Μετά από πέντε ώρες άκαρπων συζητήσεων στη Μόσχα, ΗΠΑ και Ρωσία δεν σημείωσαν την παραμικρή πρόοδο για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία — λογικό, αφού ο Βλαντίμιρ Πούτιν παραμένει αμετακίνητος, συνεχίζει να εκτοξεύει απειλές προς την Ευρώπη και στηρίζει όλη του τη «διπλωματία» στη στρατιωτική πίεση και σε μια οικονομία που, όσο κι αν τρίζει από κυρώσεις και εσωτερικές ρωγμές, ακόμη δεν έχει λυγίσει.
Σύμφωνα με Ρώσο διαπραγματευτή, ο Πούτιν απέρριψε επικριτικά κάθε πρόταση. Άλλωστε, πριν τις συνομιλίες είχε φροντίσει να διαμηνύσει πως είναι έτοιμος να πολεμήσει τους Ευρωπαίους συμμάχους της Ουκρανίας, εκείνους που την στηρίζουν οικονομικά και στρατιωτικά.
«Δεν σκοπεύουμε να πολεμήσουμε την Ευρώπη, αλλά αν μας επιθούν, είμαστε έτοιμοι», δήλωσε — άλλο ένα δείγμα της γνωστής ρητορικής του.
Τι, λοιπόν, θα ανάγκαζε τη Ρωσία να τερματίσει τη σύγκρουση; Χωρίς πραγματική πίεση, όπως αυστηρότερες κυρώσεις, όλα εξαρτώνται από την οικονομία και το πεδίο της μάχης. Κι όσο κι αν η Ρωσία αντιμετωπίζει σοβαρές δυσκολίες, τίποτα —προς το παρόν— δεν είναι αρκετά οριακό ώστε να δώσει στις ΗΠΑ το πάνω χέρι σε αυτήν την τρίτη απόπειρα του προέδρου Τραμπ να «μεσολαβήσει».
Μια οικονομία που αντέχει… κουτσά-στραβά, και ένας πόλεμος φθοράς που σέρνεται
«Υπάρχουν σημεία όπου ο Πούτιν πιθανότατα πιέζεται, αλλά τίποτα δεν έχει φτάσει σε επίπεδο που να του επιβάλει πραγματική επιλογή ή αναδίπλωση», δήλωσε η Φιόνα Χιλ, ανώτερη αναλύτρια στο Brookings και πρώην σύμβουλος της κυβέρνησης Τραμπ.
Πριν από τις συνομιλίες, ο Πούτιν διαβεβαίωνε ότι έχει και την οικονομία και τον στρατό που χρειάζεται για να συνεχίσει τον πόλεμο. Την Τετάρτη, ο Γιούρι Ουσακόφ —σύμβουλος που συμμετείχε στη συνάντηση— επανέλαβε το αφήγημα περί ρωσικής «ισχύος», υποστηρίζοντας πως οι πρόσφατες στρατιωτικές επιτυχίες «έχουν επηρεάσει θετικά» τις διαπραγματεύσεις. Με άλλα λόγια, ότι η συνέχιση του πολέμου είναι… προϋπόθεση για την ειρήνη.
Οι ρωσικές ελίτ δεν κουράζονται να αναπαράγουν αυτή την εικόνα.
Ο Φιοντόρ Λουκιανόφ, εξέχων αναλυτής της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής, έγραψε στη Rossiyskaya Gazeta ότι η στρατιωτική ισχύς είναι το βασικό εργαλείο της Ρωσίας για να «ανοίγει νέες οικονομικές ευκαιρίες» — μια διατύπωση που μοιάζει περισσότερο με ευφημισμό για την πολεμική οικονομία.
Τα έσοδα από πετρέλαιο και φυσικό αέριο —η βασική χρηματοδότηση του πολέμου— έχουν πέσει, ενώ οι νέες αμερικανικές κυρώσεις στη Rosneft και τη Lukoil τον Οκτώβριο επιδείνωσαν την κατάσταση. Παρότι οι εισπράξεις μειώθηκαν κατά 27% σε σχέση με πέρσι, η Μόσχα εξακολουθεί να αποκομίζει τεράστια ποσά χάρη στο ενεργειακό της δίκτυο και τον «σκιώδη στόλο» δεξαμενόπλοιων που παρακάμπτουν κυρώσεις.
Η πτώση στα πετρελαϊκά έσοδα, σύμφωνα με τον Κλίφορντ Κάπτσαν, θα είναι ένας μόνιμος πονοκέφαλος για την πολεμική μηχανή της Ρωσίας· αλλά χωρίς πιο σκληρά μέτρα —π.χ. περιορισμούς στις εξαγωγές προς την Κίνα, ένα σενάριο μάλλον εξωπραγματικό— η ζημιά δεν φτάνει σε σημείο που να λυγίζει το Κρεμλίνο.
Μια τραπεζική κρίση θα μπορούσε να πιέσει τον Πούτιν, αλλά οι τεχνοκράτες του μέχρι στιγμής κρατούν το σύστημα όρθιο. Οι κρατικές δαπάνες για όπλα εκτόξευσαν τον πληθωρισμό και η Κεντρική Τράπεζα αντέδρασε με επιτόκια-σοκ. Το βασικό επιτόκιο έχει πια μειωθεί στο 16,5%, αλλά πολλές σημαντικές επιχειρήσεις δυσκολεύονται με τα δάνειά τους. Οι Ρωσικοί Σιδηρόδρομοι, για παράδειγμα, πνίγονται σε χρέη 50 δισ. δολαρίων, καθώς οι μεταφορές καταρρέουν.
Οι καταναλωτές επίσης βουλιάζουν στα χρέη, με αποτέλεσμα οι πωλήσεις αυτοκινήτων να κατακρημνίζονται. Η AvtoVAZ αναγκάζεται να μειώσει την παραγωγή κατά 40% και να περάσει σε τετραήμερη εργασία.
Ακόμη και η κρατική τηλεόραση αφήνει να ακουστούν παράπονα για την «οικονομία των λογιστών» που δεν έχει μακροπρόθεσμο σχέδιο — όπως είπε ο καθηγητής Αντρέι Μπεζρούκοφ.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον οικονομολόγο Κονσταντίν Σόνιν, είναι απίθανο οι Ρώσοι να διαμαρτυρηθούν μαζικά για οικονομικούς λόγους.
Στο μέτωπο του πολέμου, η Ρωσία εξακολουθεί να καταγράφει αργή αλλά σταθερή πρόοδο, κυρίως στο Ντονέτσκ. Πρόσφατος ισχυρισμός για την κατάληψη της Ποκρόβσκ αμφισβητήθηκε τόσο από την Ουκρανία όσο και από Ρώσους μπλόγκερ.
Οι στρατιωτικές «νίκες» κοστίζουν δεκάδες χιλιάδες ζωές τον μήνα, αλλά το καθεστώς δεν δείχνει να συγκινείται. Ο Πούτιν έχει στοιχηματίσει την πολιτική του επιβίωση στο αποτέλεσμα του πολέμου — και αγοράζει τη συνέχισή του με υψηλές αποζημιώσεις στους στρατιώτες. Παράλληλα, ο ρωσικός στρατός προσπαθεί να περιορίσει το ουκρανικό πλεονέκτημα στα drone, αλλά εξακολουθεί να μην έχει τις δυνάμεις που απαιτούνται για σημαντική προέλαση.
Παρόλα αυτά, ο Πούτιν μοιάζει απόλυτα ικανοποιημένος με έναν μακρύ πόλεμο φθοράς, επιμένοντας ότι η Ρωσία «κερδίζει».
Όπως παρατηρεί ο Ντμίτρι Κούζνετς του Meduza: «Ο ρυθμός της επίθεσης είναι ο ίδιος εδώ και έναν χρόνο — και έτσι θα συνεχιστεί». Ένας πόλεμος που σέρνεται, αλλά που το Κρεμλίνο εξακολουθεί να παρουσιάζει ως θρίαμβο.