Τραμπ εναντίον Πρίτζκερ: Η πολιτική διαμάχη που θα μπορούσε να εξελιχθεί σε εθνική κρίση

 
τραμπ πριτζκερ

Πηγή Φωτογραφίας: Getty Images

Ενημερώθηκε: 26/08/25 - 13:47

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και ο κυβερνήτης του Ιλινόις, Τζ. Μπ. Πρίτσκερ, είναι ο ένας για τον άλλο ακριβώς το είδος του αντιπάλου που λατρεύει ο καθένας να μισεί.

Από μια άποψη, η κλιμακούμενη αντιπαράθεσή τους με αφορμή την απειλή του Αμερικανού προέδρου να κατεβάσει την Εθνοφρουρά στους δρόμους του Σικάγο αποτελεί μια βολική ευκαιρία πολιτικής διαμάχης.

Ο Τραμπ «ανθεί» όταν έχει έναν εχθρό να στοχοποιήσει. Η πολιτική του απήχηση βασίζεται στην παραδοχή ότι είναι ισχυρότερος από οποιονδήποτε προσπαθεί να τον αμφισβητήσει ή να τον περιορίσει.

Ο Πρίτσκερ είναι ένας από τους πιθανούς υποψηφίους για το χρίσμα των Δημοκρατικών στις προεδρικές εκλογές. Το κόμμα του χρειάζεται απεγνωσμένα κάποιον που θα σταθεί απέναντι στον Τραμπ. Και δεδομένου ότι ένας από τους πιθανούς ανθυποψηφίους του για το χρίσμα του 2028, ο κυβερνήτης της Καλιφόρνιας Γκάβιν Νιούσομ, ηγείται ήδη της «αντίστασης» απέναντι στον Τραμπ, είναι καλό πολιτικά για τον ίδιο να δείξει ότι είναι εξίσου σκληρός.

Όμως η σύγκρουσή του με τον Τραμπ είναι κάτι περισσότερο από μια απλή, πρόσκαιρη πολιτική διαμάχη. Θα μπορούσε να εξελιχθεί σε μία πλήρη κρίση ανάμεσα στον ελεγχόμενο από τους Ρεπουμπλικανούς Λευκό Οίκο και μια μεγάλη πόλη και μια πολιτεία που ελέγχεται από τους Δημοκρατικούς. Οι πιθανές νομικές προκλήσεις μιας διαμάχης ανάμεσα σε έναν πρόεδρο με «μοναρχική» αντίληψη της εξουσίας και μια πολιτεία που απορρίπτει τον ομοσπονδιακό καταναγκασμό, θα μπορούσαν να θίξουν θεμελιώδεις αξίες της αμερικανικής δημοκρατίας.

Όταν ο Πρίτσκερ είπε τη Δευτέρα στον Τραμπ «Μην έρθεις στο Σικάγο. Δεν είσαι ούτε ευπρόσδεκτος ούτε απαραίτητος εδώ», θύμισε εντάσεις που είναι βαθιά χαραγμένες στο αμερικανικό σύστημα διακυβέρνησης και ανέκυψαν σε κρίσιμες στιγμές της ιστορίας των ΗΠΑ - όπως για παράδειγμα στα προεόρτια του εμφυλίου πολέμου ή κατά την ομοσπονδιακή επιβολή των νόμων για τα πολιτικά δικαιώματα.

Το Σικάγο βρίσκεται εδώ και καιρό στο στόχαστρο του Τραμπ

Ο Τραμπ δεν έχει κρύψει ότι βλέπει το Σικάγο ως την επόμενη δοκιμασία στην προσπάθεια επιβολής της πολιτικής του περί «νόμου και τάξης», στέλνοντας στρατεύματα στους δρόμους του Λος Άντζελες και της Ουάσιγκτον, με τον θεατρικό ζήλο ενός δημαγωγού.

«Λένε… ‘Είναι δικτάτορας. Είναι δικτάτορας’», ανέφερε τη Δευτέρα. «Πολλοί λένε, ‘Ίσως να μας άρεσε ένας δικτάτορας.’ Εγώ δεν θέλω δικτάτορα. Δεν είμαι δικτάτορας», πρόσθεσε. Οι δηλώσεις του όμως δύσκολα καθησυχάζουν τις ανησυχίες για τα επόμενα βήματά του.

Η αποφασιστικότητα του προέδρου να αναπτύξει την Εθνοφρουρά στην «Πόλη των Ανέμων» μοιάζει με ένα καλά μελετημένο τεστάρισμα των ορίων της εκτελεστικής εξουσίας και είναι ένας τρόπος να εξοικειώσει το κοινό με την ιδέα να επιβάλλουν τον νόμο εντός των συνόρων στρατιώτες με στολές παραλλαγής.

Όταν έστειλε την Εθνοφρουρά στο Λος Άντζελες τον Ιούνιο, ο Τραμπ είχε τουλάχιστον την επίφαση μιας δικαιολογίας, ότι προστάτευε ομοσπονδιακά κτίρια μετά τις διαδηλώσεις που ξέσπασαν ενάντια στις απελάσεις. Η Ουάσιγκτον είναι ομοσπονδιακή περιφέρεια και δίνει στον Τραμπ σημαντικά περιθώρια να ασκήσει εξουσία - όρια που μπορεί σύντομα να βάλει σε δοκιμασία.

Αλλά ενδεχόμενη απόφασή του να αγνοήσει τον Πρίτσκερ, στον οποίο υπόκειται η Εθνοφρουρά του Ιλινόις, και να «ομοσπονδοποιήσει» τοςυ εφέδρους χωρίς να υφίσταται έκτακτη ανάγκη, θα αποτελούσε άλλο ένα βήμα του προς την αυταρχική διακυβέρνηση. Και θα προκαλούσε σφοδρές νομικές αντιδράσεις από τις πολιτειακές και δημοτικές αρχές.

«Αυτό που προτείνει ο πρόεδρος συνιστά στρατιωτική κατοχή του Σικάγο και άλλων πόλεων στην Αμερική», δήλωσε τη Δευτέρα ο δήμαρχος του Σικάγο, Μπράντον Τζόνσον, στο CNN.

Εν γένει, ο πρόεδρος έχει την εξουσία να αναπτύξει την Εθνοφρουρά παρά τις αντιρρήσεις κάποιου κυβερνήτη αλλά μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις. Ο Άρθρο 10 του Ομοσπονδιακού Κώδικα επιτρέπει στον πρόεδρο να αναπτύξει εφέδρους σε περίπτωση εισβολής, για την καταστολή εξεγέρσεων ή για την εφαρμογή ομοσπονδιακών νόμων. Τίποτε από αυτά δεν φαίνεται να ισχύει επί του παρόντος σε Σικάγο, Βαλτιμόρη ή Ουάσιγκτον.

Η Καλιφόρνια έχει ήδη αμφισβητήσει την ομοσπονδοποίηση της Εθνοφρουράς τον Ιούνιο, σε μια υπόθεση που πιθανότατα θα δημιουργήσει προηγούμενο για άλλες πολιτείες, αλλά όμως δεν έχει ακόμη επιλυθεί. 

Βέβαια, σε άλλες περιπτώσεις που έχει διεκδικήσει διευρυμένες εκτελεστικές εξουσίες, ο Τραμπ έχει δείξει ικανότητα να κινείται γρήγορα και να επιβάλλει τετελεσμένα, πριν προλάβουν να ολοκληρωθούν οι μακρόχρονες δικαστικές διαδικασίες.

Τη Δευτέρα, ανακοίνωσε ότι υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα για τη δημιουργία μιας ειδικά εκπαιδευμένης δύναμης ταχείας αντίδρασης της Εθνοφρουράς, που θα μπορεί να κινητοποιηθεί για να διασφαλίσει «τη δημόσια ασφάλεια και τάξη». Το διάταγμα δίνει έναν πολύ ευρύτερο ρόλο στην Εθνοφρουρά στο εσωτερικό της χώρας από ό,τι συνηθίζεται, αφού παραδοσιακά ενεργοποιείται σε φυσικές καταστροφές. Παρότι ο πρόεδρος μπορεί να αναλάβει τη διοίκησή της, οι κινήσεις του Τραμπ εγείρουν το ερώτημα αν θα το κάνει για πολιτικούς λόγους και για να επιδείξει την εξουσία που έχει.

Κάτι εξαιρετικά επίκαιρο, αφού ο Τραμπ έχει κηρύξει πληθώρα «εθνικών εκτάκτων αναγκών» ώστε να «ξεκλειδώσει» πρόσθετες εξουσίες — όπως για παράδειγμα, τη δυνατότητα να διεξάγει εμπορικούς πολέμους επιβάλλοντας δασμούς, παρεμβαίνοντας σε πολιτικές εξουσίες που το Σύνταγμα έχει αναθέσει στο Κογκρέσο.

Ο Τραμπ δαιμονοποιεί το Σικάγο εδώ και χρόνια -είχε αναφερθεί στον αριθμό των ανθρωποκτονιών στην πόλη ήδη από την ομιλία του στο Ρεπουμπλικανικό Συνέδριο του 2016- και συχνά το περιγράφει με τους πιο μελανά χρώματα. «Όπως ξέρετε, το Σικάγο είναι ένα πεδίο μάχης», ανέφερε σε δημοσιογράφους τη Δευτέρα. Μια ομοσπονδιακή επιχείρηση χρήσης του στρατού για τοπική αστυνόμευση θα εκπλήρωνε επομένως μια μακροχρόνια πολιτική του φιλοδοξία. Και θα ταίριαζε στην εικόνα του «σκληρού που βάζει τάξη», εικόνα ιδιαίτερα ελκυστική στην εκλογική βάση του.

Η πρόκληση «αντεπίθεσης» των Δημοκρατικών

Οι Δημοκρατικοί έχουν αντιδράσει σφόδρα στις προθέσεις του Τραμπ, ο οποίος εμφανίζεται αποφασισμένος να αναπτύξει στρατεύματα σε αρκετές πολιτείες που διοικούνται από το κόμμα τους. Ο Νιούσομ κατηγόρησε τον πρόεδρο ότι χρησιμοποιεί τον στρατό σαν «ιδιωτικό στρατό».

Ο Δημοκρατικός κυβερνήτης του Μέριλαντ, Γουές Μουρ, κατηγόρησε τον Τραμπ ότι επιδιώκει να επιτεθεί στις μεγαλύτερες πόλεις της χώρας «πίσω από ένα γραφείο». Ο Τραμπ απάντησε τη Δευτέρα, επιτιθέμενος στη Βαλτιμόρη -τη μεγαλύτερη πόλη του Μέριλαντ, που εδώ και χρόνια μαστίζεται από σοβαρή εγκληματικότητα- χαρακτηρίζοντάς την «φρικτό νεκροκρέβατο».

Ο δήμαρχος του Σικάγο, Μπράντον Τζόνσον, αντέτεινε ότι η πόλη του δεν είναι καν μέσα στις 20 πιο επικίνδυνες των Ηνωμένων Πολιτειών.

Αλλά αυτό δεν ενδιαφέρει τον Τραμπ. Βλέπει πολιτικό όφελος σε όλο αυτό. Όπως κάνει συχνά, εξήγησε ευθέως και δημοσίως το σκεπτικό του: «Νομίζω ότι είναι σαν το θέμα με τη συμμετοχή ανδρών στα γυναικεία αθλήματα. Νομίζω ότι οι Δημοκρατικοί καλύτερα να ξυπνήσουν», είπε τη Δευτέρα.

Με άλλα λόγια, ο Τραμπ πιστεύει ότι μπορεί να εκμεταλλευτεί την κοινή αντίληψη πως οι Ρεπουμπλικάνοι αντιμετωπίζουν πιο σκληρά το έγκλημα, ενώ παράλληλα να διευρύνει τις εξουσίες του.

Ρεπουμπλικανοί πρόεδροι, τουλάχιστον από την εποχή του Ρίτσαρντ Νίξον -συμπεριλαμβανομένου του Ρόναλντ Ρέιγκαν- έχουν χρησιμοποιήσει το ίδιο «χαρτί». Οι δημοσκοπήσεις εξηγούν καθαρά γιατί. Έρευνα του CNN/SSRS τον Μάιο, για παράδειγμα, έδειξε ότι μόλις το 27% των Αμερικανών θεωρούσε ότι το Δημοκρατικό Κόμμα συνάδει με τις απόψεις του για το έγκλημα και την αστυνόμευση, ενώ το 40% απάντησε ότι προτιμά τους Ρεπουμπλικάνους.

Αναγκάζοντας δε τους Δημοκρατικούς να επιχειρηματολογούν συνεχώς και να επισημαίνουν ότι οι ενέργειές του είναι αντισυνταγματικές ή παράνομες, ο Τραμπ μπορεί να τους εμφανίσει σαν ανθρώπους που ενδιαφέρονται περισσότερο για «τεχνικότητες» παρά για την καθημερινότητα εκατομμυρίων Αμερικανών. Προτιμά να εμφανίζεται ως ο πρόεδρος που έκλεισε τα σύνορα της χώρας και πολέμησε το έγκλημα, παρά ως αυτός που «παίζει με βάση τους κανόνες». Η πρόκληση για κυβερνήτες όπως ο Νιούσομ, ο Μουρ και ο Πρίτσκερ είναι να αποκαλύψουν ότι οι κινήσεις του Τραμπ αποτελούν αυθαίρετες επιδείξεις ισχύος, χωρίς την ίδια στιγμή να φανούν «μαλθακοί» απέναντι στην εγκληματικότητα.

Η αποστολή τους περιπλέκεται ακόμη περισσότερο από το γεγονός ότι τα στατιστικά εγκληματικότητας μπορεί να δείχνουν κάτι, αλλά οι προσωπικές εμπειρίες των πολιτών μαρτυρούν κάτι διαφορετικό.

Παρότι τα στοιχεία δείχνουν ότι το έγκλημα μειώνεται σε πόλεις όπως η Ουάσιγκτον και το Σικάγο, φέτος έχουν καταγραφεί ήδη 101 ανθρωποκτονίες στην πρωτεύουσα και 262 στη δεύτερη. Δεν είναι περίεργο λοιπόν ότι πολλοί άνθρωποι δεν νιώθουν ασφαλείς. Κάποιοι μάλιστα ίσως καλωσορίσουν την πρόθεση καταστολής του Τραμπ.

«Πόση ακόμα “έκτακτη ανάγκη” απαιτείται μετά από χρόνια και δεκαετίες υψηλής εγκληματικότητας και κινδύνου σε αυτές τις πόλεις;» διερωτήθηκε ο πρώην Ρεπουμπλικανός κυβερνήτης της Μινεσότα, Τιμ Παουλέντι, στο CNN. «Ναι, η εγκληματικότητα έχει μειωθεί λίγο σε σχέση με την κορυφή που άγγιξε πριν από μερικά χρόνια, αλλά στις μεγάλες πόλεις μας η δημόσια ασφάλεια και η μη στήριξη προς την αστυνομία παραμένουν τεράστιο ζήτημα».

Ριζοσπαστικές απαντήσεις σε εύλογα ερωτήματα

Ένα ακόμη χαρακτηριστικό της πολιτικής καριέρας του Τραμπ είναι ότι συχνά θέτει κρίσιμα ερωτήματα που απασχολούν τους ψηφοφόρους και που πολλοί άλλοι πολιτικοί ηγέτες παραβλέπουν — όπως η παράνομη μετανάστευση ή το πλήγμα της παγκοσμιοποίησης στη «σκουριασμένη» βιομηχανία. Το ζήτημα της εγκληματικότητας μπορεί να αποδειχθεί ένα αντίστοιχο τέτοιο παράδειγμα.

Επίσης, με τις επιχειρήσεις καταστολής που προωθεί ο Τραμπ, θέτει εμμέσως στους κατοίκους της Ουάσιγκτον, του Σικάγο και άλλων πόλεων το ερώτημα: έχουν όντως οφεληθεί από τους Δημοκρατικούς ηγέτες τους, μετά από δεκαετίες υψηλών ποσοστών εγκληματικότητας και αστέγων;

Ωστόσο, τα κίνητρά του θα αμφισβητούνταν λιγότερο αν έβαζε παράλληλα στο στόχαστρό του και πόλεις με αυξημένη εγκληματικότητα σε πολιτείες όπου ηγούνται Ρεπουμπλικανοί. Γιατί όντως, όπως ανέφερε ο ρεπόρτερ του CNN, Μάρσαλ Κόεν, τουλάχιστον 10 πόλεις σε πολιτείες με Ρεπουμπλικανούς κυβερνήτες, που έστειλαν στρατεύματα στην Ουάσιγκτον, είχαν πέρυσι υψηλότερα ποσοστά βίας και ανθρωποκτονιών από την πρωτεύουσα.

Αλλά από την άλλη, ο Τραμπ συχνά προτείνει ριζοσπαστικές λύσεις σε εύλογα ερωτήματα — με τρόπο που θέτει υπό αμφισβήτηση τον σεβασμό του στον νόμο και το Σύνταγμα.

Οι «εκστρατείες καταστολής του εγκλήματος» του Αμερικανού προέδρου φαίνεται πιθανό να οδηγήσουν ξανά τη χώρα στα όριά της.

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ