Τι θα μπορούσε να ωθήσει τη Ρωσία στην ειρήνη - Ο ρόλος της οικονομίας και το πεδίο των μαχών

 
ουκρανικο

Ενημερώθηκε: 03/12/25 - 18:52

Μετά από σχεδόν πέντε ώρες διαβουλεύσεων την Τρίτη μεταξύ Αμερικανών και Ρώσων αξιωματούχων για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, οι συνομιλίες κατέληξαν χωρίς καμία ουσιαστική πρόοδο — μια ακόμη ένδειξη ότι η Μόσχα δεν δείχνει διάθεση για πραγματική αποκλιμάκωση.

Ρώσος διαπραγματευτής δήλωσε πως ο Βλαντιμίρ Πούτιν αντιμετώπισε με δυσμένεια όσα του προτάθηκαν, συνεχίζοντας τη γνωστή του τακτική της επιθετικής αδιαλλαξίας.

Λίγο πριν από τις επαφές, ο Ρώσος πρόεδρος είχε ήδη προειδοποιήσει ότι είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει ακόμη και τους Ευρωπαίους συμμάχους της Ουκρανίας, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο περαιτέρω κλιμάκωσης: «Δεν σχεδιάζουμε πόλεμο με την Ευρώπη, αλλά αν ξεκινήσει, είμαστε έτοιμοι». Μία δήλωση που περισσότερο θύμιζε εκβιαστική επίδειξη δύναμης παρά σοβαρή διπλωματική τοποθέτηση.

Το κεντρικό ερώτημα πλέον είναι τι θα μπορούσε να οδηγήσει τη Ρωσία να τερματίσει τον πόλεμο. Αναλυτές εκτιμούν ότι, χωρίς ισχυρότερη πίεση — όπως πιο σκληρές κυρώσεις από τη διοίκηση Τραμπ — τα περιθώρια περιορίζονται σε δύο παράγοντες: την οικονομία και το πεδίο των μαχών.

Παρότι η Μόσχα αντιμετωπίζει δυσκολίες και στα δύο μέτωπα, τίποτα δεν φαίνεται αρκετά δραματικό ώστε να αλλάξει τον υπολογισμό του Κρεμλίνου. Όπως συνοψίζει η Φιόνα Χιλ του Brookings Institution, «ο Πούτιν ίσως νιώθει πιέσεις, αλλά όχι σε βαθμό που να τον αναγκάζουν να αποφασίσει ότι έχει ξεμείνει από επιλογές».

Πριν τις συνομιλίες, ο Πούτιν επισκέφθηκε στρατιωτικό αρχηγείο και οικονομικό φόρουμ, επιχειρώντας να παρουσιάσει μια εικόνα οικονομικής και στρατιωτικής αντοχής. Στον εσωτερικό κύκλο εξουσίας, η ρητορική αυτή αναπαράγεται άκριτα: ο σχολιαστής Φιοντόρ Λουκιάνοφ τόνισε ότι η στρατιωτική ισχύς παραμένει «κλειδί» ακόμη και για την «απελευθέρωση» οικονομικών ευκαιριών — μια θέση που αποκαλύπτει πόσο βαθιά η Ρωσία έχει συνδέσει την οικονομία της με τον πόλεμο.

Την ίδια στιγμή, τα έσοδα από πετρέλαιο και φυσικό αέριο μειώνονται αισθητά, ενισχυμένα από νέες αμερικανικές κυρώσεις κατά της Rosneft και της Lukoil τον Οκτώβριο. Σύμφωνα με το ρωσικό υπουργείο Οικονομικών, τα φορολογικά έσοδα από τον ενεργειακό τομέα έπεσαν στα 10 δισ. δολάρια, πτώση 27% σε σχέση με πέρυσι. Παρά τη μείωση, η Μόσχα εξακολουθεί να συγκεντρώνει σημαντικά ποσά μέσω των εξαγωγών, αξιοποιώντας μεταξύ άλλων τον λεγόμενο «στόλο-σκιών» δεξαμενόπλοιων.

Αναλυτές επισημαίνουν ότι η πτώση των ενεργειακών εσόδων αποτελεί «μόνιμο πονοκέφαλο» που διαβρώνει σταδιακά τη ρωσική πολεμική προσπάθεια. Όμως, όπως σημειώνει ο Κλίφορντ Κάπτσαν του Eurasia Group, για να αλλάξει πραγματικά η εικόνα θα χρειάζονταν πολύ πιο ισχυρά πλήγματα — κυρώσεις που θα έκοβαν τη ροή εξαγωγών προς την Κίνα ή εξαιρετικά επιτυχημένα ουκρανικά χτυπήματα.

Μια τραπεζική κρίση θα μπορούσε επίσης να πιέσει το Κρεμλίνο, αλλά μέχρι στιγμής οι Ρώσοι τεχνοκράτες έχουν περιορίσει το σοκ. Παρ’ όλα αυτά, τα υψηλά επιτόκια της Κεντρικής Τράπεζας έχουν οδηγήσει σε προβλήματα δανεισμού για τις επιχειρήσεις, ενώ τα Ρωσικά Σιδηροδρομικά αντιμετωπίζουν χρέη άνω των 50 δισ. δολαρίων.

Οι πιέσεις περνούν και στους πολίτες, με την αγορά αυτοκινήτου να κατρακυλά και την AvtoVAZ να μειώνει την παραγωγή κατά 40% και να περνά σε τετραήμερη εργασία. Ακόμη και σε κρατικά τηλεοπτικά πάνελ, φιλοκυβερνητικοί αναλυτές αρχίζουν να παραδέχονται —έστω διστακτικά— τις οικονομικές δυσλειτουργίες.

Στο πεδίο των μαχών, η Ρωσία σημειώνει βήματα προέλασης, κυρίως στο νοτιοανατολικό Ντονέτσκ, ανακοινώνοντας την κατάληψη της Ποκρόφσκ — ισχυρισμός που αμφισβητείται από την Ουκρανία αλλά και από φιλορώσους πολεμικούς μπλόγκερ. Οι προωθήσεις αυτές όμως έχουν τεράστιο ανθρώπινο κόστος, το οποίο το Κρεμλίνο μοιάζει πρόθυμο να απορροφήσει.

Αναλυτές εκτιμούν ότι με τις υψηλές πληρωμές προς τους στρατιώτες, ο Πούτιν καταφέρνει να αντικαθιστά τους σχεδόν 30.000 άνδρες που χάνονται κάθε μήνα, συνεχίζοντας έναν πόλεμο φθοράς που ο ίδιος παρουσιάζει ως «σταθερή νίκη».

Ο στρατιωτικός αναλυτής Ντμίτρι Κούζνετς τονίζει πως «ο ρυθμός της επίθεσης είναι ο ίδιος εδώ και έναν χρόνο και θα συνεχιστεί έτσι». Αυτή η εμμονική προσήλωση στην πορεία του πολέμου αναδεικνύει το κεντρικό πρόβλημα: ο Πούτιν έχει δέσει την πολιτική του κληρονομιά με την παράταση ενός πολέμου που η Ρωσία δυσκολεύεται να κερδίσει αλλά αρνείται να σταματήσει.

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ