Η εποχή της στρατικοποίησης αποκαλύπτει τις εγγενείς αδυναμίες της Ευρώπης

 
ευρωπαικος στρατος

Πηγή Φωτογραφίας: Daniel Mihailescu/Agence France-Presse — Getty Images

Ενημερώθηκε: 25/09/25 - 17:14

Οι πρόσφατες ομιλίες της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και του Μάριο Ντράγκι επανέφεραν στο προσκήνιο ένα κρίσιμο ερώτημα: μπορεί η ΕΕ να επιβιώσει σε έναν κόσμο όπου οι διεθνείς σχέσεις καθορίζονται ολοένα και περισσότερο από τη δύναμη και την στρατιωτικοποίηση (ή οπλοποίηση) των εξαρτητικών σχέσεων;

Σύμφωνα με το euronews, η Πρόεδρος της Κομισιόν, στην ετήσια ομιλία της στο Στρασβούργο, μίλησε ξεκάθαρα για έναν κόσμο όπου «οι αυτοκρατορικές φιλοδοξίες και οι πόλεμοι επιστρέφουν» και όπου «οι εξαρτήσεις χρησιμοποιούνται αδίστακτα ως όπλα».

Λίγες ημέρες αργότερα, ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας και συγγραφέας μιας καθοριστικής έκθεσης για την ανταγωνιστικότητα, Μάριο Ντράγκι, τόνισε ότι «η γραμμή μεταξύ οικονομίας και ασφάλειας γίνεται όλο και πιο δυσδιάκριτη», υπογραμμίζοντας την ανάγκη η Ευρώπη να οικοδομήσει ισχυρές αμυντικές και βιομηχανικές βάσεις.

Η έννοια της στρατιωτικοποίησης

Η «στρατιωτικοποίσηση» δεν είναι πλέον αφηρημένη θεωρία, αλλά μια πραγματικότητα που διαπερνά τις διεθνείς σχέσεις.

Ο όρος περιγράφει τη χρήση οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών εργαλείων ως μέσα πίεσης. Από εμπορικούς δασμούς και αλυσίδες εφοδιασμού, μέχρι ενέργεια, συναλλαγματικά αποθέματα ή ακόμα και ανθρώπινες ροές, τα πάντα μπορούν να μετατραπούν σε μοχλό εκβιασμού.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ το 2018 να αποσυρθεί από τη συμφωνία με το Ιράν, επαναφέροντας κυρώσεις και απειλώντας ευρωπαϊκές εταιρείες με αποκλεισμό από την αμερικανική αγορά.

Παρά τις προσπάθειες των Βρυξελλών να προστατεύσουν τις επιχειρήσεις τους, ο φόβος απώλειας πρόσβασης στο δολάριο οδήγησε γίγαντες όπως η Total να αποχωρήσουν από πολυδισεκατομμυριακά έργα.

Αντίστοιχα, το 2021, η Λευκορωσία κατηγορήθηκε ότι χρησιμοποίησε τη μετανάστευση ως εργαλείο πίεσης, διοχετεύοντας αιτούντες άσυλο στα σύνορα με την Πολωνία και τη Λιθουανία.

Η φον ντερ Λάιεν μίλησε τότε για «υβριδική επίθεση» και όχι απλή μεταναστευτική κρίση.

Λίγο αργότερα, η Ρωσία όπλισε την ενέργεια, διακόπτοντας τις ροές φυσικού αερίου και προκαλώντας πρωτοφανή εκτίναξη τιμών.

Η ενέργεια, άλλοτε σύμβολο σταθερότητας, μετατράπηκε σε όπλο γεωπολιτικής αντιπαράθεσης.

Οι νέες προκλήσεις: ΗΠΑ και Κίνα

Τα παραδείγματα δεν περιορίζονται στη Ρωσία ή στη Λευκορωσία. Το 2023, η Ευρώπη βρέθηκε αντιμέτωπη με δύο σημαντικά πλήγματα:

Οι δασμοί των ΗΠΑ: η κυβέρνηση Τραμπ επέβαλε μονομερώς νέους εμπορικούς φραγμούς, προκαλώντας ανατροπές στο παγκόσμιο εμπόριο.

Οι περιορισμοί της Κίνας: το Πεκίνο περιόρισε τις εξαγωγές κρίσιμων σπάνιων γαιών, απαραίτητων για την αυτοκινητοβιομηχανία, την άμυνα και την τεχνολογία.

Παρά τις δηλώσεις αγανάκτησης, η ΕΕ δεν προχώρησε σε ουσιαστική απάντηση.

Το εργαλείο Anti-Coercion, που θεσπίστηκε για να επιτρέπει αντίποινα, έμεινε αναξιοποίητο λόγω εσωτερικών διαφωνιών ανάμεσα σε κράτη-μέλη που επιθυμούν σκληρή στάση («γεράκια») και σε άλλα που προτιμούν τον διάλογο («περιστέρια»).

Η ευρωπαϊκή αδυναμία

Η αδυναμία κοινής αντίδρασης εγείρει ερωτήματα για το μέλλον της Ένωσης.

Ο Εμανουέλ Μακρόν δήλωσε χαρακτηριστικά ότι «για να είσαι ελεύθερος πρέπει να σε φοβούνται», επισημαίνοντας πως η ΕΕ δεν προκαλεί τον απαραίτητο σεβασμό.

Το πρόβλημα, όπως τονίζουν πολλοί αναλυτές, είναι δομικό. Η ΕΕ γεννήθηκε ως ειρηνικό εγχείρημα οικονομικής ολοκλήρωσης και βασίζεται στον συμβιβασμό και στη συναίνεση. Η ισχύς της αγοράς βρίσκεται στα χέρια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αλλά η εθνική ασφάλεια παραμένει αρμοδιότητα των κρατών-μελών. Έτσι, η γρήγορη και αποφασιστική δράση συχνά εμποδίζεται από την απαίτηση ομοφωνίας.

Ο καθηγητής Χένρι Φάρελ κάνει λόγο για μετάβαση από το «φαινόμενο των Βρυξελλών» στο «ελάττωμα των Βρυξελλών», εξηγώντας ότι η ΕΕ, λόγω της βαθιάς προσήλωσής της στη διασύνδεση και την πολυμέρεια, είναι πιο εκτεθειμένη στις τακτικές στρατιωτικοποίησης από άλλες δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα ή η Ρωσία.

Η ΕΕ κατηγόρησε τη Λευκορωσία ότι χρησιμοποιεί τη μετανάστευση ως όπλο εναντίον της Πολωνίας. Czarek Sokolowski/The AP

Προτάσεις για ενίσχυση της ΕΕ

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και η επιστροφή του Τραμπ στην εξουσία έχουν επιταχύνει τη συζήτηση για το πώς πρέπει να μεταρρυθμιστεί η Ένωση ώστε να ενισχύσει την παγκόσμια επιρροή της.

Ο Μάριο Ντράγκι προτείνει:

  • Κοινό δανεισμό μεγάλης κλίμακας για στρατηγικές επενδύσεις.
  • Ενοποίηση σε κρίσιμους τομείς, όπως η άμυνα και η τεχνολογία.
  • Πολιτικές «Made in Europe» για ενίσχυση της ευρωπαϊκής παραγωγής.
  • Ενδεχόμενη μετάβαση προς μια ευρωπαϊκή ομοσπονδία.

Από την πλευρά της, η φον ντερ Λάιεν υποστηρίζει την κατάργηση της ομοφωνίας στις εξωτερικές αποφάσεις, ώστε η ΕΕ να μπορεί να αντιδρά ταχύτερα και πιο αποτελεσματικά.

Ο δρόμος μπροστά

Ωστόσο, οι προτάσεις αυτές συναντούν αντιστάσεις από πολλές πρωτεύουσες που φοβούνται την απώλεια εθνικής κυριαρχίας.

Η ειρωνεία είναι πως, ενώ ο υπόλοιπος κόσμος σπάει τα δικά του ταμπού, η ΕΕ διστάζει να ξεπεράσει τα δικά της.

Η συζήτηση καταλήγει σε ένα δίλημμα: θα μπορέσει η ΕΕ να εξελιχθεί σε μια πραγματική γεωπολιτική δύναμη ή θα παραμείνει ένας οικονομικός γίγαντας με πολιτικά δεμένα χέρια;

Όπως τόνισε ο Ντράγκι: «Για την επιβίωση της Ευρώπης, πρέπει να κάνουμε ό,τι δεν έχει ξαναγίνει και να αρνηθούμε να περιοριστούμε από αυτοεπιβαλλόμενα όρια».

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ