Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, παρουσίασε μέσω συνέντευξής του στο NBC τις βασικές προϋποθέσεις που θέτει η Μόσχα για την επίτευξη μιας ειρηνευτικής συμφωνίας με την Ουκρανία. Στο επίκεντρο βρίσκονται η ουδετερότητα της χώρας, οι διεθνείς εγγυήσεις ασφαλείας και η προστασία των ρωσόφωνων πληθυσμών.
ΟΗΕ και εγγυήσεις ασφαλείας
Σύμφωνα με τον Λαβρόφ, μια διεθνής ομάδα κρατών – στην οποία θα συμμετείχαν μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, όπως η Ρωσία, οι ΗΠΑ, η Βρετανία, η Γαλλία και η Κίνα – θα μπορούσε να διασφαλίσει την ασφάλεια της Ουκρανίας. Στην ομάδα αυτή θα μπορούσαν να προστεθούν χώρες όπως η Γερμανία και η Τουρκία.
Ο Ρώσος ΥΠΕΞ υπενθύμισε ότι το ζήτημα είχε τεθεί και στις διαπραγματεύσεις της Κωνσταντινούπολης το 2022, όταν συζητήθηκε η προοπτική μιας μόνιμα ουδέτερης Ουκρανίας με αντάλλαγμα διεθνείς εγγυήσεις.
Ζελένσκι και «εδαφική συζήτηση»
Αναφορικά με το ενδεχόμενο συνάντησης του Βλαντιμίρ Πούτιν με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ο Λαβρόφ ξεκαθάρισε ότι κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει μόνο όταν υπάρξει ολοκληρωμένη ατζέντα.
Παράλληλα, τόνισε ότι η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ είναι αδιανόητη για τη Ρωσία, ενώ ζήτησε εγγυήσεις για την προστασία των ρωσόφωνων πολιτών. Υπογράμμισε επίσης ότι «θα πρέπει να ανοίξει μια εδαφική συζήτηση», καθώς η Μόσχα αξιώνει την κατοχύρωση του Ντονμπάς και τον έλεγχο των περιοχών που κατέχει ο ρωσικός στρατός στη νοτιοανατολική Ουκρανία.
Οι ΗΠΑ μιλούν για παραχωρήσεις
Οι δηλώσεις Λαβρόφ ήρθαν λίγες ημέρες μετά τη σύνοδο κορυφής της 15ης Αυγούστου στην Αλάσκα, όπου συναντήθηκαν ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Βλαντιμίρ Πούτιν. Ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζ. Ντ. Βανς, υποστήριξε ότι η Μόσχα προχώρησε σε «σημαντικές παραχωρήσεις» προς τον Αμερικανό πρόεδρο, δείχνοντας για πρώτη φορά εδώ και τριάμισι χρόνια διάθεση «ευελιξίας σε βασικές της διεκδικήσεις».
Η εκτίμηση αυτή, ωστόσο, αμφισβητείται έντονα από τους Δημοκρατικούς, οι οποίοι θεωρούν ότι ο Ρώσος πρόεδρος επιχειρεί να κερδίσει χρόνο και να εμφανιστεί διαλλακτικός, χωρίς ουσιαστικά να αποσύρει τις σκληρές απαιτήσεις του. Για αυτούς, ο Πούτιν παραμένει το μεγαλύτερο εμπόδιο σε κάθε προοπτική ειρηνευτικής λύσης.
Η δημόσια τοποθέτηση Λαβρόφ επιβεβαιώνει ότι η Μόσχα επιχειρεί να μεταφέρει το βάρος των διαπραγματεύσεων στο επίπεδο των μεγάλων δυνάμεων, θέτοντας τον ΟΗΕ και συγκεκριμένα το Συμβούλιο Ασφαλείας στο κέντρο της διαδικασίας. Την ίδια στιγμή, όμως, οι απαιτήσεις για αναγνώριση των εδαφικών κερδών και για αποκλεισμό της Ουκρανίας από τη δυτική στρατιωτική αρχιτεκτονική συνιστούν όρους που το Κίεβο δύσκολα θα αποδεχθεί.
Στην Ουάσιγκτον, η διχογνωμία μεταξύ Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών για τον τρόπο αντιμετώπισης της Ρωσίας δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο την εικόνα. Ο Τραμπ δείχνει πρόθυμος να διερευνήσει έναν συμβιβασμό, ενώ οι πολιτικοί του αντίπαλοι προειδοποιούν ότι κάθε βιαστική συμφωνία μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνη.
Το βέβαιο είναι ότι, τρία και πλέον χρόνια μετά την εισβολή, η προοπτική ειρήνης παραμένει θολή και αβέβαιη. Η Ρωσία μιλά για «κόκκινες γραμμές» που δεν μπορεί να υπερβεί, η Ουκρανία αρνείται να παραδώσει εδάφη και η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί έναν πόλεμο φθοράς που συνεχίζει να καθορίζει την ευρωπαϊκή ασφάλεια.