Στο πλαίσιο της δημόσιας συζήτησης για το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, ο Υπουργός Επικρατείας Άκης Σκέρτσοςυπογραμμίζει τη σημασία του ως συμβόλου εθνικής συνοχής και δημοκρατικής ωριμότητας για όλους τους Έλληνες.
Στο Βήμα της Κυριακής τονίζει ότι η μνήμη, ο σεβασμός και η ενότητα πρέπει να υπερισχύουν κάθε πολιτικής αντιπαράθεσης, διαφυλάσσοντας τον χώρο ως κοινό τόπο συμφιλίωσης.
Συγκεκριμένα γράφει:
Η δημόσια συζήτηση για το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη δεν αφορά μόνο ένα μακρινό παρελθόν και την τιμή που πρέπει να αποδίδουμε σε όσους πολέμησαν για την ελευθερία και τη δημοκρατία που απολαμβάνουμε σήμερα στην πατρίδα μας. Αφορά, εξίσου, το κοινό μας παρόν. Αλλά, πολύ περισσότερο, το κοινό μας μέλλον.
Συμβολίζει και θυμίζει όσα μας ενώνουν και πρέπει να μας ενώνουν την ύστατη στιγμή. Όταν βρισκόμαστε μπροστά σε υπαρξιακούς κινδύνους και απειλές για την πατρίδα μας. Τότε που όλες οι ταυτότητες, οι αντιθέσεις και οι διαφωνίες μπαίνουν στην άκρη. Τότε που καλούμαστε να ενωθούμε ως Έλληνες και Ελληνίδες πέρα και πάνω από ιδεολογίες, θρησκείες, κόμματα και ομάδες, για να προστατεύσουμε την κοινή μας πατρίδα.
Τέτοιοι κίνδυνοι δεν ανήκουν μόνο στα ιστορικά βιβλία. Είναι παρόντες και σήμερα — ίσως ακόμη πιο απειλητικοί, μέσα σε ένα γεωπολιτικά ρευστό περιβάλλον που κλονίζει όλη τη διεθνή αρχιτεκτονική ασφάλειας.
Το Μνημείο οφείλει να θυμίζει σε όλους ότι πέρα από τις τριβές και τις διαφωνίες της καθημερινότητας, έχουμε χρέος να διατηρήσουμε αλώβητο το κοινό μας βλέμμα, στραμμένο στον μακρύ ιστορικό χρόνο — σε ό,τι προηγήθηκε αλλά και σε ό,τι έρχεται.
Έχουμε χρέος να προασπίσουμε το Μνημείο ως κοινό τόπο εθνικής και δημοκρατικής συνεννόησης, σεβασμού των καταστατικών αρχών της πατρίδας μας και αποδοχής του διαφορετικού, χωρίς πολιτική μονομέρεια ή εγωιστική οικειοποίηση.
Συγκρούονται εδώ δύο δικαιώματα: αυτό της μνήμης και εκείνο της αγωνιστικής διεκδίκησης, με τα οποία είναι συνυφασμένη ιστορικά η πλατεία Συντάγματος. Όμως δεν είναι αναγκαστικά αντίθετα — μπορούν και πρέπει να συνυπάρξουν.
Αυτό επιβάλλει η δημοκρατική μας συνείδηση και η ιστορική μας μνήμη. Με μια νηφάλια δημόσια συζήτηση, που κατανέμει δίκαια σκοπούς, δικαιώματα και χρήσεις επί του Μνημείου και της πλατείας, χωρίς το ένα να επικυριαρχεί στο άλλο.
Η πρόταση της κυβέρνησης κινείται σε αυτό το πλαίσιο: μια νέα οριοθέτηση του Μνημείου, που περιλαμβάνει και τον χώρο μπροστά από αυτό, ώστε να προστατεύεται ως χώρος απόλυτου σεβασμού και μνήμης, με τη δέουσα θεσμική σοβαρότητα και ακεραιότητα.
Το δικαίωμα στην ειρηνική διαμαρτυρία δεν παρακωλύεται· συνυπάρχει με το Μνημείο, στην ευρύτερη πλατεία Συντάγματος.
Όσο για τη μνήμη των Τεμπών, αυτή δεν πρέπει να ξεχαστεί ποτέ. Το οφείλουμε σε όσους χάθηκαν, στις οικογένειες που πενθούν, και σε όλη την ελληνική κοινωνία. Γιατί αν ξεχαστούν, θα επαναληφθούν.
Πλάι στους νεκρούς των Τεμπών υπάρχουν και οι νεκροί της Μάνδρας και του Ματιού. Δεν υπάρχουν «δικοί μας» και «δικοί σας» νεκροί — είναι όλοι παιδιά, γονείς και αδέρφια μας.
Η μνήμη τους δεν υπηρετείται με διχασμό και αντισυστημική αμφισβήτηση των θεσμών, αλλά με δικαιοσύνη και ευθύνη.
Τιμούμε τη μνήμη τους με ασφαλείς σιδηροδρόμους, καλύτερους δρόμους, αναβαθμισμένη πολιτική προστασία και ένα αποτελεσματικό 112.
Γιατί, τελικά, η μνήμη και η ενότητα είναι ο καθημερινός αγώνας που πρέπει να δίνει κάθε δημοκρατία, για να έχει όχι μόνο παρελθόν, αλλά και παρόν και μέλλον.