Το βράδυ της Παρασκευής 31 Οκτωβρίου το Κρεμλίνο εξέδωσε μια ανακοίνωση μετά την επιστολή που έλαβε από το Καράκας για στρατιωτική ενίσχυση, ενόψει της αμερικανικής απειλής. Σύμφωνα με αυτή η Μόσχα στηρίζει τη Βενεζουέλα «στην υπεράσπιση της εθνικής κυριαρχίας» δηλώνοντας «έτοιμη να ανταποκριθεί κατάλληλα στα αιτήματα των εταίρων μας υπό το φως των αναδυόμενων απειλών». Τι μπορεί να όμως να κάνει η Μόσχα σύμφωνα με τη Washington Post;
Δίχως αμφιβολία, η συσσώρευση στρατιωτικών ναυτικών δυνάμεων στην Καραϊβική είναι τέτοιας κλίμακας που υποδηλώνει ότι η αμερικανική κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ ενδέχεται να προετοιμάζεται για επεκτείνει την επιχείρηση κατά των ναρκωτικών σε τέτοιο βαθμό που είναι πολύ πιθανό να δούμε πλήγματα και κατά της Βενεζουέλας.
Πρόκειται για μια εντυπωσιακή δύναμη που αποτελείται από οκτώ πολεμικά, ένα πλοίο ειδικών επιχειρήσεων και ένα πυρηνοκίνητο επιθετικό υποβρύχιο. Την ίδια στιγμή καταφθάνει και το αεροπλανοφόρο USS Gerald R. Ford φέρνοντας μαζί του τρία ακόμα πολεμικά πλοία και πάνω από 4.000 επιπλέον στρατεύματα.
Σύμφωνα με το αμερικανικό δημοσίευμα είναι ίσως η μεγαλύτερη πρόκληση για τον Μαδούρο από τότε που ανέλαβε την ηγεσία της χώρας το 2013.
Αν και ο Αμερικανός πρόεδρος άφησε να εννοηθεί ότι θα εντατικοποιήσει τις επιχειρήσεις κατά του Μαδούρο, ωστόσο αρνήθηκε ότι εξετάζεται στρατιωτικό πλήγμα στη Βενεζουέλα.
Φυσικά η κυβέρνηση του Καράκας όντας σε κατάσταση συναγερμού έχοντας τον ισχυρότερο στόλο του πλανήτη κοντά στις ακτές της, ζήτησε βοήθεια μέσω επιστολών τόσο σε Ρωσία, όσο και Κίνα.
Όπως και η Ουκρανία;
Η Βενεζουέλα βρίσκεται στην «αυλή» των ΗΠΑ που σημαίνει ότι είναι ενταγμένη στο πεδίο των χωρών που καλύπονται απο το 200 ετών «Δόγμα Μονρόε», δηλαδή της αποτροπής οποιασδήποτε επέμβασης στο δυτικό ημισφαίριο που ελέγχει αυτόκλειται η Ουάσιγκτον.
Είναι κάτι αντίστοιχο -αν και όχι στην ίδια κλίματα- με ότι συμβαίνει τα τελευταία χρόνια με την Ουκρανία. Οι Δυτικοί επιχείρησαν για χρόνια να εγκολπίσουν στην Ουκρανία κάτι φυσικά που η Μόσχα είχε προειδοποιήσει ότι δεν θα το επιτρέψει. Έτσι οδηγηθήκαμε στη ρωσική εισβολή του 2022.
Στη μεν Ουκρανία όμως, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, απέστειλε σημαντικό εξοπλισμό, καθώς και οικονομική βοήθεια, κάνοντας δύσκολη τη ζωή των ρωσικών στρατευμάτων. Το ζήτημα είναι αν η Μόσχα ενδιαφέρεται και αν μπορεί.
Τι διακυβεύεται για τη Μόσχα
Σίγουρα για τη Μόσχα η πτώση του Μαδούρο είναι κατι απευκταίο. Οι δεσμοί Ρωσίας-Βενεζουέλας σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο άρχισαν να χτίζονται μετά την ανάληψητη της εξουσίας στο Καράκας από τον χαρισματικό σοσιαλιστκή ηγέτη Ούγκο Τσάβες, το 1999. Σήμερα αυτοί οι δεσμοί αγγίζουν σημαντικούς τομείς όπως τα πετροχημικά, τα εξοπλιστικά, κοινές στρατιωτικές επιχειρήσεις και συναλλαγές κρυπτονομισμάτων, σύμφωνα με αναλυτές.
Σημαντικά έργα μεταξύ των δύο χωρών συνεχίζουν να προχωρούν, συμπεριλαμβανομένου ενός εργοστασίου πυρομαχικών Καλάσνικοφ που άνοιξε τον Ιούλιο στην πολιτεία Αράγκουα της Βενεζουέλας, περίπου 20 χρόνια μετά την εξαγγελία του.
Η Μόσχα έχει επίσης δικαιώματα έρευνας για δυνητικά δισεκατομμύρια δολάρια σε ανεκμετάλλευτα αποθέματα φυσικού αερίου και πετρελαίου, ενώ πρόσφατα επικύρωσε μια νέα στρατηγική συνθήκη με το Καράκας.
Η σύγκρουση ίσως εξυπηρετεί τον Πούτιν
Η αντιπαράθεση μεταξύ Ουάσιγκτον και Καράκας θα μπορούσε ακόμη και να προσφέρει στους Ρώσους απροσδόκητα οφέλη, καθώς αποσπά την αμερικανική προσοχή από την Ευρώπη.
«Το γεγονός ότι έχουμε μεταφέρει πάνω από το 10% των ναυτικών μας μέσων στην Καραϊβική είναι ήδη νίκη, σε κάποιο βαθμό, για τον Πούτιν», είπε ο Τζέιμς Στόρι, πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στη Βενεζουέλα και ιδρυτικός εταίρος της Global Frontier Advisors, μιας γεωπολιτικής συμβουλευτικής. «Το ανανεωμένο ενδιαφέρον μας για όλα όσα αφορούν το Δυτικό Ημισφαίριο αποσπά την προσοχή μας από την Ουκρανία. Και αυτό είναι καλό για τον Πούτιν».
Τι προσφέρει η Μόσχα
Σχολιάζοντας τις αμερικανικές ενέργειες, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ εξέφραση στις αρχές Οκτωβρίου, «εσοβαρή ανησυχία για την αυξανόμενη κλιμάκωση των δραστηριοτήτων της Ουάσιγκτον στην Καραϊβική Θάλασσα» σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Βενεζουελάνο ομόλογό του. Πιο πρόσφατα, την Τετάρτη 29 Οκτωβρίου, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ δήλωσε ότι η Μόσχα «σέβεται την κυριαρχία της Βενεζουέλας» και πιστεύει ότι το ζήτημα πρέπει να επιλυθεί σύμφωνα με το «διεθνές δίκαιο».
Ωστόσο, σύμφωνα με ειδικούς που επικαλείται η Washington Post ίσως το ενδιαφέρον της Μόσχας να στηρίξει τον Μαδούρο μπορεί να έχει μειωθεί με τα χρόνια.
Η Ρωσία, επίσης περισσότερο απασχολημένη με δικά της προβλήματα πιο κοντά της έχοντας παράλληλα και τις δυτικές κυρώσεις να διαχειριστεί. Έχοντας ήδη δαπανήσει στον πόλεμο στην Ουκρανία, οι ρωσικές δυνατότητες για τη Βενεζουέλα δεν είναι και τόσο ξεκάθαρες.
Αμυντικοί αναλυτές λένε ότι η Μόσχα έχει μεταφέρει ορισμένους από τους βασικούς σταθμούς συλλογής πληροφοριών της στη Λατινική Αμερική από τη Βενεζουέλα στη Νικαράγουα, όπου ο φιλορώσος πρόεδρος, Ντανιέλ Ορτέγα, έχει παγιώσει την εξουσία του.
«Η πραγματικότητα είναι ότι η Ρωσία ήταν σχετικά ήσυχη στο θέμα της Βενεζουέλας», είπε ο Ντάγκλας Φάρα, πρόεδρος της εταιρείας συμβούλων εθνικής ασφάλειας IBI Consultants. «Και έχει δαπανήσει ελάχιστο πολιτικό κεφάλαιο για να υπερασπιστεί τον Μαδούρο».
Δεν πρέπει να υποτιμηθούν οι Ρώσοι
Παρότι η κινεζική και ρωσική στρατιωτική διπλωματία λειτουργεί σήμερα κυρίως ως εργαλείο ήπιας ισχύος και δεν έχει ακόμη μετατραπεί σε απτές απειλές για την αμερικανική στρατιωτική επιρροή στην περιοχή, το Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Μελετών προειδοποιεί τις ΗΠΑ να μην υποτιμήσουν τις μακροπρόθεσμες συνέπειές της.
«Προς το παρόν, η Ουάσιγκτον παραμένει ο προτιμώμενος αμυντικός εταίρος για πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής» και προσθέτει ωστόσο ότι «οι ΗΠΑ οφείλουν να κάνουν περισσότερα για να διατηρήσουν αυτό το πλεονέκτημα και να ελαχιστοποιήσουν τις ευκαιρίες που έχουν η Κίνα και η Ρωσία να αξιοποιήσουν τη στρατιωτική διπλωματία για περισσότερες πωλήσεις όπλων, συμφωνίες καθεστώτος δυνάμεων (SOFA) ή εγκατάσταση βάσεων στην περιοχή».
Το ζήτημα είναι λοιπόν τι μπορούν να προσφέρουν άμεσα οι Ρώσοι, ώστε να αγκυστρώσουν πόρους, χρήμα και στρατιωτικές δυνάμεις στην Καραϊβική, ισορροπώντας την ανανεωμένη αμερικανική πίεση στο ουκρανικό μέτωπο.