Τελευταία φορά που ο «νοικοκυραίος» απασχολούσε τις αναλύσεις μετρήσεων κοινής γνώμης από τα κομματικά επιτελεία, κυρίως της ΝΔ, ήταν το 2022 – τότε, με αφορμή τις αντιδράσεις στον κυβερνητικό σχεδιασμό για την πανεπιστημιακή αστυνομία, εμφανιζόταν ως χάσταγκ στα social media ο «κυρ Παντελής».
Η κυβέρνηση μιλούσε επίμονα για αίτημα της κοινωνικής πλειοψηφίας, έχοντας προηγουμένως μετρήσει την αποδοχή του σχεδιασμού της πλειοψηφικά από τους δικούς της ψηφοφόρους, από την υπερδεξιά και από το ΠΑΣΟΚ, ακόμα και από τέσσερις στους δέκα ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο τριπλός κωδικός της ΝΔ
Σήμερα, η κυβέρνηση κάνει το ίδιο (στον απόηχο αντίστοιχων μετρήσεων), ρίχνοντας στον δημόσιο διάλογο το μήνυμα «τάξης» στον Αγνωστο Στρατιώτη με την επίκληση των «υγιών επιδιώξεων της σιωπηλής πλειοψηφίας». Διότι υπό το πρίσμα του Μεγάρου Μαξίμου και της ΝΔ οι «νοικοκυραίοι» δεν έχουν υποτιμητική χροιά – το αντίθετο: τους εντοπίζουν στη δεξαμενή των μικρομεσαίων, διακρίνουν σε αυτούς παραδοσιακά συντηρητικά αντανακλαστικά χωρίς αυστηρές κομματικές ταυτίσεις και πιστεύουν ότι αποτελούν ένα κρίσιμο κομμάτι του γαλάζιου 40% του 2023. Αυτό παλεύει να επαναπροσεγγίσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας επίμονα πλέον για τον «κοινωνικό και πατριωτικό» προσανατολισμό του.
Με το δικό του σκεπτικό, οι «νοικοκυραίοι» συγκροτούν την ήσυχη μερίδα της κοινωνίας που μένει έξω από εντάσεις, ιεραρχεί ψηλά την ασφάλεια (στα οικονομικά του, στη γειτονιά του κ.λπ.), δεν ρίχνεται παθιασμένα στις «μάχες» στα social media, συμμετέχει όμως σταθερά στις εκλογικές. «Οι πολίτες που ακούν και σκέφτονται είναι περισσότεροι από αυτούς που ξέρουν μόνο να φωνάζουν» έλεγε ο ίδιος πρόσφατα σε σύσκεψη με υπουργούς του.
Και η εκτίμηση που κυριαρχεί στο Μαξίμου είναι ότι αυτά τα ακροατήρια δεν έχουν κλείσει οριστικά τα αφτιά τους στον κυβερνητικό λόγο, παρότι μπορεί να στέκουν επικριτικά ή με απογοήτευση για τη ΝΔ στην γκρίζα ζώνη των δημοσκοπήσεων. Τις δικές τους απαιτήσεις ψάχνει τρόπο να καλύψει η κυβέρνηση με τον τριπλό κωδικό «τάξη», «ασφάλεια», «ευκαιρίες», ρίχνοντας δίχτυα ταυτόχρονα στους αυτοπροσδιοριζόμενους ως δεξιούς, κεντροδεξιούς και κεντρώους.
Το δίλημμα του ΠΑΣΟΚ
Η σχέση του ΠΑΣΟΚ με τους «νοικοκυραίους» καθορίζει το διαχρονικό του δίλημμα, που έγινε υπαρξιακό για το κόμμα την περίοδο της κρίσης: τη σύγκρουση των δύο ψυχών του. Η μια, η πιο επαναστατική, απευθύνεται κυρίως σε ακροατήρια που απαιτούν αλλαγές «εδώ και τώρα», που βγαίνουν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν, ενώ η άλλη, αυτή που σε μεγάλο βαθμό το κράτησε ζωντανό όταν επωμίστηκε το βάρος της διαχείρισης της κρίσης χρέους, βασίστηκε ακριβώς στη σχέση που είχε οικοδομηθεί με τον μικρομεσαίο νοικοκύρη, με αυτήν την εκλογική μάζα που εξελίχθηκε μαζί του, ακολούθησε τις κοινωνικές αλλαγές και δεν το εγκατέλειψε ούτε την περίοδο των μνημονίων.
Στην πράξη, αυτή η διττή φύση είναι «κλειδί» για ευρύτερη απεύθυνση όταν ένα κόμμα είναι μεγάλο, όσο όμως προσπαθεί να ξαναβρεί πρωταγωνιστικό βηματισμό εξελίσσεται περισσότερο σε διγλωσσία, δυσχεραίνοντας τη χάραξη σαφούς κατεύθυνσης. Η συζήτηση για το μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη είναι χαρακτηριστική: στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ακούστηκαν τρεις φωνές – μια, εκείνη του αρμόδιου τομεάρχη Μιχάλη Κατρίνη, που αναφερόταν στη λέξη «εκτροπή» για να περιγράψει τις κινήσεις τις κυβέρνησης, μια του εκπροσώπου Τύπου Κώστα Τσουκαλά που επέμεινε στον διχαστικό συμβολισμό της κίνησης και μια της βουλευτή Νάντιας Γιαννακοπούλου, που τόνιζε πως δεν μπορεί να καταλάβει «τι τιμή περιποιούμε με το να πατάμε ονόματα χαραγμένα στο κενοτάφιο ανθρώπων που έχουν πεθάνει για την πατρίδα».
Σε αυτή τη φάση, ερμηνεύοντας τους «νοικοκυραίους» ως ενδιάμεσο ακροατήριο με τη ΝΔ, ο Νίκος Ανδρουλάκης επιχειρεί να εκμεταλλευθεί την κινητικότητά τους και την απογοήτευσή τους από τη σημερινή κυβέρνηση. Με τεχνοκρατικό τρόπο, προσπαθεί να περιγράψει το πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ ως τη βασική, έτοιμη εναλλακτική απέναντι στην κυβερνητική πολιτική, αποδομώντας το αφήγημα της σταθερότητας, που συνεχίζει να αποτελεί βασικό διακύβευμα – με δομικά στοιχεία τη διαφάνεια και το κόστος ζωής.
Η αχίλλειος πτέρνα της Αριστεράς
Η παραδοσιακή εικόνα των κυρ Παντελήδων για ένα κομμάτι της Αριστεράς παραμένει το κυρίαρχο αφήγημα σε αυτή την πλευρά του πολιτικού φάσματος – ο μαγαζάτορας που καταδικάστηκε, μεταξύ άλλων, για τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα «νοικοκυραίου» των τελευταίων ετών. Ο ΣΥΡΙΖΑ, στον δρόμο προς την εξουσία, συναντήθηκε με αυτούς που αγανάκτησαν από την κατάσταση που επικρατούσε, ακόμα και αν στο παρελθόν, κυρίως την περίοδο του Δεκέμβρη του 2008 με τα φλεγόμενα δέντρα στην Πλατεία Συντάγματος, είχαν βρεθεί σε αντίπαλα στρατόπεδα.
Η αλλαγή στην προσέγγιση ήρθε αφότου η κυβέρνηση χάθηκε: η συζήτηση που προέκυψε στο εσωτερικό του κόμματος για την υπερφορολόγηση και το μαξιλάρι, βασιζόταν ακριβώς στην αδυναμία προσέγγισης του κόμματος με τη μεσαία τάξη, η οποία σταδιακά εξελίχθηκε στην αχίλλειο πτέρνα του.
Η διαπίστωση πως ο «νοικοκυραίος» δεν ήταν εχθρός οδήγησε στην προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να επαναπροσεγγίσει αυτό το ακροατήριο με κεντροαριστερή στροφή και στο αφήγημα και στη ρητορική – το αποτέλεσμα, όμως, των εκλογών του 2023 απέδειξε πως κάτι τέτοιο δεν ήταν εφικτό. Σήμερα, στις πρώτες του παρεμβάσεις μετά την παραίτησή του, ο Τσίπρας αφαιρεί το ιδεολογικό χρώμα της απογοήτευσης των πολιτών, θέλοντας να απευθυνθεί στην ίδια σιωπηλή πλειοψηφία που, είτε απέχοντας είτε καταψηφίζοντάς τον το 2019 (αλλά κυρίως το 2023) διαμόρφωσαν τη σχέση του με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Πηγή: tanea.gr