Η Τουρκία «δεν έχει άλλη επιλογή από το να είναι ισχυρή», τόσο για να υπερασπιστεί τα δικά της συμφέροντα όσο και για να «τείνει χέρι βοήθειας στους φίλους και αδελφούς της», δήλωσε την Τρίτη ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν , απευθυνόμενος στους Τούρκους βουλευτές. Κεντρικός στόχος, όπως είπε, είναι «να κάνουμε αυτόν τον αιώνα τον αιώνα της Τουρκίας».
Στην ομιλία του, ο Τούρκος πρόεδρος επιχείρησε να εντάξει τη σημερινή διεθνή πραγματικότητα σε ένα ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο, αναφερόμενος στους δύο παγκόσμιους πολέμους του 20ού αιώνα, στο Ολοκαύτωμα και στη μεταπολεμική αρχιτεκτονική διεθνούς ασφάλειας, η οποία –κατά την εκτίμησή του– απέτυχε να αποτρέψει νέες μαζικές τραγωδίες. Επικαλέστηκε τις γενοκτονίες στη Ρουάντα, τις σφαγές στη Βοσνία, καθώς και τις συγκρούσεις στο Ιράκ, στο Αρακάν, στη Σομαλία και στην Κεντρική Αφρική, όπου, όπως είπε, «εκατομμύρια αθώοι άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους».
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στη Συρία, μιλώντας για περισσότερους από 600.000 νεκρούς από επιθέσεις του καθεστώτος Μπάαθ, εκατοντάδες χιλιάδες βασανισθέντες και εκατομμύρια εκτοπισμένους. «Για 13,5 χρόνια οι σφαγές συνεχίστηκαν, βόμβες-βαρέλια έπεφταν πάνω σε αμάχους και, εκτός από μια χούφτα χώρες με συνείδηση, κανείς δεν μίλησε», υποστήριξε.
Αναφερόμενος στη Γάζα, ο Ερντογάν κατηγόρησε το Ισραήλ ότι «ισοπέδωσε τη Λωρίδα της Γάζας με 14 φορές περισσότερες βόμβες από όσες έπεσαν στη Χιροσίμα», επαναλαμβάνοντας τη θέση της Άγκυρας για άμεση και μόνιμη κατάπαυση του πυρός.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Τούρκος πρόεδρος επανέλαβε ότι η χώρα του «δεν έχει άλλη επιλογή από το να είναι ισχυρή οικονομικά, στρατιωτικά και διπλωματικά», προκειμένου να προστατεύσει τα δικαιώματα και τα συμφέροντά της και να στηρίξει όσους θεωρεί συμμάχους της. «Με βάση αυτή την πικρή αλήθεια που αποδεικνύεται από την εμπειρία, καθορίζουμε τις στρατηγικές μας, σχεδιάζουμε τα βήματά μας, στεκόμαστε σταθεροί και δεν αφήνουμε τίποτα στην τύχη», δήλωσε.
Ο Ερντογάν παρουσίασε την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας ως μέρος ενός μακροπρόθεσμου, πολυδιάστατου σχεδίου για την ανάδειξη της χώρας σε παγκόσμια δύναμη, υπογραμμίζοντας τον «κεντρικό ρόλο» του υπουργείου Εξωτερικών. Όπως είπε, καθώς η Τουρκία αναπτύσσεται στην οικονομία, τις εξαγωγές, τον τουρισμό και την αμυντική βιομηχανία, αυξάνεται και το διεθνές της βάρος, γεγονός που –κατά τον ίδιο– απαιτεί εντατικοποίηση των διπλωματικών πρωτοβουλιών.
Αναφερόμενος στις περιφερειακές εξελίξεις, δήλωσε ότι η Άγκυρα επιδιώκει τη δημιουργία «ζώνης ειρήνης και σταθερότητας» στην ευρύτερη περιοχή. Ειδική μνεία έκανε στις εξελίξεις στη Γάζα, υποστηρίζοντας ότι η κατάπαυση του πυρός της 10ης Οκτωβρίου διατηρείται σε μεγάλο βαθμό, παρά τις παραβιάσεις, και ότι η Τουρκία έχει αποστείλει περισσότερους από 103.000 τόνους ανθρωπιστικής βοήθειας. Τόνισε, επίσης, ότι προτεραιότητα αποτελεί η απρόσκοπτη συνέχιση της βοήθειας και η άμεση έναρξη της ανοικοδόμησης.
Για τη Συρία, ο Ερντογάν χαρακτήρισε την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ στις 8 Δεκεμβρίου 2024 «ιστορική ευκαιρία», επισημαίνοντας ότι οι επιθετικές ενέργειες του Ισραήλ αποτελούν το μεγαλύτερο εμπόδιο για τη σταθερότητα της χώρας. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο αριθμός των προσφύγων που έχουν επιστρέψει στη Συρία έχει φτάσει τις 580.000.
Τέλος, υπογράμμισε ότι η Τουρκία είναι «ο μόνος σύμμαχος του ΝΑΤΟ που έχει πολεμήσει κατά μέτωπο το ISIS» και ότι παρέχει πλήρη στήριξη στη συριακή κυβέρνηση, προειδοποιώντας για τους κινδύνους που συνεπάγεται ο κατακερματισμός της Συρίας. «Όλα τα τμήματα της συριακής κοινωνίας μπορούν να κοιτάξουν το μέλλον με αυτοπεποίθηση μόνο μέσα από μια κοινή ιστορία και ένα κοινό όραμα», δήλωσε, καταλήγοντας: «Είμαστε εδώ μαζί, ως γείτονες, εδώ και χίλια χρόνια».