Ο Ντόναλντ Τραμπ απηύθυνε διάγγελμα προς τον αμερικανικό λαό τα ξημερώματα, παρουσιάζοντας τα επιτεύγματα της κυβέρνησής του σχεδόν ένα χρόνο μετά την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο. Κατά τη διάρκεια της ομιλίας, ο Τραμπ εστίασε στον απολογισμό των πολιτικών του και άσκησε έντονη κριτική στον προκάτοχό του, Τζο Μπάιντεν, κατηγορώντας τον για την κατάσταση που, όπως είπε, βρήκε στη χώρα όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του.
Στην ομιλία του, ο Τραμπ υποστήριξε ότι αντιμετώπισε και αναπροσάρμοσε σειρά κρίσιμων ζητημάτων, παρουσιάζοντας την κυβέρνηση του ως υπεύθυνη για αλλαγές σε τομείς όπως η οικονομία, το μεταναστευτικό και η εθνική ασφάλεια. Σε πολλές στιγμές της ομιλίας του επέμεινε ότι «κληρονόμησε ένα χάος» από την προηγούμενη διοίκηση και εργάζεται για να το διορθώσει, αναφερόμενος ειδικότερα σε θέματα υψηλού πληθωρισμού, αυξημένων τιμών και προκλήσεων στην αγορά εργασίας.
Στο οικονομικό πεδίο, ο Τραμπ τόνισε τη μείωση του κόστους διαβίωσης και χαρακτήρισε ως επιτεύγματα τα μέτρα που, σύμφωνα με τον ίδιο, έχουν συμβάλει στη βελτίωση των οικονομικών δεικτών και στη σταθεροποίηση των αγορών. Παράλληλα, παρουσίασε πρωτοβουλίες που περιλαμβάνουν φορολογικές ελαφρύνσεις και οικονομικές ενισχύσεις, όπως ειδικά ποσά προς στρατιωτικό προσωπικό, τα οποία χαρακτήρισε ως αναγνώριση της υπηρεσίας τους.
Στο μεταναστευτικό, ο Τραμπ υποστήριξε ότι η κυβέρνηση έχει αυστηροποιήσει την επιτήρηση των συνόρων και περιορίσει σημαντικά την παράτυπη είσοδο στη χώρα, χαρακτηρίζοντας την κατάσταση στα σύνορα πριν από την ανάληψη των καθηκόντων του ως «ανοιχτή» και επικίνδυνη για την εθνική ασφάλεια. Η γραμμή αυτή αποτέλεσε έναν από τους κεντρικούς άξονες της ομιλίας του, παρά τις αντιρρήσεις και κριτικές ότι οι αλλαγές αυτές δεν έχουν αποδώσει πλήρως τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Ο Τραμπ ανέφερε επίσης ότι η κυβέρνηση του σχεδιάζει περαιτέρω παρεμβάσεις για το 2026, συμπεριλαμβανομένων πρωτοβουλιών για τη μείωση των επιτοκίων και πιθανών αλλαγών στη σύνθεση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας, που, όπως είπε, θα υποστηρίξουν την οικονομική ανάπτυξη.
Το διάγγελμα πραγματοποιήθηκε εν μέσω αυξανόμενων αντιδράσεων και έντασης στην κοινή γνώμη σχετικά με την οικονομική κατάσταση της χώρας, με πολλές δημοσκοπήσεις να δείχνουν χαμηλή αξιολόγηση της διακυβέρνησης σε θέματα όπως το κόστος ζωής και η αντιμετώπιση του πληθωρισμού. Παρά τις αναφορές Τραμπ σε «ισχυρή» οικονομία, αρκετοί αναλυτές και πολιτικοί επικριτές επισημαίνουν ότι παραμένουν σημαντικές προκλήσεις για την καθημερινή οικονομική κατάσταση των πολιτών.