναν αιφνιδίως», λένε αναλυτές.
Ο ίδιος ο Μαδούρο, πάντως, υποστηρίζει ότι η χώρα του βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πρωτοφανούς έντασης υπαρξιακή απειλή προερχόμενη από τον Βορρά που έχει σαν στόχο την ανατροπή του ιδίου από την εξουσία (οι ΗΠΑ απορρίπτουν ως ως προϊόν νοθείας την εκλογική νίκη που φέρεται να επέτυχε Μαδούρο το 2024) και, μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα οξυνόμενης έντασης, ο Βενεζουελανός ηγέτης ενισχύει τις δικές του δυνάμεις στις βόρειες ακτές με το βλέμμα στις ΗΠΑ, ενώ παράλληλα διαμηνύει ότι θα δώσει όπλα στον λαό προκειμένου να αμυνθεί σε περίπτωση αμερικανικής εισβολής.
Εργαλειοποίηση προς ίδιον (πολιτικό) όφελος
Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, ότι τόσο η πλευρά Τραμπ όσο και η πλευρά Μαδούρο θα μπορούσαν (εάν δεν το κάνουν ήδη) να επιχειρήσουν να εκμεταλλευθούν πολιτικά, προς ίδιον όφελος, την τρέχουσα μεταξύ τους ένταση, ο μεν Τραμπ υπερτονίζοντας την ανάγκη υπεράσπισης της αμερικανικής «εθνικής ασφάλειας» στο πλαίσιο ενός νέου «πολέμου κατά των ναρκωτικών», ο δε Μαδούρο υπερτονίζοντας την «ιμπεριαλιστική αμερικανική απειλή», μια απειλή που συσπείρωνε όμως τον λαό υπέρ του και θα «νομιμοποιούσε» τη δική του παραμονή στη βενεζουελανική προεδρία…
Πηγή: kathimerini.gr