Η Σαουδική Αραβία κάλεσε την Πέμπτη τις δυνάμεις του Νότιου Μεταβατικού Συμβουλίου (STC) της Υεμένης, οι οποίες υποστηρίζονται από τα ΗΑΕ, να αποσυρθούν από τις ανατολικές επαρχίες Χαντραμούτ και Αλ-Μαχρά, τονίζοντας ότι οι πρόσφατες στρατιωτικές κινήσεις πραγματοποιήθηκαν μονομερώς και χωρίς συντονισμό με τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Υεμένης ή τον αραβικό συνασπισμό.
Σε ανακοίνωσή του, το σαουδαραβικό υπουργείο Εξωτερικών ανέφερε ότι η ανάπτυξη δυνάμεων του STC στις δύο επαρχίες οδήγησε σε «αδικαιολόγητη κλιμάκωση», η οποία έπληξε τα συμφέροντα του υεμενικού λαού, την υπόθεση του Νότου και τις προσπάθειες του συνασπισμού για σταθεροποίηση της χώρας.
Το Ριάντ υπογράμμισε ότι το τελευταίο διάστημα δίνει προτεραιότητα στη διατήρηση της ενότητας και στην αναζήτηση ειρηνικών λύσεων, εργαζόμενο για την εκτόνωση της έντασης σε συντονισμό με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Προεδρικό Συμβούλιο Ηγεσίας της Υεμένης και την κυβέρνηση της χώρας.
Στο πλαίσιο αυτών των προσπαθειών, η Σαουδική Αραβία ανακοίνωσε την αποστολή κοινής σαουδαραβο-εμιρατινής στρατιωτικής ομάδας στο Άντεν, με στόχο τη διαμόρφωση ρυθμίσεων με το STC που θα διασφαλίζουν την επιστροφή των δυνάμεών του στις προηγούμενες θέσεις τους, εκτός των επαρχιών Χαντραμούτ και Μαχρά.
Το σχέδιο προβλέπει επίσης την παράδοση στρατοπέδων στις Δυνάμεις Εθνικής Ασπίδας, που υπάγονται στο Προεδρικό Συμβούλιο Ηγεσίας, καθώς και στις τοπικές αρχές, μέσω οργανωμένων διαδικασιών και υπό την επίβλεψη του συνασπισμού.
Το βασίλειο σημείωσε ότι οι προσπάθειες για την αποκατάσταση της προηγούμενης κατάστασης συνεχίζονται, εκφράζοντας την ελπίδα ότι το STC θα θέσει το δημόσιο συμφέρον πάνω από κάθε άλλη σκοπιμότητα, τερματίζοντας την κλιμάκωση και αποσύροντας ομαλά και άμεσα τις δυνάμεις του από τις δύο επαρχίες. Παράλληλα, κάλεσε όλες τις υεμενικές πλευρές να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση και να αποφύγουν ενέργειες που θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την ασφάλεια και τη σταθερότητα.
Η Σαουδική Αραβία επανέλαβε ότι το ζήτημα του Νότου αποτελεί δίκαιη υπόθεση με ιστορικές και κοινωνικές διαστάσεις, επισημαίνοντας ωστόσο ότι η επίλυσή του πρέπει να προκύψει μέσα από έναν ευρύ, συμπεριληπτικό υεμενικό διάλογο και στο πλαίσιο μιας συνολικής πολιτικής λύσης. Τόνισε ακόμη τη στήριξή της στο Προεδρικό Συμβούλιο Ηγεσίας και την κυβέρνηση της Υεμένης στις προσπάθειες για ασφάλεια, σταθερότητα, ανάπτυξη και ειρήνη.
Από την πλευρά της, η υεμενική κυβέρνηση χαιρέτισε τις σαουδαραβικές πρωτοβουλίες για τον περιορισμό της έντασης και τη διαφύλαξη της ασφάλειας στις ανατολικές επαρχίες, επαινώντας τον συντονισμό του Ριάντ με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα «σε πνεύμα συνεργασίας και υπευθυνότητας».
Η κυβέρνηση υπογράμμισε ότι η σταθερότητα στη Χαντραμούτ και τη Μαχρά, καθώς και η προστασία του κοινωνικού τους ιστού, αποτελούν ύψιστη εθνική προτεραιότητα, προειδοποιώντας ότι οποιαδήποτε στρατιωτικά ή μέτρα ασφαλείας λαμβάνονται εκτός των συνταγματικών και θεσμικών πλαισίων και χωρίς προηγούμενο συντονισμό είναι «απαράδεκτα» και ενέχουν τον κίνδυνο περαιτέρω αποσταθεροποίησης.
Υπενθυμίζεται ότι από τις 3 Δεκεμβρίου οι δυνάμεις του STC έχουν καταλάβει τμήματα της Χαντραμούτ έπειτα από συγκρούσεις με τη Συμμαχία Φυλών της Χαντραμούτ και μονάδες της Πρώτης Στρατιωτικής Περιφέρειας που πρόσκεινται στην κυβέρνηση. Τέσσερις ημέρες αργότερα, επέκτειναν τον έλεγχό τους και στη Μαχρά, περιοχή που μέχρι τότε βρισκόταν υπό κυβερνητική διοίκηση.
Το STC υποστηρίζει ότι οι διαδοχικές κυβερνήσεις έχουν περιθωριοποιήσει πολιτικά και οικονομικά τις νότιες περιοχές της χώρας, ισχυρισμό που οι υεμενικές αρχές απορρίπτουν, επιμένοντας στη διατήρηση της εδαφικής ενότητας της Υεμένης.