Έναν χρόνο μετά τις καθοριστικές βουλευτικές εκλογές, η Γεωργία επιστρέφει στις κάλπες. Οι τοπικές εκλογές της 4ης Οκτωβρίου διεξάγονται σε κλίμα πολιτικής έντασης, καθώς οκτώ μεγάλες φιλοευρωπαϊκές αντιπολιτευτικές δυνάμεις επιλέγουν να τις μποϊκοτάρουν.
Κατά την άποψή τους, η συμμετοχή θα νομιμοποιούσε το κυβερνών κόμμα «Γεωργιανό Όνειρο». Άλλες αντιπολιτευτικές παρατάξεις ωστόσο κατεβαίνουν στην αναμέτρηση, εκτιμώντας ότι η εκλογική διαδικασία εξακολουθεί να προσφέρει ευκαιρίες.
Ο υποψήφιος της αντιπολίτευσης Ιράκλι Κουπράτζε, που κατέρχεται με τα κόμματα «Λέλο – Ισχυρή Γεωργία» και «Γεωργία του Γαχαρία», δήλωσε: «Προσπαθούμε να πείσουμε τους πολίτες να πάνε στις εκλογές, και η νίκη θα είναι αναπόφευκτη. Αν δεν εμφανιστούν, παραδίδουν στο Γεωργιανό Όνειρο ένα όπλο, έναν μηχανισμό που θα χρησιμοποιήσει εναντίον τους.»
Η κάλπη στήνεται έπειτα από περισσότερες από 300 ημέρες φιλοευρωπαϊκών διαδηλώσεων, που ξεκίνησαν στις 29 Νοεμβρίου, όταν το κυβερνών κόμμα ανέστειλε τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι μαζικές κινητοποιήσεις, οι συλλήψεις πολιτικών αντιπάλων και διαδηλωτών έχουν εντείνει τις ανησυχίες για δημοκρατική οπισθοδρόμηση στη χώρα.
Στο επίκεντρο της αναμέτρησης βρίσκεται η Τιφλίδα. Ο εν ενεργεία δήμαρχος και υποψήφιος του κυβερνώντος κόμματος, Καχά Καλατζέ, εμφανίζεται βέβαιος για την επικράτησή του και δηλώνει: «Αισθανόμαστε την υποστήριξη κάθε μέρα — οι πολίτες καταλαβαίνουν και μπορούν να διακρίνουν ποιος είναι ποιος και τι εκπροσωπεί ο καθένας.»
Ωστόσο, σοβαρά ερωτήματα εγείρονται για τη διαφάνεια της διαδικασίας. Ο ΟΑΣΕ/ODIHR δεν παρακολουθεί τις εκλογές, καθώς η πρόσκληση της κυβέρνησης εστάλη την τελευταία στιγμή. Τοπικές οργανώσεις παρακολούθησης επίσης αρνήθηκαν να εποπτεύσουν την ψηφοφορία, επικαλούμενες ασφυκτικές πολιτικές πιέσεις και νέους περιοριστικούς νόμους που, όπως υποστηρίζουν, καθιστούν αδύνατη τη διεξαγωγή ελεύθερων και δίκαιων εκλογών.