29 Δεκεμβρίου 1941: Βύθιση του υποβρυχίου «ΠΡΩΤΕΥΣ» με την απώλεια όλου του πληρώματός του στην Αδριατική

 
29 Δεκεμβρίου 1941: Βύθιση του υποβρυχίου «ΠΡΩΤΕΥΣ» με την απώλεια όλου του πληρώματός του στην Αδριατική

Ενημερώθηκε: 29/12/23 - 12:39

Του Λεωνίδα Μπλαβέρη

Στις 29 Δεκεμβρίου 1941, το υποβρύχιο «ΠΡΩΤΕΥΣ» («Υ-3»), με κυβερνήτη τον Πλωτάρχη Μιχαήλ Χατζηκωνσταντή ΒΝ, χάθηκε αύτανδρο, στη διάρκεια της τρίτης πολεμικής του περιπολίας στα στενά του Οτράντο, στην Αδριατική, προκαλώντας τεράστια θλίψη στον ελληνικό λαό, όταν, στις 10 Ιανουαρίου 1941, επισημοποιήθηκε η απώλειά του από σχετική ανακοίνωση του ιταλικού ραδιοφώνου, καθώς ήταν η πρώτη τέτοιου είδους «μαζική» απώλεια, με τον θάνατο τόσων ανθρώπων ταυτόχρονα, στην ως τότε διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου.

Το 1927, το υποβρύχιο «ΠΡΩΤΕΥΣ», και επικεφαλής της κλάσεώς του, παραγγέλθηκε από την τότε Ελληνική κυβέρνηση στα ναυπηγεία “Ateliers & Chantiers de la Loire”, στη Ναντ της Γαλλίας, μαζί με άλλα τρία όμοιου τύπου υποβρύχια («ΠΡΩΤΕΥΣ», «ΓΛΑΥΚΟΣ», ΝΗΡΕΥΣ», «ΤΡΙΤΩΝ»).

Το Υ/Β «ΠΡΩΤΕΥΣ» ναυπηγήθηκε μεταξύ των ετών 1927–1929, το 1928 ύψωσε την Ελληνική σημαία στον ιστό του και στις 31 Αυγούστου 1929 παρελήφθη από το (τότε) Βασιλικό Ναυτικό και εντάχθηκε στη δύναμη του Ελληνικού Στόλου, με πλευρικό κωδικό «Υ-3».

Στις 28 Οκτωβρίου 1940, με την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου, το Υ/Β «ΠΡΩΤΕΥΣ», με κυβερνήτη τον Πλωτάρχη Μιχαήλ Χατζηκωνσταντή ΒΝ, απέπλευσε για την εκτέλεση της πρώτης του επιθετικής περιπολίας στο Ιόνιο πέλαγος, το διάστημα 30 Οκτωβρίου – 5 Νοεμβρίου 1940. Ο Πλωτάρχης Μ.Χατζηκωνσταντής, γεννήθηκε στον Πειραιά και ήταν ανεψιός του Ναυάρχου Αλέξανδρου Χατζηκυριάκου και αδερφός του Χρήστου Χατζηκωνσταντή, επίσης ναυάρχου του Πολεμικού Ναυτικού. Το 1921, ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση, εισήχθη στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων και στις 16 Ιανουαρίου 1926 ορκίστηκε Σημαιοφόρος και έλαβε το ξίφος του αξιωματικού. Ήταν συμμαθητής στη Σχολή με τον κυβερνήτη του θρυλικού υποβρυχίου «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ» Πλωτάρχη Μιλτιάδη Ιατρίδη ΒΝ.

Στις 31 Οκτωβρίου 1940, το Υ/Β «ΠΡΩΤΕΥΣ» κατέπλευσε στην Πάτρα, στη διάρκεια ιταλικής αεροπορικής επιδρομής εναντίον της πόλεως, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα ο υποβρύχιο να παραμείνει εν καταδύσει μέχρι το πέρας του συναγερμού, στις προσόδους του λιμανιού.

Στις 2 Νοεμβρίου 1940, το πλοίο εξήλθε στο Ιόνιο πέλαγος κατευθυνόμενο προς την περιοχή της περιπολίας του στην ευρύτερη περιοχή των Παξών.

Στις 3 Νοεμβρίου 1940, ενώ το σκάφος έπλεε εν καταδύσει στην περιοχή νοτίως των Παξών, παρατηρήθηκε πρόβλημα («σφήνωση») του πρωραίου πηδαλίου. Εξαιτίας του γεγονότος αυτού, αλλά και των δυσμενών καιρικών συνθηκών που επικρατούσαν στην περιοχή, ο Κυβερνήτης του διέταξε να κατευθυνθούν στην υπήνεμη περιοχή των Παξών, για να πραγματοποιηθεί πρόχειρη επισκευή του πηδαλίου. Ακολούθως, αφού έλαβε εντολή από τον ίδιο τον Αρχηγό Στόλου για επιστροφή στη βάση του, το Υ/Β «ΠΡΩΤΕΥΣ» ξεκίνησε το ταξίδι της επιστροφής στο Ναύσταθμο Σαλαμίνος, όπου κατέπλευσε το πρωινό της 5ης Νοεμβρίου 1940.

Στις 15 Νοεμβρίου 1940, το Υ/Β ΠΡΩΤΕΥΣ» απέπλευσε από το Ναύσταθμο για την εκτέλεση της δεύτερης πολεμικής του περιπολίας στο Ιόνιο, που διήρκησε μέχρι τις 24 Νοεμβρίου 1940.

Στις 19 Νοεμβρίου 1940, ο τηλεγραφητής του υποβρυχίου λαμβάνει σήμα ότι πρόκειται να πραγματοποιηθεί η μεταφορά μιας ολόκληρης ιταλικής μεραρχίας από την Τεργέστη στον Αυλώνα. Αμέσως ο Χατζηκωνσταντής διατάζει τον πλου του υποβρυχίου του στην περιοχή του Κάταρο Μαυροβουνίου, περιπολώντας εν καταδύσει καθ’ όλην την 20η του μηνός, χωρίς όμως να συναντήσει όμως κανένα ιταλικό πλοίο, με αποτέλεσμα να επιστρέψει στον Ναύσταθμο, όπου κατέπλευσε στις 24 Νοεμβρίου 1940, με εμφανή την απογοήτευση σε όλο το πλήρωμα.

Στο μεταξύ είχε σημειωθεί η επιτυχία του άλλου υποβρυχίου μας «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ», με κυβερνήτη τον συμμαθητή του Πλωτάρχη Μιλτιάδη (Μίλτο) Ιατρίδη ΒΝ, και ο ενθουσιασμός και οι (υπερβολικές) τιμές που είχαν αποδοθεί στον ίδιο και το πλήρωμά του εξαιτίας αυτής, ώστε αρκετές φορές ο Χατζηκωνσταντής έλεγε – μεταξύ σοβαρού και αστείου, αλλά ενδεικτικό της διαθέσεώς του – η γνωστή ρήση του Θεμιστοκλέους για τον Μιλτιάδη, μετά τη Μάχη του Μαραθώνος: «Ουκ εάν με καθεύδει το του Μιλτιάδου τρόπαιον», μέχρι που και ο ίδιος πέτυχε τον θρίαμβό του στη ναυμαχία της Σαλαμίνος!

Στις 26 Δεκεμβρίου 1940, το Υ/Β «ΠΡΩΤΕΥΣ» απέπλευσε από το Ναύσταθμο Σαλαμίνος για την τρίτη και τελευταία του πολεμική περιπολία, στα στενά του Οτράντο της Αδριατικής.

Στις 29 Δεκεμβρίου 1940, περιπολούσε ήδη σε περισκοπικό βάθος στον τομέα που του είχε ανατεθεί, όταν εντόπισε ιταλική νηοπομπή, αποτελούμενη από τα ιταλικά μεταγωγικά/οπλιταγωγά ατμόπλοια “SARDEGNA” (11.452 τόνων), “ITALIA” (5.018 τόνων) και “PIEMONTE” (15.209 τόνων), τα οποία συνοδεύονταν από το ιταλικό τορπιλοβόλο “ANTARES” (κλάσεως “Spica”), των 630 τόνων, με Κυβερνήτης τον Υποπλοίαρχος Νίκολο Νικολίνι (Nicolo Nicolini). Η νηοπομπή προερχόταν από τον Αυλώνα Αλβανίας με προορισμό το Μπρίντιζι της Ιταλίας. Η εκ των υστέρων κριτική στον Χατζηκωνσταντή έγκειτο σε αυτό ακριβώς το σημείο, δηλαδή ότι η νηοπομπή προφανώς ήταν άδεια ή στην καλύτερη περίπτωση μετέφερε τραυματίες, και επομένως – θεωρητικώς – πάντα δεν θα έπρεπε να επιτεθεί και έτσι να αποκαλύψει την παρουσία του, αλλά να συνεχίσει την περιπολία του και την ενέδρα του αναμένοντας κάποιο καλύτερο «θύμα», με την αντίθετη προφανώς κατεύθυνση. Κανείς δεν μπορεί να πει κάτι, για τον λόγο που οδήγησε τον Χατζηκωνσταντή στην τορπιλλική προσβολή της εχθρικής νηοπομπής, ίσως εδώ να έπαιξε ρόλο «…το του Μιλτιάδου τρόπαιον», ίσως να ένοιωθε την απογοήτευση του πληρώματός του μετά από δύο ατυχείς περιπολίες και να ήθελε να «εξαλείψει τη γρουσουζιά», που πολλοί θα πίστευαν αλλά κανείς δεν θα έλεγε φανερά εντός και εκτός του υποβρυχίου, ίσως να θεώρησε τη νηοπομπή ως έναν «εύκολο στόχο», καθώς συνοδευόταν από ένα μόνο ελαφρύ τορπιλλοβόλο. Ουδείς γνωρίζει, αφού ουδείς του πληρώματος επέζησε για να δώσει κάποια εξήγηση. Επομένως, ας μείνουμε στα γεγονότα.

Το Υ/Β «ΠΡΩΤΕΥΣ» επιτέθηκε με δέσμη τεσσάρων τορπιλλών ναντίον της εχθρικής νηοπομπής καταφέρνοντας να βυθίσει το οπλιταγωγό SS “SARDEGNA” (=Steam Ship/SS, ατμόπλοιο), που βυθίστηκε μετά από λίγα λεπτά, αλλά αμέσως μετά την εκτόξευση των τορπιλλών, από ένα κατασκευαστικό λάθος, το υποβρύχιο απώλεσε το βάθος που είχε τη στιγμή της επιθέσεως (περισκοπικό βάθος) με αποτέλεσμα να «βγει» στην επιφάνεια ο πυργίσκος του, και – στις 10:05 – να γίνει αντιληπτό από το τορπιλλοβόλο “ANTARES”, σε απόσταση μόλις 1.500 μέτρων μακριά του, που αύξησε αμέσως την ταχύτητά του εμβολίζοντάς το ακριβώς πριν τον πυργίσκο του προς την πρώρα, ενώ αμέσως μετά έριξε και τέσσερις βόμβες βάθους. Ο συνδυασμός αυτός είχε ως αποτέλεσμα το Υ/Β «ΠΡΩΤΕΥΣ» να βυθιστείαύτανδρο, και οι 48 ναυτικοί μας (6 αξιωματικοί και 42 υπαξιωματικοί και ναύτες) να χαθούν για πάντα στα παγωμένα νερά της Αδριατικής.

Στις 10 Ιανουαρίου 1941, γίνεται γνωστή στο πανελλήνιο η βύθιση του Υ/Β «ΠΡΩΤΕΥΣ», μετά από σχετικό ανακοινωθέν του ιταλικού ραδιοφωνικού σταθμού της Ρώμης, επιβεβαιώνοντας έτσι τους ανομολόγητους φόβους του Αρχηγείου Στόλου και του Βασιλικού Ναυτικού γενικότερα, καθώς το υποβρύχιό μας από τις 29 Δεκεμβρίου 1940 ως τις 10 Ιανουαρίου 1941 δεν είχε δώσει κανένα σημείο ζωής και ούτε είχε καταπλεύσει στο μεταξύ στο Ναύσταθμο.

H απώλεια του Υ/Β «ΠΡΩΤΕΥΣ» ήταν και η πρώτη απώλεια ελληνικού υποβρυχίου στον πόλεμο, προσθέτοντας μια ακόμη ηρωική σελίδα στην ιστορία του ένδοξου Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού. Από την πλευρά του το “ANTARES” υπέστη μικρές σχετικώς ζημιές από τον εμβολισμό και αφού περισυνέλεξε 220 ναυαγούς από το SS “SARDEGNA” (άλλοι 25 χάθηκαν με το πλοίο), συνέχισε την αποστολή του.

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ