Financial Times: Γιατί οι ΗΠΑ δεν μπόρεσαν να αποδεσμευτούν από τη Μέση Ανατολή

 
trump summit for gaza

Ενημερώθηκε: 15/10/25 - 18:46

Εδώ και οκτώ δεκαετίες, οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν ο καθοριστικός παράγοντας στη Μέση Ανατολή. Παρά τις διακηρύξεις απεμπλοκής από τον Ομπάμα έως τον Τραμπ, η Ουάσινγκτον επιστρέφει ξανά στον ρόλο του ρυθμιστή, αυτή τη φορά με την επιχείρηση κατά του Ιράν και μια εύθραυστη ειρηνευτική συμφωνία στη Γάζα.

Έχουν περάσει 80 χρόνια από τη συνάντηση του Φραγκλίνου Ρούζβελτ με τον βασιλιά Αμπντουλαζίζ της Σαουδικής Αραβίας πάνω στο USS Quincy, μια ιστορική στιγμή που σηματοδότησε την απαρχή της αμερικανικής παρουσίας στη Μέση Ανατολή, σημειώνουν σε ανάλυσή τους οι Financial Times. Από τότε, η Ουάσιγκτον δεν κατάφερε ποτέ να αποδεσμευτεί πλήρως από την περιοχή.

Ακόμη και πρόεδροι όπως ο Μπάρακ Ομπάμα και ο Ντόναλντ Τραμπ, που εξελέγησαν ως επικριτές της αμερικανικής εμπλοκής, βρέθηκαν τελικά να συνεχίζουν τη στρατηγική παρουσία των ΗΠΑ. Η αποτυχημένη κατοχή του Ιράκ, η ενεργειακή αυτάρκεια και η άνοδος της Κίνας φάνηκαν να στρέφουν το ενδιαφέρον αλλού, όμως η πραγματικότητα της Μέσης Ανατολής εξακολουθεί να κρατά τις ΗΠΑ βαθιά δεσμευμένες στην περιοχή.

Τον Ιούνιο, οι ΗΠΑ επιτέθηκαν σε ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις στο πλαίσιο της Επιχείρησης Midnight Hammer. Ο Τραμπ μόλις συμφώνησε για την πρώτη φάση μιας εύθραυστης ειρηνευτικής διαδικασίας Ισραήλ-Χαμάς, η οποία προβλέπει τη δημιουργία Διεθνούς Δύναμης Σταθεροποίησης στη Γάζα. Στην καλύτερη περίπτωση, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα χρειαστεί να λειτουργήσουν ως συντονιστής και παράγοντας πίεσης στους περιφερειακούς παίκτες για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα. Παραμένουν, εξάλλου, περίπου 40.000 Αμερικανοί στρατιώτες στην περιοχή.

Τα διδάγματα από την αποτυχία απεμπλοκής των ΗΠΑ 

Όπως αναφέρουν οι FT, πρώτον, οι άνθρωποι υπερτιμούν τον ρόλο της βούλησης και της δράσης στην πολιτική. Τα εξωτερικά γεγονότα είναι αυτά που καθορίζουν πού στρέφεται η προσοχή μιας χώρας, ακόμη και μιας υπερδύναμης.

Από τη στιγμή που ξέσπασε ο πόλεμος Ισραήλ–Χαμάς στη Γάζα, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν υπήρχε καμία ελπίδα να μείνουν αμέτοχες, τουλάχιστον όχι χωρίς να χάσουν κύρος, και άρα αξιοπιστία, σε άλλες περιοχές.

Υπάρχει μια πτέρυγα των Ρεπουμπλικανών που αντιμετωπίζει τον κόσμο σαν μία μηχανική ισορροπία: λιγότεροι πόροι στο ΝΑΤΟ σημαίνει περισσότεροι για τον «Ινδο-Ειρηνικό» και το αντίστροφο. Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι η συγκεκριμένη τακτική ενίοτε δημιουργεί προβλήματα παρά λύνει.

Ακόμη και σήμερα, η Ουάσιγκτον φέρεται να ετοιμάζει μια αναθεωρημένη στρατηγική εθνικής ασφάλειας, με έμφαση στο δυτικό ημισφαίριο.

Όμως, η εμπειρία των τελευταίων χρόνων δείχνει πως πάντα θα προκύψει ένα γεγονός αλλού που θα ανατρέψει τα σχέδια, όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία, που καθυστέρησε τη στροφή της αμερικανικής προσοχής προς την Ασία. Ίσως, γι’ αυτό, ένας ειλικρινής πρόεδρος θα βάφτιζε τη στρατηγική του: «Όταν ο άνθρωπος κάνει σχέδια, ο Θεός γελά».

Αν και γίνεται συχνά λόγος για τη φιλοδοξία του Τραμπ να βραβευθεί με το Νόμπελ Ειρήνης, ο εγωισμός δεν είναι μόνο προσωπικός. Είναι και εθνικός.

Οι ΗΠΑ συνεχίζουν να επιδεικνύουν ισχύ στη Μέση Ανατολή, γιατί είναι από τα λίγα μέρη όπου μπορούν ακόμη να το κάνουν, καθώς σχεδόν κάθε χώρα της περιοχής εξαρτάται με κάποιο τρόπο από την Ουάσιγκτον, για ασφάλεια, άρση κυρώσεων ή τεχνολογική στήριξη. Αντίθετα, ο Βλαντίμιρ Πούτιν μπορεί να αντιστέκεται στις αμερικανικές πιέσεις.

Κι αφού οι ΗΠΑ διαθέτουν τέτοια μοναδική επιρροή στη Μέση Ανατολή, θα έπρεπε να επιδείξουν τεράστια αυτοσυγκράτηση για να μην επιδιώξουν να την ασκήσουν.

Ένας λόγος για να αντιμετωπίζουμε με επιφύλαξη τις δηλώσεις περί «αμερικανικού απομονωτισμού» είναι ότι η εθνική υπερηφάνεια σπάνια υποχωρεί. Καμία υπερδύναμη δεν επέλεξε να παραιτηθεί οικειοθελώς από την εξωτερική της επιρροή. Η Βρετανία και η Γαλλία αναδιπλώθηκαν από οικονομική ανάγκη, ενώ η Ιαπωνία και η Γερμανία χρειάστηκε να δουν τις φιλοδοξίες τους να συντρίβονται στρατιωτικά.

Στη Μέση Ανατολή, οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν ακόμη να διαδραματίζουν τον ρόλο της υπερδύναμης,  έναν ρόλο που αμφισβητείται ολοένα και περισσότερο σε άλλες περιοχές του κόσμου.
Δεν είναι τυχαίο ότι μια κινεζική πρωτοβουλία για συμφωνία στη Γάζα δεν αποτέλεσε καν θέμα συζήτησης.

Η περιοχή λειτουργεί σαν θύρα εισόδου στον παλαιό κόσμο της αμερικανικής πρωτοκαθεδρίας, έστω κι αν η Κίνα, ως μεγαλύτερος πλέον καταναλωτής πετρελαίου της Μέσης Ανατολής, την προσεγγίζει.

Αν υπάρχει ένα σταθερό μοτίβο στον 21ο αιώνα, είναι ότι τα πράγματα δεν αλλάζουν τόσο εύκολα. Μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, θεωρείτο πως οι συμβατικοί πόλεμοι μεταξύ κρατών ανήκαν στο παρελθόν και ότι θα τους διαδέχονταν ασύμμετρες συγκρούσεις. Η στρατιωτική θεωρία ξαναγράφτηκε πάνω σε αυτή την παραδοχή.

Μια γενιά αργότερα, όμως, βλέπουμε έναν πόλεμο ξηράς μεταξύ κρατών  και μάλιστα στην Ευρώπη, σαν να βρισκόμαστε στο 1870 ή το 1940.

Η αδυναμία της Αμερικής να εγκαταλείψει τη Μέση Ανατολή εντάσσεται στο ίδιο μοτίβο. Μέσα στον καταιγισμό της σύγχρονης ειδησεογραφίας, χρειάζεται πραγματική προσπάθεια για να αντιληφθεί κανείς πόσα λίγα αλλάζουν στην ουσία.

Σε ζητήματα ιδιοσυγκρασίας και κοσμοθεωρίας, ίσως δεν υπήρξε ποτέ τόσο μεγάλη αντίθεση όπως εκείνη των Ομπάμα-Τραμπ. Κι όμως, και οι δύο επένδυσαν τεράστιους πόρους στη Μέση Ανατολή: Ο πρώτος προσπαθώντας να επανεντάξει το Ιράν στο διεθνές πλαίσιο, ο δεύτερος επιβάλλοντας κυρώσεις και πιέσεις εναντίον του.

Και οι δύο διέταξαν αεροπορικά πλήγματα στη Συρία, είτε εναντίον του Ισλαμικού Κράτους, είτε κατά του καθεστώτος Άσαντ.

Και οι δύο κατέληξαν πολύ μακριά από την αρχική τους πρόθεση να υποβαθμίσουν τη σημασία της περιοχής, γεγονός που δείχνει ότι οι δομικές δυνάμεις κρατούν τις ΗΠΑ εγκλωβισμένες στη Μέση Ανατολή.

Η πραγματική «αποτυχία» δεν είναι ότι παραμένουν εκεί, αλλά ότι επιμένουν να μιλούν για απεμπλοκή.

Πηγή: skai.gr

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ