Το μήνυμα ότι η ηλεκτρική διασύνδεση Κύπρου-Ελλάδας-Ισραήλ είναι «έργο ενταγμένο στον ευρωπαϊκό ενεργειακό σχεδιασμό» έστειλε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Κωστής Χατζηδάκης, μετά τα σήματα αποστασιοποίησης από τη Λευκωσία που επιμένει ότι τα γεωπολιτικά ζητήματα που συνοδεύουν την υλοποίηση του έργου δεν επιτρέπουν βεβιασμένες κινήσεις.
Όπως εξήγησε μιλώντας στην ΕΡΤ ο κ. Χατζηδάκης από το έργο αυτό «κυρίως ωφελημένη θα είναι η Κύπρος για προφανείς λόγους, καθώς αίρει την ενεργειακή της απομόνωση». Διευκρίνισε, επίσης, ότι «το έργο δεν μπορεί να πληρωθεί μόνο από τους Έλληνες φορολογούμενους, πρέπει να υπάρχει διαμοιρασμός όπως γίνεται με όλα τα διασυνοριακά έργα».
Τόνισε, δε, ότι «η δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης είναι συγκεκριμένη και έχει εκφραστεί όχι μόνο με δηλώσεις, αλλά και με συγκεκριμένες κινήσεις από υπουργεία και φορείς» ενώ για την κυβέρνηση της Κύπρου είπε ότι «θα πρέπει να αποσαφηνίσει τη στάση της».
Η θέση της Λευκωσίας
Από τη μια η ελληνική κυβέρνηση και εσχάτως και οι Βρυξέλλες, που βλέπουν το καλώδιο ως στρατηγικό ευρωπαϊκό έργο με χρηματοδότηση εκατοντάδων εκατομμυρίων, και από την άλλη η κυπριακή κυβέρνηση, που δείχνει να χρησιμοποιεί το ζήτημα των πληρωμών ως μοχλό πίεσης στο ευρύτερο γεωπολιτικό παζλ της Ανατολικής Μεσογείου.
Παρότι η ΡΑΕΚ ενέκρινε ήδη ρυθμιζόμενο έσοδο ύψους 25 εκατ. ευρώ, το υπουργείο Οικονομικών αρνείται να ανοίξει τη στρόφιγγα των πληρωμών θεωρώντας ότι το έργο παραμένει νεκρό.
Στο πλαίσιο αυτό, με δήλωση στην Καθημερινή της Κύπρου ο υπουργός Οικονομικών (που έχει και το τελικό ΟΚ) Μάκης Κεραυνός λέει ότι το έργο δεν είναι οικονομικά βιώσιμο και επικαλείται δύο μελέτες επ' αυτου. Εφόσον οι Κύπριοι αποσυρθούν από το έργο εν τέλει, τότε θα πρέπει ο ΑΔΜΗΕ με τη γαλλική Nexans να αποφασίσουν για τον τρόπο συνέχισης του έργου. Ήδη από χθες η Κομισιόν επανέλαβε τη στήριξή της στο έργο, στο οποίο συμμετέχει με 650 εκατομμύρια.
Την ίδια στιγμή, η Κομισιόν συγκαλεί αλλεπάλληλες συσκέψεις με ΡΑΑΕΥ, ΡΑΕΚ και ΑΔΜΗΕ, όπως αυτή που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Παρασκευή 29 Αυγούστου επιχειρώντας να κρατήσει ζωντανή την πορεία του έργου, την ώρα που η κυπριακή πλευρά στέλνει τον λογαριασμό πίσω στην κυβέρνηση, γνωρίζοντας ότι κάθε απόφαση για το κόστος θα περάσει πρώτα από την πολιτική έγκριση του υπουργού Οικονομικών Μάκη Κεραυνού.
«Εχω ενώπιόν μου δύο μελέτες από ανεξάρτητους και σοβαρούς οργανισμούς, οι οποίες καταλήγουν στο ότι αυτό το έργο δεν είναι βιώσιμο, με τους συγκεκριμένους όρους», ανέφερε ο υπουργός Οικονομικών Μάκης Κεραυνός σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή της Κύπρου». Ο υπουργός τόνισε ότι «η συζήτηση γίνεται γιατί το έργο είναι πολύπλοκο με οικονομική, τεχνική και γεωπολιτική πτυχή. Θα ήθελα επίσης να σημειώσω και κάτι άλλο. Εχει από το 2010 που συζητείται αυτό το έργο και χαρακτηρίζεται ευρωπαϊκό καθώς η Κομισιόν αποφάσισε να το χρηματοδοτήσει με 650 εκατομμύρια. Το ερώτημα που θέτω είναι γιατί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που διαθέτει κονδύλια υπό αυστηρούς όρους και συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα, μετά από τόσα χρόνια δεν διερωτάται γιατί δεν έγινε αυτό το έργο;».
Κυβερνητικές πηγές στη Λευκωσία ανέφεραν πως «το έργο είναι στρατηγικής σημασίας για την Κυπριακή Δημοκρατία. Η βιωσιμότητα του έργου εξαρτάται από προϋποθέσεις και δεσμεύσεις που ανέλαβε ΑΔΜΗΕ και αναμένουμε υλοποίησή τους».
Σε παρατήρηση πως τα όσα έχει δηλώσει ο Υπουργός Οικονομικών διαφέρουν από αυτά που έχει πει σε προχθεσινή συνέντευξη του ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης, οι ίδιες πηγές ανέφεραν: «Δεν υπάρχει καμία διαφορά στις θέσεις. Αν υλοποιηθούν οι προϋποθέσεις και δεσμεύσεις από τον Φορέα Υλοποίησης (ΑΔΜΗΕ) το έργο θα είναι βιώσιμο».
Ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης, σε συνέντευξη που παραχώρησε τις προηγούμενες μέρες στο protothema.gr, άφησε να εννοηθεί ότι η Κύπρος δεν πρόκειται να κινηθεί χωρίς να δει απτά δείγματα συνέπειας και υλοποίησης δεσμεύσεων από τον φορέα υλοποίησης που είναι ο ΑΔΜΗΕ.
Παράλληλα, επιχείρησε να στείλει μήνυμα ισορροπίας, τονίζοντας ότι υπάρχει κοινή κατανόηση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη ως προς την ευρωπαϊκή σημασία του έργου. Όμως η πραγματικότητα δείχνει ότι Αθήνα και Λευκωσία δεν βρίσκονται στο ίδιο μήκος κύματος.
Κι αυτό, τη στιγμή που στην Αθήνα διακινούνται σενάρια για επανεκκίνηση ερευνητικών δραστηριοτήτων στην Ανατολική Μεσόγειο, μετά τη βίαιη διακοπή τους πέρυσι λόγω της έντασης με την Τουρκία στην Κάσο. Σενάρια που η Λευκωσία αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό, γνωρίζοντας ότι η Άγκυρα δεν πρόκειται να αφήσει το ενεργειακό σκηνικό να εξελιχθεί χωρίς αντιδράσεις.
Χθες η εκπρόσωπος της Κομισιόν για θέματα ενέργειας, Άνα Κάιζα, ήταν ξεκάθαρη: το έργο δεν αποτελεί μόνο ευρωπαϊκή προτεραιότητα, αλλά και γεωπολιτικό εργαλείο για την ενεργειακή ασφάλεια της ΕΕ, δείχνοντας την πίεση που προσπαθεί να ασκήσει για το έργο.
Υπενθύμισε μάλιστα ότι έχουν ήδη διατεθεί 657 εκατ. ευρώ από τον μηχανισμό Connecting Europe Facility και επιπλέον 100 εκατ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης, ξεκαθαρίζοντας ότι οι Βρυξέλλες αναμένουν τήρηση χρονοδιαγραμμάτων.
Η Λευκωσία, ωστόσο, δείχνει να παίζει σε διπλό ταμπλό: από τη μια δεν μπορεί να αγνοήσει την ευρωπαϊκή πολιτική δέσμευση, από την άλλη γνωρίζει ότι το έργο δεν είναι «τεχνικό», αλλά βαριά πολιτικό, με την Τουρκία να στέλνει ήδη μηνύματα παρεμπόδισης.
Στην ουσία, η στάση της κυπριακής κυβέρνησης αποτυπώνει το δίλημμα μιας χώρας που, ενώ θέλει να παραμείνει στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών ενεργειακών σχεδιασμών, δεν επιθυμεί να γίνει το πρώτο θύμα μιας νέας περιφερειακής έντασης.