Στις ερωτήσεις δημοσιογράφων και πολιτών απαντά σήμερα, Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν, στο πλαίσιο της ετήσιας συνέντευξης Τύπου για τον απολογισμό της χρονιάς, σε μια χρονική συγκυρία κατά την οποία εντείνονται οι διεθνείς διπλωματικές διεργασίες για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία.
Η συνέντευξη, που ξεκινά στις 11:00 ώρα Ελλάδας, μεταδίδεται ζωντανά και αποτελεί θεσμό από το 2001. Ο 73χρονος Πούτιν, ο οποίος βρίσκεται στην εξουσία επί 25 χρόνια, καλείται να τοποθετηθεί σε ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, από τη γεωπολιτική και την οικονομία έως εσωτερικά κοινωνικά ζητήματα και προσωπικούς πολιτικούς σχεδιασμούς.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένεται να έχουν οι τοποθετήσεις του για την πορεία του πολέμου στην Ουκρανία. Υπενθυμίζεται ότι την περασμένη Τετάρτη ο Ρώσος πρόεδρος επανέλαβε πως οι στόχοι της Μόσχας «θα επιτευχθούν αναμφίβολα», είτε μέσω διπλωματικών πρωτοβουλιών είτε με στρατιωτικά μέσα, υιοθετώντας παράλληλα σκληρή ρητορική απέναντι στους Ευρωπαίους ηγέτες, τους οποίους κατηγόρησε ότι επιδιώκουν την «κατάρρευση» της Ρωσίας.
Η ετήσια αυτή διαδικασία δίνει επίσης τη δυνατότητα στον Ρώσο πρόεδρο να δεχθεί απευθείας ερωτήματα πολιτών από διαφορετικές περιοχές της χώρας, συχνά για ζητήματα καθημερινότητας, όπως η λειτουργία των νοσοκομείων, η εκπαίδευση ή οι υποδομές, σε μια χώρα με τεράστια γεωγραφική έκταση.
Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ, ο Πούτιν προετοιμάστηκε για τη συνέντευξη έως αργά το βράδυ της Τετάρτης και συνέχισε καθ’ όλη τη διάρκεια της Πέμπτης, μελετώντας τις ερωτήσεις που είχαν υποβληθεί. Όπως ανέφερε, περισσότερες από δύο εκατομμύρια ερωτήσεις κατατέθηκαν από πολίτες και δημοσιογράφους και ταξινομήθηκαν με τη βοήθεια τεχνητής νοημοσύνης, με τα κοινωνικά ζητήματα να καταλαμβάνουν κεντρική θέση.
Η διαδικασία διεξάγεται με αυστηρά μέτρα ασφαλείας, καθώς όσοι παρευρίσκονται έχουν υποβληθεί σε τεστ covid, όπως προβλέπεται για όλες τις συσκέψεις και δημόσιες εμφανίσεις του Ρώσου προέδρου. Από το 2023, η συνέντευξη Τύπου και η απευθείας επικοινωνία με τους πολίτες έχουν ενοποιηθεί σε μία ενιαία διαδικασία, σε αντίθεση με το παρελθόν όπου πραγματοποιούνταν σε δύο διακριτά στάδια.