Η τουρκική Εθνοσυνέλευση ενέκρινε τη Δευτέρα την ανανέωση της εντολής που επιτρέπει τη συνέχιση της στρατιωτικής παρουσίας της Τουρκίας στη Λιβύη, παραχωρώντας εκτεταμένες αρμοδιότητες στον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για την ανάπτυξη τουρκικών ενόπλων δυνάμεων στο εξωτερικό. Η απόφαση, που ελήφθη με πλειοψηφία, παρατείνει μια εξουσιοδότηση η οποία ισχύει εδώ και χρόνια και διατηρεί την Άγκυρα ενεργό παράγοντα στο ασταθές πολιτικό και στρατιωτικό περιβάλλον της Λιβύης.
Η ψηφοφορία πραγματοποιήθηκε σε ιδιαίτερα φορτισμένο κλίμα, καθώς μία ημέρα αργότερα ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου της Λιβύης, Μοχάμεντ Άλι Άχμεντ αλ-Χαντάντ, σκοτώθηκε μαζί με τέσσερις ανώτατους αξιωματικούς σε αεροπορικό δυστύχημα κοντά στην Άγκυρα, λίγο μετά την απογείωση του ιδιωτικού τους αεροσκάφους. Ο Λίβυος στρατηγός βρισκόταν στην τουρκική πρωτεύουσα στο πλαίσιο επίσημης επίσκεψης, η οποία συνέπεσε χρονικά με την ανανέωση της τουρκικής εντολής.
Η τουρκική κυβέρνηση παρουσίασε την παράταση της αποστολής ως ζήτημα εθνικής ασφάλειας, υποστηρίζοντας ότι οι εξελίξεις στη Λιβύη συνδέονται άμεσα με τα στρατηγικά συμφέροντα της Τουρκίας. Στο υπόμνημα που κατέθεσε ο πρόεδρος Ερντογάν στο Κοινοβούλιο, γίνεται αναφορά στους κινδύνους που απορρέουν από τη συνεχιζόμενη αστάθεια, την παρουσία ενόπλων ομάδων και ξένων μαχητών, καθώς και την απουσία μόνιμης πολιτικής λύσης. Παράλληλα, επισημαίνεται ότι οι συνθήκες αυτές επηρεάζουν την ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο, τις μεταναστευτικές ροές προς την Ευρώπη και τα θαλάσσια και οικονομικά συμφέροντα της Άγκυρας.
Σύμφωνα με το κείμενο της απόφασης, οι τουρκικές στρατιωτικές δραστηριότητες διεξάγονται κατόπιν αιτήματος των διεθνώς αναγνωρισμένων λιβυκών αρχών και στο πλαίσιο διμερών συμφωνιών που έχουν εγκριθεί από το τουρκικό Κοινοβούλιο. Η συνέχιση της παρουσίας χαρακτηρίζεται αποτρεπτικός παράγοντας που συμβάλλει στην αποφυγή αναζωπύρωσης ευρείας κλίμακας συγκρούσεων.
Ωστόσο, η εντολή που εγκρίθηκε παρέχει στον Ερντογάν ευρεία διακριτική ευχέρεια, καθώς δεν θέτει ανώτατο όριο στον αριθμό των στρατευμάτων, δεν καθορίζει γεωγραφικά όρια ούτε εξειδικεύει το επιχειρησιακό πλαίσιο της αποστολής. Παράλληλα, η διάρκειά της διατυπώνεται με γενικούς όρους, επιτρέποντας την παράτασή της χωρίς συχνή επαναφορά στο Κοινοβούλιο.
Η αοριστία αυτή αποτέλεσε βασικό σημείο κριτικής από την αντιπολίτευση, η οποία υποστήριξε ότι στην πράξη μεταβιβάζεται η κοινοβουλευτική αρμοδιότητα για τις στρατιωτικές αποστολές στο εξωτερικό στον πρόεδρο Ερντογάν. Βουλευτές της αντιπολίτευσης τόνισαν ότι, χωρίς σαφείς περιορισμούς, ο κοινοβουλευτικός έλεγχος καθίσταται περιορισμένος μετά την έγκριση της εντολής.
Επιπλέον, τέθηκαν ερωτήματα για την απουσία ξεκάθαρων πολιτικών στόχων και μετρήσιμων κριτηρίων επιτυχίας, με την αντιπολίτευση να προειδοποιεί ότι η αποστολή κινδυνεύει να μετατραπεί σε μόνιμη παρουσία χωρίς σαφές χρονοδιάγραμμα. Εκφράστηκαν επίσης ανησυχίες για πιθανή διεύρυνση της τουρκικής εμπλοκής, εφόσον επιδεινωθεί η κατάσταση ασφαλείας, γεγονός που θα μπορούσε να εμπλέξει βαθύτερα την Άγκυρα στις εσωτερικές αντιπαραθέσεις της Λιβύης και να αυξήσει τους κινδύνους για το τουρκικό προσωπικό.
Στο τραπέζι τέθηκαν και οι οικονομικές επιπτώσεις, με την αντιπολίτευση να ζητά μεγαλύτερη διαφάνεια ως προς το κόστος των παρατεταμένων στρατιωτικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό, σε μια περίοδο που η τουρκική οικονομία αντιμετωπίζει πιέσεις.
Παρά τις ενστάσεις, το κύριο κόμμα της αντιπολίτευσης, το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP), υπερψήφισε την πρόταση, εκφράζοντας την ανησυχία ότι η απόρριψή της θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια των Τούρκων στρατιωτικών που ήδη βρίσκονται στη Λιβύη και να δημιουργήσει αβεβαιότητα στις σχέσεις με τις αναγνωρισμένες λιβυκές αρχές.
Η τουρκική στρατιωτική εμπλοκή στη Λιβύη ξεκίνησε στα τέλη του 2019, μετά την υπογραφή συμφωνιών ασφάλειας και θαλάσσιας συνεργασίας με την κυβέρνηση της Τρίπολης. Έκτοτε, η Τουρκία διατηρεί παρουσία με στρατιωτικούς συμβούλους, εκπαιδευτές και τεχνικό προσωπικό, υποστηρίζοντας ότι στόχος της είναι η ενίσχυση των επίσημων κρατικών θεσμών ασφαλείας.
Τα τελευταία χρόνια, η τουρκική πολιτική στη Λιβύη φαίνεται να διευρύνεται. Σύμφωνα με το BBC, η Άγκυρα έχει αναπτύξει επαφές και με την ανατολική Λιβύη και τον Λιβυκό Εθνικό Στρατό (LNA), με επισκέψεις Τούρκων αξιωματούχων στη Βεγγάζη και επαφές με τον Σαντάμ Χάφταρ, γιο του στρατάρχη Χαλίφα Χάφταρ. Η στροφή αυτή συμπίπτει με τη βελτίωση των σχέσεων Τουρκίας–Αιγύπτου και εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική της Άγκυρας για διατήρηση του ανυπόστατου τουρκο-λιβυκού μνημονίου του 2019 και προστασία των ενεργειακών και οικονομικών της συμφερόντων.
Την ίδια ώρα, η Ρωσία παραμένει καθοριστικός παράγοντας στη Λιβύη, με ισχυρούς δεσμούς με τον LNA, γεγονός που δημιουργεί ερωτήματα για το αν Άγκυρα και Μόσχα θα κινηθούν ανταγωνιστικά ή συντονισμένα στη Βόρεια Αφρική και την Ανατολική Μεσόγειο.
Το περιφερειακό σκηνικό περιπλέκεται περαιτέρω από τις συνεχιζόμενες διαφωνίες Τουρκίας και Αιγύπτου. Το Κάιρο αμφισβήτησε πρόσφατα στον ΟΗΕ τις θαλάσσιες διεκδικήσεις της Λιβύης, υποστηρίζοντας ότι παραβιάζουν αιγυπτιακά κυριαρχικά δικαιώματα. Η Τρίπολη, από την πλευρά της, επικαλείται το ανυπόστατο μνημόνιο οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών με την Τουρκία, υποστηρίζοντας ότι αποτελεί δίκαιη λύση βάσει του διεθνούς δικαίου, διατηρώντας ανοιχτό ένα ακόμη μέτωπο αντιπαράθεσης στην Ανατολική Μεσόγειο.