Η μέση θερμοκρασία της Γης αυξήθηκε για πρώτη φορά κατά περισσότερο από 1,5 °C πάνω από τα προ-βιομηχανικά επίπεδα το 2024 – ένα κρίσιμο όριο στην κλιματική κρίση.
Ταυτόχρονα, συνεχίζονται οι μεγάλες ένοπλες συγκρούσεις στην Ουκρανία, τη Γάζα, το Σουδάν και αλλού.
Αυτό που πρέπει να γίνει όλο και πιο σαφές είναι ότι ο πόλεμος πρέπει πλέον να θεωρείται ως ένα φαινόμενο που εξελίσσεται όχι παράλληλα, αλλά εφαπτόμενα, με την κλιματική κατάρρευση.
Η σχέση μεταξύ πολέμου και κλιματικής αλλαγής είναι πολύπλοκη.
Ακολουθούν όμως τρεις λόγοι για τους οποίους η κλιματική κρίση πρέπει να αναδιαμορφώσει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον πόλεμο, σύμφωνα με άρθρο του Duncan Depledge, ανώτερου λέκτορα γεωπολιτικής και ασφάλειας στο Πανεπιστήμιο του Loughborough.
1. Ο πόλεμος επιδεινώνει την κλιματική αλλαγή
Η εγγενής καταστροφικότητα του πολέμου έχει από καιρό υποβαθμίσει το περιβάλλον.
Ωστόσο, μόλις πρόσφατα έχουμε συνειδητοποιήσει πιο έντονα τις κλιματικές επιπτώσεις του.
Αυτό είναι αποτέλεσμα των προσπαθειών κυρίως ερευνητών και οργανώσεων να υπολογίσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που προκύπτουν από τις ένοπλες συγκρούσεις, κυρίως στην Ουκρανία και τη Γάζα, καθώς και να καταγράψουν τις εκπομπές από όλες τις στρατιωτικές επιχειρήσεις και την μεταπολεμική ανασυγκρότηση.
Μια μελέτη που διεξήχθη από τους Scientists for Global Responsibility και το Conflict and Environment Observatory, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το συνολικό αποτύπωμα άνθρακα των στρατών σε όλο τον κόσμο είναι μεγαλύτερο από αυτό της Ρωσίας, η οποία σήμερα έχει το τέταρτο μεγαλύτερο αποτύπωμα στον κόσμο.
Οι ΗΠΑ θεωρείται ότι έχουν τις υψηλότερες στρατιωτικές εκπομπές
Ωστόσο, αυτές οι μελέτες βασίζονται σε περιορισμένα δεδομένα.
Μερικές φορές, οι στρατιωτικές υπηρεσίες αναφέρουν μερικά μόνο στοιχεία για τις εκπομπές, και οι ερευνητές πρέπει να τα συμπληρώσουν με δικούς τους υπολογισμούς, χρησιμοποιώντας επίσημα στοιχεία της κυβέρνησης και των σχετικών βιομηχανιών.
Υπάρχουν επίσης σημαντικές διαφορές από χώρα σε χώρα. Ορισμένες στρατιωτικές εκπομπές, κυρίως αυτές της Κίνας και της Ρωσίας, έχουν αποδειχθεί σχεδόν αδύνατο να εκτιμηθούν.
Οι πόλεμοι μπορούν επίσης να θέσουν σε κίνδυνο τη διεθνή συνεργασία για την κλιματική αλλαγή και την ενεργειακή μετάβαση.
Από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, για παράδειγμα, η επιστημονική συνεργασία μεταξύ της Δύσης και της Ρωσίας στην Αρκτική έχει διακοπεί. Αυτό έχει εμποδίσει τη συγκέντρωση κρίσιμων κλιματικών δεδομένων.
Οι επικριτές του μιλιταρισμού υποστηρίζουν ότι η αναγνώριση της συμβολής του πολέμου στην κλιματική κρίση θα πρέπει να αποτελέσει το σημείο καμπής για όσους είναι πρόθυμοι να δαπανήσουν τεράστιους πόρους για τη διατήρηση και την επέκταση της στρατιωτικής δύναμης.
Μερικοί πιστεύουν ακόμη ότι η αποστρατιωτικοποίηση είναι η μόνη διέξοδος από την κλιματική καταστροφή.
2. Η κλιματική αλλαγή απαιτεί στρατιωτική απάντηση
Πριν τεθεί στο επίκεντρο η επίδραση του πολέμου στο κλίμα, οι ερευνητές συζητούσαν αν η κλιματική κρίση θα μπορούσε να λειτουργήσει ως «πολλαπλασιαστής απειλών».
Αυτό οδήγησε ορισμένους να υποστηρίξουν ότι η κλιματική αλλαγή θα μπορούσε να εντείνει τον κίνδυνο βίας σε περιοχές του κόσμου που ήδη αντιμετωπίζουν προβλήματα λόγω της έλλειψης τροφίμων και νερού, των εσωτερικών εντάσεων, της κακής διακυβέρνησης και των εδαφικών διαφορών.
Ορισμένες συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή και στο Σαχέλ έχουν ήδη χαρακτηριστεί «κλιματικοί πόλεμοι», υπονοώντας ότι δεν θα είχαν συμβεί αν δεν υπήρχαν οι πιέσεις της κλιματικής αλλαγής.
Άλλοι ερευνητές έχουν δείξει πόσο αμφιλεγόμενοι είναι τέτοιοι ισχυρισμοί. Οποιαδήποτε απόφαση για τη χρήση βίας ή την κήρυξη πολέμου εξακολουθεί να είναι πάντα επιλογή των ανθρώπων, όχι του κλίματος.
Πιο δύσκολο να αμφισβητηθεί είναι η παρατήρηση ότι η κλιματική κρίση οδηγεί σε συχνότερη ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεων για την παροχή βοήθειας σε έκτακτες καταστάσεις που αφορούν τον άμαχο πληθυσμό.
Αυτό περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων, από την καταπολέμηση των πυρκαγιών έως την ενίσχυση των αντιπλημμυρικών έργων, τη βοήθεια στην εκκένωση, τη διεξαγωγή επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης, την υποστήριξη της αποκατάστασης μετά από καταστροφές και την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας.
Είναι αδύνατο να προβλεφθεί αν η κλιματική κρίση θα οδηγήσει σε περισσότερη βία και ένοπλες συγκρούσεις στο μέλλον.
Αν συμβεί αυτό, ίσως χρειαστεί να αναπτυχθούν στρατιωτικές δυνάμεις με μεγαλύτερη συχνότητα.
Ταυτόχρονα, αν οι στρατιωτικές δυνάμεις κληθούν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση της αυξανόμενης συχνότητας και έντασης των καταστροφών που σχετίζονται με το κλίμα, οι πόροι τους θα εξαντληθούν ακόμη περισσότερο.
Οι κυβερνήσεις θα βρεθούν αντιμέτωπες με δύσκολες αποφάσεις σχετικά με το ποια είδη καθηκόντων πρέπει να έχουν προτεραιότητα και αν πρέπει να αυξηθούν οι στρατιωτικοί προϋπολογισμοί σε βάρος άλλων κοινωνικών αναγκών.
3. Οι ένοπλες δυνάμεις θα πρέπει να προσαρμοστούν
Με την αύξηση των γεωπολιτικών εντάσεων και τον αριθμό των συγκρούσεων να αυξάνεται, φαίνεται απίθανο να ικανοποιηθούν σύντομα οι εκκλήσεις για αποστρατιωτικοποίηση.
Αυτό αφήνει τους ερευνητές με την δυσάρεστη προοπτική να πρέπει να επανεξετάσουν τον τρόπο με τον οποίο μπορεί – και πρέπει – να ασκείται η στρατιωτική δύναμη σε έναν κόσμο που προσπαθεί ταυτόχρονα να προσαρμοστεί στην επιταχυνόμενη κλιματική αλλαγή και να ξεφύγει από την βαθιά εξάρτησή του από τα ορυκτά καύσιμα.
Η ανάγκη προετοιμασίας του στρατιωτικού προσωπικού και προσαρμογής των βάσεων, του εξοπλισμού και άλλων υποδομών ώστε να αντέχουν και να λειτουργούν αποτελεσματικά σε όλο και πιο ακραίες και απρόβλεπτες κλιματικές συνθήκες αποτελεί θέμα αυξανόμενης ανησυχίας.
Η έρευνα του Depledge έχει δείξει ότι, τουλάχιστον στο Ηνωμένο Βασίλειο, υπάρχει αυξανόμενη συνειδητοποίηση μεταξύ ορισμένων αξιωματούχων της άμυνας ότι οι στρατιωτικές δυνάμεις πρέπει να σκεφτούν προσεκτικά πώς θα αντιμετωπίσουν τις μεγάλες αλλαγές που συντελούνται στο παγκόσμιο ενεργειακό τοπίο και που προκαλούνται από την ενεργειακή μετάβαση.
Οι στρατιωτικές δυνάμεις αντιμετωπίζουν μια δύσκολη επιλογή.
Μπορούν είτε να παραμείνουν ως ένας από τους τελευταίους μεγάλους χρήστες ορυκτών καυσίμων σε έναν κόσμο με ολοένα και χαμηλότερες εκπομπές άνθρακα, είτε να συμμετάσχουν σε μια ενεργειακή μετάβαση που πιθανότατα θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στον τρόπο με τον οποίο δημιουργούνται, αναπτύσσονται και διατηρούνται οι στρατιωτικές δυνάμεις.
Αλλαγή ή κατασροφή
Αυτό που γίνεται σαφές είναι ότι η επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα θα εξαρτάται όλο και περισσότερο από το πόσο συνειδητοποιούν οι στρατιωτικές δυνάμεις τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στις μελλοντικές επιχειρήσεις.
Θα εξαρτηθεί επίσης από το πόσο αποτελεσματικά έχουν προσαρμόσει τις δυνατότητές τους για να αντιμετωπίσουν πιο ακραίες κλιματολογικές συνθήκες και πόσο έχουν καταφέρει να μειώσουν την εξάρτησή τους από τα ορυκτά καύσιμα.
Στις αρχές του 19ου αιώνα, ο Πρώσος στρατηγός Carl von Clausewitz υποστήριξε ότι, ενώ η φύση του πολέμου σπάνια αλλάζει, ο χαρακτήρας του εξελίσσεται σχεδόν συνεχώς με την πάροδο του χρόνου.
Η αναγνώριση της κλίμακας και της εμβέλειας της κλιματικής κρίσης θα είναι απαραίτητη αν θέλουμε να κατανοήσουμε γιατί και πώς θα διεξαχθούν οι μελλοντικοί πόλεμοι, καθώς και πώς ορισμένοι από αυτούς θα μπορούσαν να αποφευχθούν ή να γίνουν λιγότερο καταστροφικοί.
Πηγή: in.gr