Το κουζινομάχαιρό σου μην ξεχάσεις!

 
Το κουζινομάχαιρό σου μην ξεχάσεις!

Ενημερώθηκε: 29/06/16 - 16:21

Της Τίνας Κωνσταντάτου

Αρθρογράφος: Τίνα Κωνσταντάτου

Τι είν’ αυτά που ζούμε, αδέρφια;

Έχουμε καταλάβει πως σχεδόν δεν δίνουμε πια σημασία στα συχνότατα φονικά που συμβαίνουν γύρω μας, παρεκτός όσων «βγάζουν μάτι»;

Βλέπετε, θέλουμε πλέον το κατιτίς παραπάνω από το σκέτο αίμα. Αυτό χύνεται πια κάθε μέρα. Θέλουμε λίγη ίντριγκα, κάποιον τεμαχισμό, ένα αγνώστου ταυτότητας θύμα, ένα βαριά διαταραγμένο και παραμελημένο θύτη (με πολλούς γειτόνους, ώστε να καλυφθούν πολλά δελτία ειδήσεων), μερικά σπάνια και περίτεχνα τατουάζ...κάτι.

Έπειτα, έχουμε πάθει ένα ...κοκομπλόκο να το πούμε -για να μιλήσουμε επιστημονικά; μια εμμονή να το πούμε; Τέλος πάντων, έχουμε πάθει ένα κόλλημα με τις ετικέτες και τους τίτλους. Πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχει ένα όνομα, μια πιασάρικη ιδιότητα. Και εάν δεν υπάρχει, την εφευρίσκουμε, διαφορετικά αδιαφορούμε.

Η απελπισμένη πάλαι ποτέ «μάνα ρέιβερ» που άφησε εποχή, φαντάζει απομεινάρι μιας εποχής ρομαντισμού θαρρείς, μιας άδολης, ροδομάγουλης και μακρυμαλλούσας εποχής, ένα μικρό σπίτι στο λιβάδι ας πούμε, ενώ δεν ήταν καθόλου έτσι. Απλά ήταν μια νέα κατάσταση –η νέα κατάσταση-, την οποία δεν είχαμε ακόμα συνηθίσει. Ενώ τώρα πια γενήκαμεν βετεράνοι, τρομάρα μας...

Στα πρωτοεμφανιζόμενα παλαιότερα «ούφο», ας πούμε, τα πρώτα ηλεκτρονικά παιχνίδια, ο Πάκμαν έτρεχε να γλυτώσει από τα τερατάκια, τρώγοντας κερασάκια, φράουλες και ροδάκινα. Και, άμα λάχει, οι όροι αντιστρέφονταν και εφόσον ο παίκτης ήταν αρκετά ικανός, ο Πάκμαν μπορούσε για λίγη ώρα να φάει αυτός με την σειρά του τα τερατάκια. Όταν κάτι πήγαινε στραβά, ε τότε “Game Over” κι άμα είχες κι άλλο δεκάρικο, φτου κι απ’ την αρχή. Άμα δεν είχες, ας πρόσεχες.

Αν κάτι έμεινε από αυτό, είναι το game over και το restart. Ύστερα ήρθαν και οι μέλισσες, εεε το delete ήθελα να πω, και όλα άρχισαν σιγά σιγά να χάνουν –άντε πάλι, πώς να το πω; Να χάνουν την ανθρωπιά τους; Να διαστρεβλώνουν έννοιες; Να μην έχουν σαφή εικόνα της πραγματικότητας; Να απαλείφουν αξίες;

Ναι, ναι, βλέπω κάποιους να μειδιούν και άλλους να κοροϊδεύουν αυτά με τις «αξίες» κλπ. Δεν πειράζει, αδέρφια, άμα δεν υπήρχαν κι εκείνοι, δεν θα υπήρχε λόφος να γράφονταν παρόμοια πράματα, γιατί δεν θα γίνονταν, οπότε χάρη μας κάνουν, με την κακή έννοια, φυσικά. Για ένα κλικ παραπάνω ζούμε...τρομάρα μας επίσης.

Πολλοί, πάρα πολλοί δεν έχουν κατανοήσει την γεωμετρικά αυξανόμενη κοινωνική αναισθησία μας, την επίδρασή της κυρίως στις νεότερες γενιές και την ευθύνη όλων μας απέναντι στα «φαινόμενα» αυτά.

Την μικρή μας ευθύνη από την μικρή γωνίτσα όπου ζούμε και δημιουργούμε το μικρό μας μερίδιο ή δεν δημιουργούμε, μα χαβαλεδιάζουμε κρίνοντας τις δημιουργίες ή το μερίδιο των άλλων. Την μικρή μας ευθύνη όταν ξεστομίζουμε, πχ, «άστο, παιδί είναι ακόμα» ή «έλα μωρέ, άλλοι κάνουν χειρότερα».

Αυτοκτόνησε ο χ: Ε, μνημόνια έχουμε, ο πρώτος είναι; , ας τα είχε βολέψει και καλύτερα στη ζωή του... Τίποτ’ άλλο έχουμε; Αλήθεια, πώς ακριβώς αυτοκτόνησε;...

Σκοτώθηκε ο ψ: Μάνα έχει να θρηνήσει, να μεταδώσουμε απευθείας καμιά πιασάρικη κηδεία; Πώς ακριβώς σκοτώθηκε; Αααα, δεν φορούσε κράνος...καααλά...

Η φ σκότωσε με το κουζινομάχαιρο που κουβαλούσε μαζί της κάποιον στην ηλικία του πατέρα της επειδή εκείνος, λέει, την παρενοχλούσε βάναυσα και της μιλούσε πρόστυχα μέσα στη μέση του δρόμου.

Και κάποιοι άλλοι έδειραν, σκότωσαν και έκαψαν κάποιον άλλον, πάλι για λόγους σεξουαλικής παρενόχλησης: Ας πρόσεχαν τα χ θύματα, να μην ήταν –π.χ- φαλλοκράτες, εξαρτημένοι, διαταραγμένοι ή όλα μαζί. Η μάνα τους φταίει που τους μεγάλωσε έτσι, η τέως γυναίκα τους που τους παράτησε και ο εργοδότης τους που τους απέλυσε προχτές. Α, και μια στρίγγλα δασκάλα στην Α’Δημοτικού!...

Όσο για τους φονιάδες, απαπααα, η κοινωνία αγρίεψε, πρέπει να προστατευτούμε, κυκλοφορούν τόσοι επικίνδυνοι πια στους δρόμους, ρίξε ένα κουζινομάχαιρο στην τσάντα, προστάτευσε την ζωή σου και διεκδίκησε μεαυτόν τον τρόπο τα φεμινιστικά και τα όποια σου δικαιώματα. Οκ, το λήξαμε κι αυτό...

Ο πιτσιρίκος π σκότωσε με κουζινομάχαιρο που έφερε απ το σπίτι του. Ξαφνικά όλοι γνώριζαν, λέει, τι κουμάσι είναι. Έπρεπε να γίνει φονιάς για να το πουν. Τίποτα για να το προλάβουν. Εντάξει, του πήγαν και ψυχολόγο, όπως και στην οικογένεια του θύματος. Και τον άφησαν ελεύθερο, διότι ο νόμος λέει πως στα 14 δεν προφυλακίζεσαι –είσαι μικρός, ακόμα και τέτοιο φόνο να έχεις διαπράξει. Ενώ στα 17 είσαι πια μεγάλος και μπορείς να ψηφίζεις, ας πούμε. Οκ, πάμε παρακάτω...

Όλα αυτά, βέβαια, μέχρι να ξεβρακωθεί σε καμιά παραλία η χ, ψ, και ω σταρ. Ή στραβοπατήσει κάνας άλλος σταρ. Δεν λέμε να χωρίσει ή να πεθάνει, γιατί εκεί μιλάμε πλέον για οργασμό! Κλαίει, χτυπιέται το σύμπαν άπαν, και χωρίς καμιά τύψη για τυχόν ευθύνη. Ευχαριστιόμαστε το θέαμα κι ας είναι σάπιο ακόμα και το ψωμί που τρώμε.

Ανάμεσα στις εφαρμογές των κινητών –τις App, για να το διατυπώσουμε πιο κατανοητά- υπάρχουν και κάποιες για να «σκοτώνουμε την ώρα μας όταν βαριόμαστε». Κάποιες από αυτές έχουν ονομασίες όπως «λιώσε το μυρμήγκι», «σκότωσε την κατσαρίδα» κ.α.

Έχουνε και ήχο! Το «σπλατς» δηλαδή, την ώρα που καθοδηγείς ένα δάχτυλο να λιώσει ένα μυρμήγκι. Το δικό σου δάχτυλο. Και μαζεύεις πόντους...Και έτσι ξεβαριέσαι, λένε...Στο κάτω κάτω, μυρμήγκι σκοτώνεις, όχι άνθρωπο! Παρόμοιες εφαρμογέςέχουν «κατέβει» εκατομμύρια φορές (...)

Άμα δε δεν βαριέσαι πολύ, τότε παίζεις πιο περίπλοκα παιχνίδια, όπου είσαι βαριά οπλισμένος και σκοτώνεις αβέρτα, από βαμπίρ μέχρι πουλάκια κι από στρατιώτες μέχρι κλέφτες.

Και όποιον γενικώς βρεθεί στον δρόμο μας και μας απειλήσει ή υποθέσουμε πως μας απειλεί (γιατί μας έχουν μάθει να φοβόμαστε και την σκιά μας), αφού δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε ή να τα βγάλουμε πέρα μαζί του με κάποιο εικονίδιο, ε, τον καθαρίζουμε αλλιώς. Έλα όμως που εκεί δεν υπάρχει ούτε restart, ούτε delete.

Αφήστε που τους μεγαλύτερους φόβους μας ούτε που τολμάμε να τους αγγίξουμε...

Και είναι λογικό να έχουμε αναισθητοποιηθεί, κάποιες δεκαετίες μετά από την ολοσέλιδη έγχρωμη φωτογραφία της τεμαχισμένης κοπέλας από τον σύζυγό της, πχ, στο πλαίσιο της «ελευθερίας του Τύπου» (πολύ αργότερα, βέβαια, από άλλες πιο «εξελιγμένες» κοινωνίες), μετά από τις εκατοντάδες τηλεοπτικές επαναλήψεις της εκτέλεσης του Χουσεϊν, πχ, ή του απευθείας πολέμου στον Κόλπο, πχ, ή τους αποκεφαλισμούς από ακραίους φονταμενταλιστές ή τις ολοένα και αυξανόμενες και τρομακτικότερες επιθέσεις καμικάζι ή το καθημερινό αστυνομικό δελτίο της τηλεόρασης και των ηλεκτρονικών Μέσων, ε, μετά από τόσα πολλά και τόσα άλλα ακόμα, είναι λογικό να χρειαζόμαστε πια κάτι πιο «hardcore» για να φτιαχτούμε ή να ξεβαρεθούμε, έστω (...) Πολύ περισσότερο η νεολαία, η οποία εξ ορισμού αναζητά το κάτι παραπάνω, το κάτι διαφορετικό.

Και ύστερα, ας συνεχίζουμε να γελάμε με τον κάθε Ντόναλντ Τρόμπα, πχ, και να αισθανόμαστε πως δεν μας αφορούν οι κουβέντες για νόμους περί οπλοκατοχής, ενίσχυσης της αστυνόμευσης και επαναφοράς της θανατικής ποινής. Γίνονται μακριά αυτά, δεν μας επηρεάζουν, δεν μας αφορούν. Λες και μόνο οι αλυσίδες φαστφουντάδικων και τα μουσικά βραβεία είναι τα αποτελέσματα της παγκοσμιοποίησης...

Διότι ενώ δεν διαθέτουμε υποδομές, έχουμε μηδενική πρόληψη για τα πάντα, ελλιπέστατη κοινωνική πρόνοια, η καταστολή είναι φυλαγμένη για ...ιδιαίτερες καταστάσεις, οι νόμοι όποτε λάχει τηρούνται, και επιλεκτικά, κι αλλού δεν υπάρχουν καν νόμοι, όσο εμείς κάνουμε χαβαλέ, κάποιοι εργάζονται ακατάπαυστα και μοχθηρά και το χοντραίνουν το παιχνίδι.

Πού; Μα στου κασίδα το κεφάλι, φυσικά, επειδή όταν ο κόσμος καιγότανε, αυτός ξυνότανε.

Ένα από τα αστεία για τις φουκαριάρες τις μανάδες είναι, εδώ και χρόνια, το «ζακέτα να πάρεις». Σιγά σιγά, γιαβάς γιαβάς και σλόου σλόου, το αστείο θα εξελιχθεί σε:

- Βγαίνεις; Το κουζινομάχαιρό σου μην ξεχάσεις!

- Xαχαχαχαχα, LOL και YOLO

Και η ζωή θα τραβά την ανηφόρα.

Μα είναι κι ένα μονοπάτι πονηρό, που πάει ντογρού στην κατηφόρα την μεγάλη...