Εκτενή τηλεφωνική συνομιλία είχαν την Τρίτη 23 Δεκεμβρίου ο Πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, και ο Πρόεδρος του Λιβάνου, Ζοζέφ Αούν, με αντικείμενο ένα ευρύ φάσμα διμερών και περιφερειακών εξελίξεων.
Σύμφωνα με ανακοίνωση της Διεύθυνσης Επικοινωνίας της τουρκικής προεδρίας, οι δύο ηγέτες συζήτησαν τρόπους ενίσχυσης της οικονομικής συνεργασίας, ενώ αντάλλαξαν απόψεις για τις προκλήσεις ασφαλείας που συνδέονται με τον πόλεμο στη Γάζα και τις επιπτώσεις του στη Μέση Ανατολή.
Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας, ο Τούρκος Πρόεδρος επανέλαβε τη στήριξη της Άγκυρας στην κυριαρχία και τη σταθερότητα του Λιβάνου, επισημαίνοντας τις δυνατότητες περαιτέρω ανάπτυξης των εμπορικών και επενδυτικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Παράλληλα, δήλωσε ότι η Τουρκία είναι διατεθειμένη να συμβάλει σε διεθνείς πρωτοβουλίες που στοχεύουν στην ενίσχυση της ασφάλειας και της θεσμικής σταθερότητας του Λιβάνου.
Ιδιαίτερη αναφορά έγινε στην κατάσταση στα σύνορα Λιβάνου–Ισραήλ, με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να εκφράζει την αντίθεση της Τουρκίας σε ό,τι χαρακτήρισε επιθετική στάση του Ισραήλ απέναντι στον Λίβανο. Η τοποθέτηση αυτή έγινε παρά τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός που επιτεύχθηκε τον Νοέμβριο του 2024, έπειτα από πολύμηνες διασυνοριακές συγκρούσεις στο πλαίσιο της κρίσης της Γάζας.
Στο πλαίσιο της συζήτησης, ο Τούρκος Πρόεδρος έθεσε και το Κυπριακό, τονίζοντας την προσδοκία της Άγκυρας ο Λίβανος να υιοθετεί, όπως ανέφερε, μια εξωτερική πολιτική που να λαμβάνει υπόψη τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των Τουρκοκυπρίων. Αντίστοιχες αναφορές έγιναν και στο ζήτημα της οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών μεταξύ Κυπριακής Δημοκρατίας και Λιβάνου, με την τουρκική πλευρά να υπογραμμίζει την ανάγκη, κατά την άποψή της, να συνυπολογίζονται οι τουρκοκυπριακές θέσεις.
Η τηλεφωνική επικοινωνία Ερντογάν–Αούν καταδεικνύει, έτσι, όχι μόνο τις επιδιώξεις της Τουρκίας στον Λίβανο, αλλά και τις ευρύτερες γραμμές αντιπαράθεσης στην περιοχή, όπου οι ελληνικές, κυπριακές και ισραηλινές θέσεις συγκλίνουν στην ανάγκη σεβασμού του διεθνούς δικαίου, της κρατικής κυριαρχίας και της αποτροπής μονομερών ενεργειών που θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν περαιτέρω την Ανατολική Μεσόγειο.